Παρασκευή 17 Ιουλίου 2020

Γράμμα σ' έναν ποιητή


Διαβάζω το έργο σου. Έχω ως παράρτημα νοημάτων τη βιογραφία σου. Συγχώρα με που είμαι δύσπιστη. Κουράστηκα με τους στίχους δίχως αντίκρισμα. Σαν ακάλυπτες επιταγές ποιήματος δίχως εξαργύρωση ζωής. Έχω κλειδώσει τους λογαριασμούς μου. Δεν πληρώνω αν δεν υπάρχει αντιστοίχηση επινόησης κι εμπειρίας. Διαβάζω για παρότρυνση και προτροπή. Τί να μού πει κάποιος που δεν έχει γευτεί και μόνο γράφει..? Μοιάζει με σύμβουλο γάμου που…. δεν έχει υπάρξει παντρεμένος. Μοιάζει με σύμβουλο δασκάλων που…. δεν έχει διδάξει ποτέ σε τάξη.

Όπου μιλάς για υψόμετρα, τρέχω στην βιογραφία σου να εντοπίσω την ψηλότερη οροσειρά που έχεις ανέβει. Κι ας υπερβαίνει την κυριολεξία της αναρρίχησης. Κι ας σκαρφάλωσες με κόπο δύσβατων συναισθηματικών καταστάσεων, με καλύπτεις.

Όπου γράφεις φωτιά, ψάχνω να βρω τα εγκαύματά σου. Κυριολεξίες και μεταφορές. Να βρω τις πυρκαγιές που διέσχισες, τις φωτιές που πήραν τα ρούχα και η ψυχή σου, τις φλόγες που άναψαν στο κεφάλι σου και σού πυρπόλησαν τους νευρώνες. Να δω τα σημάδια. Και κυρίως, ψάχνω τις φωτογραφίες σου. Να αντιστοιχίσω την περίοδο γένεσης του πυρωμένου ποιήματος με το αντίστοιχο στιγμιότυπο της ζωής σου και να δω τη φλόγα μέσα στα μάτια σου. Αν δω μάτια κενά, αδιάφορα, ασφαλή, σε απορρίπτω.

Όπου γράφεις για ταχύτητες, ψάχνω να βρω τις διαδρομές που έτρεξες νοερά ή με κυριολεξίες. Με πόδια ή με καρδιά. Τις επιταχύνσεις σου, τις αγωνίες, την εγρήγορσή σου να συμβούν να ποθητά σου. Ψάχνω να βρω τα πάθη που αύξησαν την εντός σου ιπποδύναμη. Που πάτησαν το γκάζι του εαυτού σου και σε έβγαλαν από το παρμπρίζ του ποιήματος να φτάσεις πιο γρήγορα κι από τις αποτυπώσεις στο ζητούμενο της κεντρικής σου ιδέας. Πόσο πολύ πόθησες, κύριε ποιητή…? Πόσο κυνήγησες τα απωθημένα σου…? Πόσο βγήκες από το σώμα σου, όντας μπροστά στο μισοτελειωμένο σου ποίημα για να πας να βρεις αυτό που σε στοιχειώνει, κι ας μην κατόρθωσες να το χωρέσεις σε κανένα στίχο….?

Όταν αναφέρεις άγρια θηρία, αναζητώ τις μάχες της ζωής σου. Πόσες φορές ανταμώθηκες με αγριότητες..? Πόσες φορές μπήκες στην αρένα γυμνός κι άοπλος..? Πόσες φαγώθηκες από πεινασμένες αγέλες καθωσπρεπισμού ή από θηρία κοινωνικών στερεοτύπων..? Πόσες μούσες εξημέρωσες για να σωθείς από τα  νύχια τους..? Αν είσαι αρεστός από τις πλειοψηφίες είσαι ύποπτος, κύριε ποιητή.

Όταν μιλάς για θεραπείες, ψάχνω τις αρρώστιες της βιογραφίας σου. Πόσο υπέφερες..? Πόσο βόγκηξες..? Πόσο πυρετό ανέβασες..? Για πόσες ημέρες, μήνες, χρόνια…? Πόσες θεραπείες δοκίμασες δίχως αποτέλεσμα…? Πόσες εγχειρήσεις με δίχως αναισθησία έχεις υποστεί..? Αν δε βρω ουλές, σε απορρίπτω. Μοιάζεις να μοιράζεις συνταγές για δηλητήριο επισπεύδοντας έναν υποθετικό θάνατο, φάρμακο παρατείνοντας μία υποθετική ζωή, θεραπεία γλυκαίνοντας μία υποθετική ασθένεια, δίχως να έχεις ζήσει τίποτε. Δίχως να έχεις εκτελέσει καμία συνταγή σου.

Οι λέξεις, οι συνειρμοί, οι επινοήσεις, οι ρίμες, οι στίχοι είναι ένα παιχνίδι κατασκευής. Όπως τα Lego και τα puzzles. Δημιουργικά καλύπτουν τον ελεύθερο χρόνο.

Καλύπτουν τον ελεύθερο χρόνο.

Μα ο ποιητής δεν έχει ελεύθερο χρόνο. Ούτε καν για να γράψει. Όσο σκαρφαλώνει τα υψόμετρά του, όσο κολυμπά στα ναυάγια, όσο διασχίζει τις ερήμους του, όσο επιβιώνει των θανάτων του δεν έχει λέξεις, ούτε χρόνο να μιλήσει γι’ αυτά που περνάει. Σαν καταλαγιάσει για λίγο η μετεωρολογία του, κατακάθεται η σκέψη και ψαρεύει λέξεις με μία ποιητική σειρά κι αλληγορία που εκφράζει τα όσα συνέβησαν και ίσως συνεχίσουν να συμβαίνουν μετά την προσωρινή νηνεμία. Κι αυτή η ποιητική συστοιχία των λέξεων επ’ ουδενί δεν νοιάζεται αν την κατανοήσει το αναγνωστικό κοινό. Επ’ ουδενί δεν νοιάζεται αν την καταλάβει κανείς. Ο ποιητής δεν προσαρμόζεται στο επίπεδο κατανόησης των πιθανών αναγνωστών του.

Αν εντοπίσω εκλαΐκευση των νοημάτων ή μετάφραση προς το κοινό, θα ανατρέξω και πάλι στη βιογραφία σου, να μελετήσω το χαρακτήρα σου και να εντοπίσω αν αναζητάς την εμπορικότητα των ποιητικών σου συλλογών ή αν αγωνιωδώς θέλεις να μοιραστείς – από ανασφάλεια- το έργο σου, ώστε να βρεις θαυμαστές που θα τονώσουν το συγγραφικό σου ταπεραμέντο.

Εγώ σε ήθελα να μονολογείς. Να μη νοθεύεσαι για χάρη κανενός. Να μην κοιτάς έξω, μα μέσα. Ακόμη κι όταν γράφεις για να εμπνεύσεις ή να αφυπνίσεις τον κόσμο, να γράφεις από μέσα προς τα έξω κι όχι το ανάποδο. Για όλα αυτά τα συμπεράσματα που εκκρεμούν δεν αρκεί να διαβάσω ένα – δυο σου ποιήματα ή ποιητικές σου συλλογές. Χρειάζεται να μελετήσω τη βιογραφία σου.

Όταν ολοκληρώσω το έργο μου πάνω στο έργο και στη ζωή σου, θα σε τοποθετήσω στο ράφι των αληθινών ή θα σε εκθρονίσω από το ανάστημα των γνήσιων και θα σε τοποθετήσω στις θέσεις με την επιτηδευμένη γραφή, τα βραβεία διαγωνισμών, με τις υψηλές πωλήσεις, με την εσπευσμένη αναγνωρισιμότητα που επιτυγχάνεται μέσα από τις κατάλληλες λογοτεχνικές διασυνδέσεις.

Ως το πέρας της μελέτης έχεις περιθώριο να με εκπλήξεις, να με κερδίσεις, να με χάσεις, να με προκαλέσεις με το να επιλέξεις απλά να είσαι ο εαυτός σου ή όχι, και αν είσαι πιστός στο σκοπό σου δε θα χρειαστεί καν να διαβάσεις τούτο το γράμμα.