Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Φτερούγισμα



Την εικόνα την ανακάλυψα εδώ:
https://iamachild.wordpress.com/category/tremblay-claudia/


Με άρπαξε ένα χέρι θυμάμαι
κι ύστερα κόπηκε από τον  καρπό
κι έμεινε η παλάμη νεκρή
μες στη δική μου
σαν κούκλα
χωρίς πρωτοβουλία πια
με το δάχτυλο αγκυλωμένο
να δείχνει έναν δρόμο.
Διάλεξα να στρέψω το χέρι
προς τον ουρανό.
Δεν μιλώ πια.
Σωπαίνω και πάω.
Οι μπροστινοί δεν λένε πού.
Ακολουθώ τη ροή.
Περπατώ κοιτώντας τα πουλιά
και τα λουλούδια.
Εγώ είμαι ανάμεσα.
Οι ρίζες μου έγιναν πόδια
και περιμένω
τα πόδια να γίνουν φτερά.
Ένα τεράστιο μάτι
ζουμάρει πάνω μου
στο ταξίδι μου
στην πείνα μου
στις μεταμορφώσεις μου
και βραβεύονται
επώνυμοι κύριοι
καταξιωμένης δράσης,
οι φωτογράφοι μου.
Έγινα αθάνατος
ακόμη κι αν πεθάνω σήμερα
εσύ θα εξακολουθήσεις
να κοιτάς σαν ταινία τη ζωή μου
χωρίς τη μετάφραση των υποτίτλων
και χωρίς να κόψεις εισιτήριο.
Κι εγώ σε παρακολουθώ.
Τρομαγμένος κρύβεσαι
μην σε ανακαλύψουν
οι πόλεμοι
η πείνα
η φτώχεια
η έσχατη ανάγκη.
Φοβάσαι τον διπλανό σου
το θεό σου
το αύριο
τον εαυτό σου
κι εμένα,
ένα ασυνόδευτο παιδί
που κοιμάται
σε μία πρόχειρη σκηνή
και ζωγραφίζει μ' ένα ξύλο
στο χώμα
το αύριο που εσύ φοβάσαι.
Σαν ξημερώσει
θα 'χω κιόλας μεγαλώσει
θα 'χουν γίνει τα πόδια μου φτερά
και δε φοβάμαι πια
τίποτε άλλο
παρά μην γίνω σαν κι εσένα
με τον καιρό.
Φοβισμένο πουλί
φυλακισμένο μέσα στο κλουβί του μυαλού του.




Πέρα από τα σύνορα..





Γράφαμε τραγούδια για να ξεφύγουμε από το τετραγωνισμένο πλαίσιο των περιορισμών. Είχαμε στο στόμα το Αερικό και χαράζαμε στο δέρμα μας την απόδραση του στίχου:
"Όσες κι αν χτίζουν φυλακές
κι αν ο κλοιός στενεύει
ο νους μας είναι αληταριό
που όλο θα δραπετεύει

Μετά μεγαλώσαμε. Κι αρχίσαμε εμείς να χτίζουμε φυλακές και σύνορα για να φυλακίσουμε την ελευθερία των ονείρων και των ανθρώπων.
Γίναμε αυτοί που πολεμούσαμε. Χτίσαμε ψηλούς τοίχους γύρω από τις ζωές μας, περιφράξαμε το σπίτι μας με είσοδο μόνο για τους οικείους, κλειδώσαμε όλες τις πόρτες του εαυτού, βάλαμε κωδικούς πολλαπλής ασφάλειας στους λογαριασμούς e-banking, e-mail, e-Ζωής, ζωγραφίσαμε πάνω στα κορμιά μας σφιχτές αγκαλιές που δηλώνουν κατοχή και χαράξαμε στο μυαλό μας το μίασμα της Ιδιοκτησίας, περιφράξαμε τα οικόπεδα, τα δηλώσαμε στο κτηματολόγιο μην και τα διεκδικήσει κανείς άλλος –ούτε οικείος, ούτε ξένος- και πασχίσαμε να πολλαπλασιάσουμε τις περιουσίες.  Ξεπουλήσαμε πολιτισμένα το λιμάνι που αράζανε οι φοιτητικές μας παλίρροιες. (Ξέρουμε να καταργούμε με σύντομες διαδικασίες τα σύνορα για να ευνοηθεί η παγκόσμια αγορά, δεν ξέρουμε να καταργούμε τα σύνορα για να ευνοηθεί ο άνθρωπος!)

Ψάχνω τα χαρτιά μου. Συγκεντρώνω τα πτυχία και τις πιστοποιήσεις μου. Θα αξιολογηθώ από έναν αξιολογητή που ορίστηκε από την κυβέρνηση με οδηγίες αξιολόγησης μηχανήματος. «Ελέγξτε τα χαρτιά, τα δόντια του, τα νύχια του, τα μαλλιά του στις ρίζες, το ασπράδι των ματιών, κάντε και μία χαρακιά στο μυαλό του να δούμε σε τι κατάσταση είναι. Το ότι πήρε πτυχίο το 2001 δεν βεβαιώνει πως  και σήμερα είναι σε θέση να ανακαλέσει όσα διδάχθηκε. Θα εξεταστεί εξαντλητικώς, να δοκιμάσουμε τα όριά του

Όρια, αντοχές, γραμμές, σύνορα ξανά.

Ξέρω να ξεπερνώ τα όριά μου. Ξέρω να αντέχω πέρα από το σημείο βρασμού μου. Ξέρω να μην εξατμίζομαι κάτω από τις πιέσεις του συστήματος. Εκπαιδεύτηκα να είμαι γόνιμος μπρος στις μηχανές του κράτους. Κάθομαι όμορφα στην στάση προσοχής να με φωτογραφίσει η Ιστορία.

Τα  μεταπτυχιακά μου  έχουν τίτλους «Διοίκηση  και Ηγεσία» για να αναρριχηθώ κάποια στιγμή στις θέσεις ξεπουλημένων διευθυντάδων, ζηλεύοντας τις offshore εταιρείες τους. Δεν κατάφερα ως τώρα το ποθητό. Κι έτσι ξεκίνησα έναν πόλεμο υπέρ πίστεως και πατρίδας με τον εαυτό μου, πληγώνοντας τους άλλους με επιθετικές κι αμυντικές στάσεις ζωής, με κλειστά σύνορα Εαυτού, με κλειδωμένες τις πόρτες των δωματίων, με αμπαρωμένες τις σκέψεις, με διακριτικές εξομολογήσεις στον ψυχολόγο, μα ποτέ δεν τα λέω όλα. Ούτε όσα ξέρω, ούτε όσα νιώθω, ούτε όσα συμβαίνουν. Πάντα αποκρύπτω αυτά που λένε πως δε λέγονται.

Δίπλα στο σπίτι μου έχω συρματοπλέγματα κλειστών συνόρων και ένα κέντρο φιλοξενίας.  Είμαι εγγονή μιας γιαγιάς που είχε μόνιμα το σπίτι της ανοιχτό. Άλλα χρόνια, θα μου πεις. Όχι. Απλά άλλοι άνθρωποι! Μαθημένοι αλλιώς, γιατί ήταν η δεύτερη γενιά των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν εδώ. Ρίζωσαν. Τώρα το χωριό είναι ο τόπος τους. Το υπερασπίζονται. Το πονάνε.

Μετά από χρόνια στο χωριό όταν ήρθαν οι τσιγγάνοι, όλοι τα βάλανε μαζί τους. Κλέφτες είναι. Θα ρημάξουν την περιοχή. (Πάντα έχεις κάτι να πεις για τους ξένους που έρχονται.)
Συγχώρα με, μα πιο μεγάλους κλέφτες από τους πολιτικούς δεν έχω δει! Ποτέ δεν σε είδα να κάνεις κάτι γι΄ αυτό, πέραν από το να συζητάς μεγαλοφώνως και μετά να τους ψηφίζεις, μπας και σώσεις το τομάρι σου με καμιά θεσούλα ή καμιά εξυπηρέτηση. Κλέφτικα δηλαδή! Κλέφτης κι εσύ, λοιπόν!.. Ο συνεργάτης του κλέφτη, κλέφτης είναι!..
Οι τσιγγάνοι έχουν κάτι μαγικό. Ζουν μέσα στην κοινωνία, μα χλευάζουν το σύστημα και ακολουθούν ενστικτωδώς την Ελευθερία, ακόμη και με το τίμημα της επιδεικτικής περιθωριοποίησης.

Έπειτα ήρθαν οι μετανάστες. Τρίβανε τα χέρια οι εργοδότες. Φτηνό εργατικό δυναμικό, ανασφάλιστη εργασία. Πέσανε τα μεροκάματα. Το σύστημα τους εκμεταλλεύτηκε επαρκώς. Η κοινωνία της απλής γειτονιάς τους ενσωμάτωσε πλήρως. Το μαγικό σχολείο έκανε πάλι το θαύμα του!
Ξέρεις, το λατρεύω εκείνο το μικράκι που όταν η δύσπιστη μαμά το ρωτά:
«Στο σχολείο έχετε ρωσάκια κι αλβανάκια;»
«Όχι… μόνο παιδάκια!» απαντά το μικράκι!

Ύστερα ήρθε η κρίση. Πήραμε μεταπτυχιακά, διδακτορικά, μα οι δουλειές πια λίγες. Μας έπιασε  ένας κανιβαλισμός για το ποιος θα επικρατήσει πού και αρχίσαμε να υψώνουμε κι άλλα τείχη. Το μεγάλο Εγώ, έναντι του Εσύ, Αυτή, Αυτός. Παλεύουμε να υποβαθμίσουμε ο ένας τον άλλο για να επικρατήσουμε εμείς. Κάποιοι για να ξεφύγουν το φάγωμα,  αποτολμήσανε το μεγάλο βήμα. Μετανάστευση. (Ποτέ δε γλιτώνεις το φάγωμα!) Φύγανε κυρίως προς Γερμανία, που μόνιμα εκτιμά τα νέα, φτηνά εργατικά χέρια. Ο μεγάλος θεούλης τα έφερε βολικά ώστε οι Οικοδεσπότες, που με την ευρωμπότα τους πατάνε την Ελλάδα, να φερθούν όμορφα στον μετανάστη Έλληνα εργάτη που η χώρα μας εξάγει. Ο έξυπνος Έλληνας, πέρασε τα έξυπνα σύνορα της Μέρκελ. Ευτυχώς δεν είναι καλοκαίρι, γιατί αν είχε προλάβει να κάνει τα μπανάκια του κι έφευγε μελαμψός, ίσως τον περνούσαν για Σύριο που προσποιείται τον Έλληνα και δεν του επέτρεπαν την είσοδο στη Μεγάλη Γερμανία. Η εργατιά βέβαια δεν έχει σύνορα. Είναι η παγκόσμια κινητήριος δύναμη αυτού του κόσμου. Δυστυχώς συντηρεί το κεφάλαιο και τα κέρδη του και η παγκοσμιοποίηση της επιτρέπει μόνο πού και πού να θυμάται την πατρίδα της Δίκαιης Μεταχείρισης, εξαγνίζοντας με επαναστατικά τραγούδια -έστω στιγμιαία- την παγκόσμια εκμετάλλευση.

Η μάνα του Έλληνα μετανάστη , έμεινε στο χωριό. Αυτή η Γυναίκα που καίγεται για το αν κουράζεται το παιδί της, αν τρώει καλά, αν κοιμάται, αν στεναχωριέται, αν του λείπει η πατρίδα, αυτή η Μάνα μαγείρευε μήνες για τους πρόσφυγες της Ειδομένης και τώρα προσφέρει στο κέντρο φιλοξενίας στην ταξινόμηση ειδών πρώτης ανάγκης και στη διανομή τους. Τον κάθε ξενιτεμένο τον βλέπει παιδί της. Και ξέρει πως δίνοντας ένα  κομμάτι ψυχής στο άνθρωπο που έχει ανάγκη, κάποιος θα βρεθεί να δώσει ένα κομμάτι δικής του ψυχής στο παιδί της που ‘ναι μακριά.
Κλήση στο Skype. Η ηλικιωμένη Γυναίκα έμαθε να χειρίζεται την νέα τεχνολογία που καταργεί τα σύνορα. Διασχίζει ελεύθερα γεωμετρικά μήκη και πλάτη και φτάνει στο παιδί της. 

Ο Νους ταξιδεύει. Ολoνών. Το κορμί περνά ελέγχους  και στα τελωνεία κόβεται η πορεία του.

Κάνε ένα βήμα πίσω τώρα. Απομακρύνσου αρκετά από την εικόνα και κοίτα το σενάριο από μακριά. Άνθρωποι πηγαινοέρχονται στη σκηνή. Σε πρώτο, δεύτερο ή τρίτο πλάνο. Σπίτια χτίζονται ή γκρεμίζονται. Εταιρείες ιδρύονται ή πτωχεύουν. Χώρες εξοπλίζονται ή αφοπλίζονται. Η Γη πωλείται κι αγοράζεται. Κάτι εφευρίσκεται, κάτι ξεπερνιέται. Σύνορα κλείνουν ή αναπροσδιορίζονται. Οι θεοί των ανθρώπων και το φεγγάρι μόνιμα στη θέση τους. Δεν διαταράσσεται η ηρεμία τους. Ο γαλαξίας ασύνορος, όπως ο Νους.

Πέρα από τα σύνορα, πέρα από το σενάριο της παγκοσμιοποίησης, υπάρχει η Ζωή, που δεν χωρά μέσα σε ιθαγένειες, ταυτότητες, θρησκείες, εθνότητες, σύνορα, περιορισμούς.

Η Ζωή είναι το Αερικό που δε φυλακίζεται και πάντα σε βάζει στον πειρασμό του διλήμματος για να δει αν θα πάρεις το μέρος της ή αν θα μείνεις κομπάρσος που παπαγαλίζει μονολόγους που οι άλλοι του φυτεύουν στο μυαλό.

Η φύση του Ανθρώπου δεν είναι η ζωώδης κτηνωδία του Επιβιώνω επί πτωμάτων, είναι η απάντηση που δίνει το μικράκι:

«Στο σχολείο, στη γειτονιά, στη ζωή έχουμε μόνο παιδάκια»… που σαν μεγαλώσουν είθε να γίνουν Ελεύθεροι Άνθρωποι κυνηγώντας την Ευτυχία πέρα από τα σύνορα κάθε ορατής κι αόρατης φυλακής!...