Το πιο δυνατό κρασί, είναι αυτό που φτιάχνεις με Υπέρβαση Εαυτού. Μία φορά αν μεθύσει ο Νους, δεν επιστρέφει η Ύπαρξη στις νηφαλιότητες.
Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013
Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013
~Χρώμα με τα ποιήματα, σκοτάδι με τα άδεια~
Κίνητρο - Βέλος από την unique VaiaTou...
Μένω γυμνή στο Κίτρινο, στο Μαύρο και στο Ρίγος...
Είναι το χρώμα της πληγής πιότερο που μου πάει...
Μια τρύπα ανοίγω στο λαιμό να στάξει μενταγιόν μου,
Κόκκινο, καταΚόκκινο να πάλλεται στο στήθος...
Μία γρατζουνιά φυτεύω γύρω από τον καρπό μου
βραχιόλι να 'χω κόκκινο, ρολόι των Λαθών μου...
Μία μαχαιριά στην πλάτη μου χορεύω, λιποθυμάω
και μες στο κρύο ντύνομαι το Χρώμα των Ερώτων...
Πώς τάχα με περίμενες να τρέξω να ξεφύγω?...
Αυτοκτονούν όλα τα ΠΡΙΝ και μένω με τα ΤΩΡΑ...
μένω με τα γινάτια μου γυμνή μέσα στην μπόρα...
Τρέχει το Έργο μου καρέ, τρέχει μου και ο Χρόνος
και ο Ζωγράφος διάλεξε χρώμα μου να 'ναι ο Δρόμος...
Είναι η ΖΩΗ μοδίστρα μου και ράβει, όλο ράβει...
Γυμνή είμαι, μα ντύνομαι Κόκκινο και Σκοτάδι...
Είναι η ΖΩΗ μοδίστρα μου και παίρνει μου τα μέτρα...
Όχι σαν τον Χάροντα, που ακίνητη με θέλει..
μα σαν τον Εραστή του ΝΟΥ, που όλο του ξεφεύγω
και στα παρασκήνια της Σκέψης τρέχει και με γυρεύει...
είναι η ΖΩΗ μοδίστρα μου και ράβει, όλο ράβει...
Είναι το χρώμα της πληγής πιότερο που μου πάει...
Μια τρύπα ανοίγω στο λαιμό να στάξει μενταγιόν μου,
Κόκκινο, καταΚόκκινο να πάλλεται στο στήθος...
Μία γρατζουνιά φυτεύω γύρω από τον καρπό μου
βραχιόλι να 'χω κόκκινο, ρολόι των Λαθών μου...
Μία μαχαιριά στην πλάτη μου χορεύω, λιποθυμάω
και μες στο κρύο ντύνομαι το Χρώμα των Ερώτων...
Πώς τάχα με περίμενες να τρέξω να ξεφύγω?...
Αυτοκτονούν όλα τα ΠΡΙΝ και μένω με τα ΤΩΡΑ...
μένω με τα γινάτια μου γυμνή μέσα στην μπόρα...
Τρέχει το Έργο μου καρέ, τρέχει μου και ο Χρόνος
και ο Ζωγράφος διάλεξε χρώμα μου να 'ναι ο Δρόμος...
Είναι η ΖΩΗ μοδίστρα μου και ράβει, όλο ράβει...
Γυμνή είμαι, μα ντύνομαι Κόκκινο και Σκοτάδι...
Είναι η ΖΩΗ μοδίστρα μου και παίρνει μου τα μέτρα...
Όχι σαν τον Χάροντα, που ακίνητη με θέλει..
μα σαν τον Εραστή του ΝΟΥ, που όλο του ξεφεύγω
και στα παρασκήνια της Σκέψης τρέχει και με γυρεύει...
είναι η ΖΩΗ μοδίστρα μου και ράβει, όλο ράβει...
Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013
~Δ-aSOS~
Με το ράμφος οι ΑετόΜορφοι
τσιμπάνε φλόγες
από εστίες Αστέγων
ΚάρΒΟΥΝΑ Βουνά
ΟροΣειρές
ΟΡΟθετικών στην
Φτώχεια Κόσμων
κι όμως ΔΕΝ
μολύνονται…
εμβολιάΖΟΥΝ το αίμα
με γινάτι…
Φιλεύομαι στο Δρόμο
με μίας Καρδιάς το πρόΓευμα,
με μιας Σκέψης το Λάδι
και τρώω με τα Χέρια…
ΣκουπίΖΩ το στόμα μου
στην κάπα του Επαναστάτη.
Κοινωνώ στην Εκκλησία
του Λαού.
Αγιάζομαι με αίμα
Δικαιοσύνης.
Εξομολογούμαι για όσα
θα κάνω.
Ο Ουρανός φλέγεται
γιατί οι ΑετόΜορφοι
αμολούν τις ΨΥΧΕΣ τους
στο ΦΩΣ
την ώρα που τα Κορμιά
των Νεκρών συνΑνθρώπων
στιβάζονται στα Δάση
των οικοδομημένων
τετραγώνων…
Την ίδια ώρα
Εμείς Μωρό μου
Εμείς Μωρό μου
ερωτευόμαστε
και γεννάμε τα Παιδιά
μας
στο Δ-aSOS,
όπου οι Άγριοι προασπίζονται
το Ένα Φιλί,
την Μία Αγκαλιά,
τη Ζωή του νεοΓέννητου
και τον αξιοπρεπή Θάνατο
των Ηρώων.
Σ’ εκείνο το Δ-aSOS που απλώνει
τις πλεγμένες με τις φλέβες
μας φυλλωσιές του
κάτω από τον Ουρανό
που φλέγεται.
Εκεί όπου το SOS
Έχει χρονική μονο μετάφραση:
Sήμερα
Oχι αύριο
SΗΜΕΡΑ…
Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013
.....Απλώνομαι.......
Το καλάθι πάντα γεμάτο ποικιλίες. Η επιλογή προσαρμόζεται στην Ζήτηση, ακολουθώντας το Νόμο της Αγοράς. Παίζουν οι ειδήμονες με τα μεγέθη. Παίζουν τα μεγέθη με το Μυαλό μας. Όλοι επιδιώκουν το άπλωμα. Διαπλάτυνση των Δρόμων, των πεζοΔρομίων, των μπαλκονιών, του υπόστεγου, της αυλής, του Εγώ.
Ο Ζητιάνος πιάνει δύο πόστα για την ελεημοσύνη που ζητά.
Ο Νεκρός δύο μέτρα επί δύο, ν'απλώσει την περιουσία της Ζωής που πήρε μαζί του....
Ο Ερωτευμένος δύο δύο τα κορίτσια ή τ' αγόρια... πληθωρικές οι επιλογές.... απλωμένες.... σαν τη μοναξιά του...
Ο Διανοούμενος πλασάρει δύο δύο τους τόμους των πολυτελών εκδόσεων να χωρέσει την πτυχιούχο άγνοιά του.....
Η γιαγιά μου άπλωνε το ζυμάρι στο τραπέζι με ένα σεντόνι. Τύλιγε τον κόπο της και μ'αυτόν έφτιαχνε την πίτα και τάιζε τρεις οικογένειες.
Άλλη γενιά.
Δένω τα χέρια μου. Κουλουριάζομαι. Περιορίζομαι στην στατική μου θέση της ακινησίας. Δεν αρκεί. Πως δένεται το μυαλό να πάψει να μουρμουρίζει βήματα απομάκρυνσης από το κέντρο της Σιωπής?....
Απλώνονται οι λέξεις. Φτάνει. Απλώνονται οι εμπειρίες. Περισσεύει.
Είναι η Μοίρα του Σύμπαντος η διαστολή?...
Επαναπαύομαι στο άλλοθι.
Αθωώνω τον Ζητιάνο.
Απενοχοποιώ τον Νεκρό.
Δικαιώνω τον Ερωτευμένο.
Επιβραβεύω τον Διανοούμενο.
Χειροκροτώ το βεληνεκές που γιγαντώνει τον Εαυτό του με ιδιωτικό κριτήριο, γαλουχημένο σε μια Κοινωνία Αναλώσιμη, με ταχύρυθμα μαθήματα ανάπτυξης δεξιοτήτων.
Απλωθείτε ελεύθερα.
Απλώθηκα κι Εγώ. Πάλι στα κείμενα.
Πάω να απλώσω το Κορμάκι μου στο κρεβάτι.
Το καλάθι γεμάτο ποικιλίες. Στον πληθυντικό αριθμό, δε διασφαλίζουν ποιότητα...
Ποιότητες, ποσότητες, ποικιλίες, πειράματα, πλήθος, είδη προς κατανάλωση...
Δεν είναι η τσέπη μας που φτωχαίνει. Είναι η Επιθυμία που εκπαιδεύεται φτηνή στα καλάθια της λαϊκής, όπου πωλούνται και αγοράζονται Απλωμένα Ρούχα Ψυχής: τα ΕσώΡουχά μας...
Μωρό μου, αν οι αϋπνίες σου σε βγάλουν σεργιάνι στην αγορά του κόσμου, αγόρασέ μου ένα σετ ΕσώΡουχα σε χρώμα αθωότητας, μήπως και αρχίσω να συρρικνώνομαι στις διαστάσεις της Αλήθειας μου..........................................
Ο Ζητιάνος πιάνει δύο πόστα για την ελεημοσύνη που ζητά.
Ο Νεκρός δύο μέτρα επί δύο, ν'απλώσει την περιουσία της Ζωής που πήρε μαζί του....
Ο Ερωτευμένος δύο δύο τα κορίτσια ή τ' αγόρια... πληθωρικές οι επιλογές.... απλωμένες.... σαν τη μοναξιά του...
Ο Διανοούμενος πλασάρει δύο δύο τους τόμους των πολυτελών εκδόσεων να χωρέσει την πτυχιούχο άγνοιά του.....
Η γιαγιά μου άπλωνε το ζυμάρι στο τραπέζι με ένα σεντόνι. Τύλιγε τον κόπο της και μ'αυτόν έφτιαχνε την πίτα και τάιζε τρεις οικογένειες.
Άλλη γενιά.
Δένω τα χέρια μου. Κουλουριάζομαι. Περιορίζομαι στην στατική μου θέση της ακινησίας. Δεν αρκεί. Πως δένεται το μυαλό να πάψει να μουρμουρίζει βήματα απομάκρυνσης από το κέντρο της Σιωπής?....
Απλώνονται οι λέξεις. Φτάνει. Απλώνονται οι εμπειρίες. Περισσεύει.
Είναι η Μοίρα του Σύμπαντος η διαστολή?...
Επαναπαύομαι στο άλλοθι.
Αθωώνω τον Ζητιάνο.
Απενοχοποιώ τον Νεκρό.
Δικαιώνω τον Ερωτευμένο.
Επιβραβεύω τον Διανοούμενο.
Χειροκροτώ το βεληνεκές που γιγαντώνει τον Εαυτό του με ιδιωτικό κριτήριο, γαλουχημένο σε μια Κοινωνία Αναλώσιμη, με ταχύρυθμα μαθήματα ανάπτυξης δεξιοτήτων.
Απλωθείτε ελεύθερα.
Απλώθηκα κι Εγώ. Πάλι στα κείμενα.
Πάω να απλώσω το Κορμάκι μου στο κρεβάτι.
Το καλάθι γεμάτο ποικιλίες. Στον πληθυντικό αριθμό, δε διασφαλίζουν ποιότητα...
Ποιότητες, ποσότητες, ποικιλίες, πειράματα, πλήθος, είδη προς κατανάλωση...
Δεν είναι η τσέπη μας που φτωχαίνει. Είναι η Επιθυμία που εκπαιδεύεται φτηνή στα καλάθια της λαϊκής, όπου πωλούνται και αγοράζονται Απλωμένα Ρούχα Ψυχής: τα ΕσώΡουχά μας...
Μωρό μου, αν οι αϋπνίες σου σε βγάλουν σεργιάνι στην αγορά του κόσμου, αγόρασέ μου ένα σετ ΕσώΡουχα σε χρώμα αθωότητας, μήπως και αρχίσω να συρρικνώνομαι στις διαστάσεις της Αλήθειας μου..........................................
Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013
Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013
~Half past ...me~
Στα σκοτάδια μιλώ καλύτερα.
Σβήσε το Φως του Κόσμου και κάθισε δίπλα μου.
Αυτό που με διασχίζει είναι ποτάμι ή ερπετό.
Πάντως τυλίγεται και ρέει.
ΦωλιάΖει και Γεννά.
Σμίγει στο Δέλτα του Κορμιού με την Ψυχή.
Εκεί που χάνομαι Εγώ,
Εκείνο διασκεδάζει Περιπέτεια.
Προσπάθησα να καθρεφτιστώ στο γυαλί.
Κόπηκα επιτυχώς.
Στη μέση.
Τομή οριζόντια και κάθετη.
Ανατομίας πείραμα.
Φαίνομαι τόσο άρτια εντός, αν και τεμαχισμένη.
Θυμόμουν από μικρή την τεχνοτροπία των Ζωγράφων.
Τράβηξα γραμμή να με σχεδιάσω συμμετρικά...
Η Γραμμή ερωτεύτηκε το Φίδι και το Ποτάμι.
Γονιμοποιήθηκε πάνω μου και μέσα μου,
πριν προλάβω τον Εαυτό μου να σχεδιάσω Αυτοτελή.
Έγινε σκοινί και τυλίγεται επίσης.
Ζωντανό.
Νομίζω άνοιξες τα μάτια σου.
Φάνηκε ένα φως να τρέμει.
Στα σκοτάδια μιλώ καλύτερα.
Κλείσε τα μάτια σου.
Ο Έρωτας μάς θέλει μισούς μες στην ολοκλήρωση.
Φαγωμένους επιτυχώς.
Διαβρωμένους από Ανάσα και Σταγόνα.
Ψάχνω τώρα ένα γυαλί
να ζωγραφίσω με παραλήρημα
το σχήμα που έχει απόψε το Φεγγάρι
για να δω πού θα κρεμάσω την ερωτευμένη Γραμμή της αΣυμμετρίας μου...
Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013
~Γιορτή~
Δε χρειάζονται πολλοί,
μόνο λίγοι που ξέρουν.
Ένας να λιποθυμά μπρος στο Φεγγάρι.
Ένας να οργώνει με νυστέρια την Αλήθεια.
Κάποιες Γυναίκες που δεν ξέρουν τι θα πει βιτρίνα,
να μαγειρεύουν μολότοφ στα Μαύρα τους Μάτια,
να ζυμώΝΟΥν ψωμί με τ' ακροδάχτυλα της Πίστης τους,
να τυλίγουν Δώρα με το Κόκκινο Ύφασμα της ΑνΥποταγής
και να θηλάΖουν μικρές Εμπειρίες,
να γίνουν Ξεσηκωμοί...
Δυο τρεις να στρώΝΟΥν το τραπέζι.
Με μαχαιροπίρουνα θα φάμε απόψε.
Γλείφαμε τόσο καιρό τα ισχνά μας δάχτυλα,
μα η πείνα δεν χόρτασε.
Με μέταλλο θα σε χορτάσω.
Με αίμα θα τσουγκρίσουν τα ποτήρια τους οι Ευχές μας.
Έλειψες καιρό.
Και είχαν γεύση Νηστείας οι Χοροί.
Έλα να κάψουμε το Ρήμα της Απουσίας.
Τόσους γύρους στους δείχτες του Κόσμου
σε περιμένει η Ζωή...
Παλινδρομεί για να μπερδέψει το Χρόνο...
να κερδίσει στροφές,
να πάρει φόρα,
να αυξήσει στροφΟρμή.
Σε περιμέναμε καιρό.
Βουβοί, σ 'έναν στατικό χορό δίχως μουσική.
Προσπέρασε το Μηδέν
και πέρασε στη Σάλα των Επισήμων.
Πιο Επίσημος από ΣΕΝΑ,
κανείς......
Εσένα περιμένει
η Γιορτή ν' αρχίσει...