Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

~Η Μοίρα του Ήλιου~




Με αφορμή την πρόταση του Κένταυρου...


Η μοίρα του Ήλιου
που λάμπει σε δύο μάτια που ατενίζουν τα Όνειρα


Παίζανε τα παιδιά του Θεού με τη φωτιά και το χιόνι. Με φλεγόμενες ρίψεις στοχοποιούσαν τις ανθρώπινες καρδιές και έπειτα τις ρίχνανε στο άζωτο της συναισθηματικής ακινησίας, που απαλύνει τον πόνο από τις πληγές. Στο παιχνίδι τους επάνω, ένας πύρινος βώλος γλίστρησε απ’ τα χέρια του πιο μικρού παιδιού. Κατηφόρισε στο κεκλιμένο επίπεδο ανάμεσα στην Αλάνα του Παραδείσου και στο Χαοτικό Κενό… σαν βρεφική φλόγα στα σπάργανα του Σκότους… σαν πύρινη χιονοστιβάδα σε εξέλιξη, που παρασύροντας εύφλεκτα υλικά γιγάντωνε τη μάζα της.

Αχαλίνωτη τροχιά, δίχως φρένο…. να τρομάζει τις ισορροπίες και ν’ απειλεί τα στερεότυπα της Αιώνιας Νύχτας. Ώσπου απ’ το 9ο επίπεδο της Κόλασης αναδύθηκαν τα θερμομονωτικά χέρια κάποιου Δάντη, που ακινητοποίησαν και στερεοποίησαν τον Φλεγόμενο Γίγαντα στον Ορίζοντα των Ποιητών.

Από τότε σ’ ένα βάθος Χρόνου, ατελείωτο μπρος στις πεπερασμένες περιγραφές, ο Ήλιος ακολουθεί τη Μοίρα του:

… ανατέλλει μέσα από την ομίχλη των τελευταίων ονείρων της νύχτας..
…φλερτάρει της Σελήνης τ’ ολοκλήρωμα…
…τυφλώνει τις εστιάσεις, που ζητούν να του κλέψουν λίγη λάμψη…
…λιώνει το περίγραμμά του στη διαφάνεια του θαλάσσιου δειλινού…
Βασιλιάς… Κυρίαρχος κι Επόπτης της Ζωής… Ζωοδόχος, τα φωτεινά νήματα να κρατά του Γαλαξία.

Κύλησε, όμως, ο ανταγωνιστής Χρόνος στο κατόπι του. Μέσα σε μια στιγμή, κυοφορούσα Όνειρα, γεννήθηκε το Άλικο Κορίτσι.
Με φωτιές στα μάτια…
Κρασί στις φλέβες…
Ροδοπέταλα στα χείλη
και η θερμοκρασία της Ύπαρξής της
άγγιζε εργαστηριακά πειράματα ανάφλεξης.


Όμως, ο Ήλιος ασυγκίνητος την έλουσε με φως, ως όφειλε. Διατεταγμένος να σκορπά ζωή.
«Το άλικο πάθος της δεν αρκεί ούτε για ένα Joule θερμικής μου συμπύκνωσης!...», σκέφτηκε…
«Εξάλλου, είναι τόσο εύθραυστη μέσα στην θνητότητά της…»

Συνέχισε το Παγκόσμιο παιχνίδι του προκαλώντας το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για παρατήρηση και αποτελέσματα:
Μέγιστη θερμοκρασία επιφάνειας
Πιθανά υλικά καύσης
Συχνότητα εκρήξεων
Διάρκεια Ζωής


Το Κορίτσι έξω απ’ τα πλαίσια της αυστηρής διατύπωσης των επιστημών, με αλληγορίες κλεμμένες από τον παραλληλισμό του Εσωτερικού της Κόσμου με τον εξωτερικό, εξιστορούσε περιλήψεις φανταστικών γεγονότων.

Κάποια στιγμή μέσα από τις αλληγορίες προκάλεσε τη Μοίρα της. Εκείνη ανταποκρίθηκε. Λατρεύει τις προκλήσεις η Μοίρα! Και το Κορίτσι ερωτεύτηκε παράφορα.
Το κλικ του φωτογραφικού συνειρμού της καρδιάς της συνέβη ένα ζεστό δειλινό καλοκαιρινής μαγείας. Η Νύχτα φωτίστηκε από αντανακλάσεις ιριδίζουσας ματιάς.
Ο εσωτερικός της ψυχισμός υγροποιήθηκε και κύλησε σαν κύμα από κάθε πιθανή ρωγμή του κορμιού της. Πλημμύρισε το Σκοτάδι αρώματα ρευστής Γυναικείας αειφορίας.
Ένας Έρωτας… Μία Νύχτα… Μια Ζωή…


Ο ξέφρενος χορός της κρεμάστηκε απ’ της Σελήνης τη μουσική. Γαλαξιακή ενορχήστρωση στο Ταξίδι της Καρδιάς. Συνωμότησε ο κύκλος των Χαμένων Ποιητών και όλα τα άψυχα προσωποποιημένα συμμετείχαν στη συγκίνηση και γίναν μάρτυρες της Ερωτικής Επαφής.
Διαταράχτηκε ο ύπνος του Ήλιου στο κρυμμένο Ημισφαίριο των Μοναχικών Ονείρων… Εδώ, στο ημίφως της σαγήνης, στο Ημισφαίριο των Ερωτευμένων η Κοπέλα ηγείται του χορού κι η Νύχτα ήδη άπλωσε το βελούδινο χαλί της.
Ο Κόσμος Δικός Της…
Για πάντα…
Για πάντα?...

Η Νύχτα πεπερασμένη…
… το ίδιο κι η Ζωή…
… κι ο Έρωτας επίσης…


Όλα υποταγμένα στην Καμπύλη της Μοίρας. Μετά το Μέγιστο της Κορύφωσης… η Πτώση…
Το Κορίτσι ήταν πιο εύθραυστο απέναντι στις απώλειες, παρά στη θνητότητά της, όπως της καταλογίσε ο Ήλιος.

Κοντά στη Λυκαυγή ο πρώτος αποχωρισμός. Το πρώτο δάκρυ έπνιξε το τελευταίο αστέρι…. φως πια σβησμένο...
Ο Ορίζοντας που τόλμησε να ντυθεί στα χρώματα της Αυγής, βούλιαξε ολόκληρος στο βουρκωμένο βλέμμα της. Ο Ήλιος αγέρωχος μέσα στην Παντοδυναμία του αποπειράθηκε να ξημερώσει την πρώτη μέρα, μετά το Χωρισμό…

Τι Λάθος εκτίμηση!...
Ας παραδεχόταν πρώτη φορά την Αδυναμία του μπροστά στο Πάθος των Πληγωμένων κι ας έμενε κρυμμένος πίσω απ’ τα σύννεφα της μελαγχολίας… Μόνο για σήμερα…. Το αιώνιο κι ατελείωτο σήμερα, μετά το Χωρισμό..

Στο στιγμιαίο άγγιγμα της Χαραυγής γύρισε η Κοπέλα το ραγισμένο βλέμμα της προς τον Ήλιο κι εκείνος ολόκληρος χώρεσε μέσα στο βάθος της ρωγμής του…

Τεμαχίστηκε το είδωλό του στα δυο της μάτια…
Κομμάτια οι φλόγες…
Όλη η βροχή των δακρύων, τις έσβησαν μία μία… πνιγμένες φωτιές… κι ο Ήλιος έσβησε μέσα σε Δύο Μάτια που κάποτε ατένιζαν τα Όνειρα…