ΒΙΒΛΙΟ "Θηλυκές οι θηλιές του κόσμου", ΑΝΕΜΟΣ Εκδοτική, 2012
Πήρε τον ίσκιο της από το χέρι.
Περπάτησε στο χείλος του σπασμένου ποτηριού,
πάνω σε ραγισμένες κορυφές γυάλινης ζάλης.
Μιας ζάλης που ξεπερνά τον ίλιγγο της υψοφοβίας.
Καθρεφτίζει κάθε τόσο το πρόσωπό της
στο λιγοστό κρασί.
Τόσο λίγο πια,
που δε φτάνει για έναν αξιοπρεπή πνιγμό!
Πνίγει νηφαλιότητες.
Έμαθε, εξάλλου, να μεθά πίνοντας κίνδυνο, σύννεφο, χορό,
κι ο κόσμος, ένα στροβίλισμα σε ενήλικο λούνα παρκ
πάνω σε τεθλασμένες γραμμές
επικίνδυνης ολισθηρότητας.
Το ζεστό της σώμα σε άγρια εγρήγορση,
αίμα και κρασί ένα μείγμα,
ιδρωμένο υγρό, σταγόνα χορού γυναικείας παραίσθησης,
γύρω από το κόκκινο του κινδύνου,
ερωτοτροπώντας με το θάνατο και με την πιθανότητα.
Μ' ένα φιλί, ρευστό αποτύπωμα μεθυσμένης αλήθειας
να ομολογεί κρυφές υποσχέσεις,
που ήπιαν το "θα" γουλιά γουλιά.
Τώρα εισέρχονται δειλά στο δικό της μεθυσμένο χορό
γυμνές από τις εξαρτήσεις μιας εκπλήρωσης,
ελεύθερες από το πεπρωμένο,
σε χωροταξιακή ευθυγράμμιση με τα σχήματα του κορμιού της,
μέσα στο τραγούδι των αρνήσεων:
"Αρνιέμαι Εαυτό, όταν μου μοιάζει λίγος".
Κι εκείνη πιο ατίθαση μέσα στο κόκκινο,
με το φόρεμα σκισμένο ν' ανεμίζει,
τη σκέψη να εκθειάζει τη λεπτομέρεια
κι ένα χαμόγελο υγρής ματιάς,
να στάζει μέθη,
μέσα από ταλαντώσεις εύθραυστης ισορροπίας
κι η ζωή ένα παιχνίδι στα χέρια της,
γιατί
οι πιο ευτυχισμένοι είναι οι μεθυσμένοι,
οι τρελοί,
και τα παιδιά.
Κι εκείνη μέσα της
κρατούσε ιερή την αγία αυτή Τριάδα.
Μεθυσμένη μία.
Ευτυχισμένη τρεις.