Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

Τσιγγάνα....


Πιάστηκε το φόρεμα
σ' ένα καρφί αρραβώνα.
Σκίστηκε το κόκκινο,
γέμισε ο αέρας
γονίδιο Φυγής
κι έμεινε δίχως αναχωρήσεις,
δεμένη στου Έρωτα την πατρίδα,
η Τσιγγάνα....

Σε διακλαδώσεις χωμάτινης ρίζας
μπλεγμένα τα εβένινα μαλλιά της
κι ας το βλέμμα διασχίζει ταξίδια στο φως...

Σ' έναν οργασμό τυλιγμένο αιώνια
στο δέντρο της Δέσμευσης,
ασάλευτη να ημιανθίζει σε στάσιμα νερά..
Μισός ανθός, μισο αγκάθι...
ζωή προσκήνυμα σ'αταίριαστο Θεό...

κι όλο της το κόκκινο σπασμένη νότα,
σε ένα ταγκο
που ξέχασε τα βήματα
προς την ανεξαρτησία της Ψυχής..

Ακονίζει το ψαλίδι των δαχτύλων
στον αέρα που μυρίζει ελευθερία από μακριά...
Σκίζει το ρούχο,
ξεριζώνει απ'το στήθος το θεμέλιο..
λουλούδι η αιμορραγία...
μα Ζωή το μουρμούρισμα της Απόδρασης....

Λυγίζει το καρφί...
Γυμνή, ντυμένη τα μαλλιά της,
γραφει με το βήμα το ακράτητο
δρόμους στη Γη του κόκκινου Φεγγαριού..

Την χώρεσε ολόκληρη η Σαιξπηρική μου ανακάλυψη:

"Η φαντασία έχει τρείς οπαδούς:
Τον ερωτευμένο
τον τρελό
και τον ποιητή..."


Κι εκείνη, παράξενα ντυμένη
γυμνή την Άνοιξη
εχει το βλέμμα του τρελού
που ερωτεύεται
τους Ποιητές...