Πήρε τη λεπτή κούκλα στα χέρια της. Με χειρουργικές κινήσεις έσκισε τα λαστιχένια πόδια και γέμισε τα κενά με συμπιεσμένο βαμβάκι δένοντας τα με γάζες. Με αιχμηρό αντικείμενο έκανε το ίδιο στο σκληρό πλαστικό της κοιλιάς και στα μάγουλα. Την έντυσε με αυτοσχέδιο φόρεμα και καπέλο. Διέκρινε μια παραμόρφωση, μα από απόσταση δικαίωνε την πρόθεσή της. Την έκρυψε στο σάκο της και κατευθύνθηκε στο πολυκατάστημα. Όταν την τοποθέτησε στην πρώτη σειρά πωλήσεων την παρακολουθούσαν μόνο οι κάμερες. Η ασφάλεια μπορούσε να τη συλλάβει αμέσως, όμως στην επίβλεψη του καταστήματος ήταν μία πανέμορφη παχουλή γυναίκα που αστραπιαία θυμήθηκε τους παιδικούς της εφιάλτες. Εμφάνισε στη γιγαντοοθόνη την "πειραγμένη" κούκλα χαμογελώντας βουλιμικά προς όλες τις ζωντανές και ψεύτικες ανορεκτικές κούκλες που στερούνταν ..νοστιμιάς!
Το πιο δυνατό κρασί, είναι αυτό που φτιάχνεις με Υπέρβαση Εαυτού. Μία φορά αν μεθύσει ο Νους, δεν επιστρέφει η Ύπαρξη στις νηφαλιότητες.
Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016
Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016
Έστω ένα σκίρτημα
Είναι από τις στιγμές που δεν είναι προαιρετικό το σκίρτημα. Επιβάλλεται. Η νεκρική σιγή έχει γίνει μελωδία και οι τοίχοι ξεφλουδίζονται απ' το χρώμα τους. Τα γυμνά τούβλα σφυρίζουν πένθιμα εμβατήρια κάποιου μαυροφορεμένου πολέμου που έρχεται. Οι μελλοθάνατοι είναι ήδη νεκροί μέσα στο διαμέρισμά μου. Τους κρατάω ομήρους. Δεν χωρά διαπραγμάτευση. Δε θα ελευθερωθεί ποτέ κανείς. Εδώ θα πεθάνουμε, υπογράφοντας διαθήκη μας το ποίημα κι οι απόγονοι, που νεογέννητοι κλαίνε στην ποδιά της μάνας τους, ανίδεοι ή αθώα υποψιασμένοι για το διακείμενο, θα σκοτωθούν μαχόμενοι ν' αλλάξουν τον κόσμο, με κλαδάκια στα χέρια φοβερίζοντας τον μεγάλο εχθρό που δε χρειάζεται ποτέ να πλησιάσει. Παρακολουθεί από μακριά την παλικαρίσια ζεμπεκιά μας. Πετά γαρύφαλλα στο σαλόνι μας δι' αντιπροσώπου και χειροκροτεί το θάρρος μας να χορεύουμε πάνω από τους νεκρούς που δεν καταφέραμε να σώσουμε, καλοπιάνοντάς τους έστω να μάς καλωσορίσουν στο κατευόδιο. Σάς ερχόμαστε.
Είναι από τις στιγμές που δεν είναι προαιρετικό, μα επιβάλλεται. Έστω ένα σκίρτημα. Σηκώνομαι ν' ανοίξω το παράθυρο. Το σκοτάδι πηχτό, αντιστέκεται. Σφυρίζει ένα μυρμήγκιασμα επώδυνης απώλειας. Με σημαδεύει με την κάννη της σκιάς ενός όπλου. Σκιά κι εγώ. Σκοτώνομαι. Λευτερώνονται οι όμηροι για να ξαναπεθάνουν λίγο αργότερα, σαν επίλογος ενός ποιήματος που γράφεται και ξαναγράφεται, όπως η ανθρώπινη ιστορία που επιμένει να γεμίζει σελίδες εμπόλεμης ζωής κι ας σε κάθε κεφάλαιο υπόσχεται πως την επόμενη φορά θα πολεμήσει μόνο για την Ευτυχία.
Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016
Μάχη
Είναι αυτά τα μακριά μαλλιά μου που προκαλούν τον άνεμό σου να φυσήξει μέσα στις τούφες τους μπλέκοντάς τα ακόμη περισσότερο με τις ανάσες σου. Δεν επιδιώκω να ξεμπλέξω. Πιο πολύ να τυλιχτώ θέλω. Μέσα σου. Ένας βρόγχος που σε πνίγει και ταυτόχρονα κλείνει το κύκλωμά σου, κάνει το ρεύμα σου να φωταγωγεί τον εγκέφαλο και σε εκτοξεύει έξω από τον εαυτό σου. Γεφυρώνεις στον ουρανό τα πυροτεχνήματά σου με τα δικά μου. Καλύπτεις το σύμπαν. Τα γυναικεία βεγγαλικά του μυαλού μου διαπερνούν τις αστραπές σου σκίζοντας το σκοτάδι της σιωπής που επικρατεί πριν το μεγάλο ξέσπασμα. Θα το γιορτάσουμε απόψε. Μόνοι όπως πάντα. Εγώ κι Εσύ. Αγριεμένα λιοντάρια που στην μανία του Έρωτα διεκδικούν ο ένας όλα τα κομμάτια του άλλου. Όλη η ένταση κλεισμένη στο κελί μας, που μετριέται ίσα με δύο ανάσες μήκος και πλάτος. Το ύψος του, όσο ο Θεός σου και η Αθεΐα μου συναθροιζόμενα. Τρίζεις τα δόντια σου. Ηγεμονικό αρσενικό που απαιτεί την υποταγή μου. Τρίζω τα θεμέλια του σύμπαντος. Κυριαρχική γυναίκα που απαιτεί σεβασμό. Στους κροτάφους κροταλίζουν οι φλέβες. Η συμπυκνωμένη ένταση εκτονώνεται. Ακαριαία εκτοξεύονται οι φλέβες σαν φίδια και δαγκώνουν το λαιμό στο πιο ευαίσθητο σημείο του. Αμοιβαία. Ίδιο θανατηφόρο χτύπημα. Σαν να σπουδάσαμε Επίθεση στο ίδιο στρατόπεδο. Σου το είχα πει "Αν ήμουν Άντρας, θα ήθελα να ήμουν Εσύ." Το πέρασες σαν στίχο μιας ποιητικής μου υπερβολής. Τώρα που έχω μάθει να πολεμάω σαν κι Εσένα, κατανοείς τον τρόπο που σε διδάσκομαι... τόσο καιρό μαζί σου.
Τρυφερό βρεφάκι αυτό το Μαζί και έχει μάθει να σκοτώνει, να καίει τα ίχνη, να θάβει τα φεγγάρια και τα νεκρά μας σώματα, να χορεύει πάνω στους τάφους μας, με τους κροτάφους του ιδρωμένους από το μακελειό και πάντα πριν το ξημέρωμα να μάς ξεθάβει από τα σπλάχνα της γης, νεκρούς τον έναν μέσα στον άλλο, συναρμολογεί τα κύτταρά μας, πάντα μπερδεύοντας κάποια δικά μου με μερικά δικά σου, ώστε στην επόμενη μάχη σκοτώνοντάς με να σκοτώνεις κάτι δικό σου, σκοτώνοντάς σε να σκοτώνω κάτι δικό μου και καθώς πεθαίνουμε πριν προλάβουμε ν' αρθρώσουμε ούτε μία λέξη να αγκαλιαζόμαστε, γιατί μόνο Μαζί μπορούμε να νικήσουμε όλους τους θανάτους που κρύβει ο Έρωτας.
--------------------------------------------
Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016
Δύο Κόσμοι
Στον δυτικό κόσμο
δεν άρεσε τούτο το ποίημα.
Δεν τους άρεσα
ούτε κι εγώ.
Με δίπλωσαν στα τέσσερα
στα οχτώ
και με στρίμωξαν στη μασχάλη
του ποιήματος
οδηγώντας μας στην εξώπορτα.
Συνεχίστηκε ο διαγωνισμός
αναζητώντας από τα εκατό
από τα χίλια
από τις δεκάδες χιλιάδες
το Ένα
το Καλύτερο
το Μοναδικό.
Επιστρέφοντας στον εαυτό μου
με ξαναδιάβασα
με ξαναέγραψα
τραγούδησα το στίχο μου
με χόρεψα ως τη διχάλα του διλήμματος
ως τον αντιπερισπασμό ενός ξεσπάσματος
ως το α μπε μπα μπλομ της ζωής μου
ως το σύνορο που χωρίζει
το δυτικό κόσμο
από τους ινδιάνους,
τις φυλές των νέγρων
τις φυλές του Αμαζονίου.
Χόρεψα ήρεμα
μ' ένα κροτάλισμα στα κόκκαλά μου
σαν να θέλω να αποδιώξω απ' το σώμα μου
το φόβο και την ανασφάλεια
του δυτικού ανθρώπου.
Να αποδιώξω το κόμπιασμα του ποιήματος
που βγαίνει στο σφυρί.
Στην άγρια γη
δε γράφουν ποιήματα
γιατί δεν υπάρχουν οθόνες
ούτε διαγωνισμοί
ούτε εκδόσεις.
Κατευθείαν τραγουδιέται ο στίχος
μ' έναν καλπασμό ψυχής
που οδηγεί το ποτάμι στο σύννεφο
και τον νεκρό στην αναγέννηση.
Χορεύοντας έφτασα στη διχάλα του Υ
κι ένιωσα πως Υπάρχω
σαν καθετί πολύτιμο μέσα σε Όλα.
Καθετί που από μόνο του είναι
το Ένα
το Καλύτερο
το Μοναδικό
χωρίς να χρειάζεται να το αποδείξει.
Κι έτσι άρχισα να αρέσω
στον Εαυτό μου
κι έκοψα τη συνήθεια
να γράφω ποιήματα για ν' αρέσουν!
:))
δεν άρεσε τούτο το ποίημα.
Δεν τους άρεσα
ούτε κι εγώ.
Με δίπλωσαν στα τέσσερα
στα οχτώ
και με στρίμωξαν στη μασχάλη
του ποιήματος
οδηγώντας μας στην εξώπορτα.
Συνεχίστηκε ο διαγωνισμός
αναζητώντας από τα εκατό
από τα χίλια
από τις δεκάδες χιλιάδες
το Ένα
το Καλύτερο
το Μοναδικό.
Επιστρέφοντας στον εαυτό μου
με ξαναδιάβασα
με ξαναέγραψα
τραγούδησα το στίχο μου
με χόρεψα ως τη διχάλα του διλήμματος
ως τον αντιπερισπασμό ενός ξεσπάσματος
ως το α μπε μπα μπλομ της ζωής μου
ως το σύνορο που χωρίζει
το δυτικό κόσμο
από τους ινδιάνους,
τις φυλές των νέγρων
τις φυλές του Αμαζονίου.
Χόρεψα ήρεμα
μ' ένα κροτάλισμα στα κόκκαλά μου
σαν να θέλω να αποδιώξω απ' το σώμα μου
το φόβο και την ανασφάλεια
του δυτικού ανθρώπου.
Να αποδιώξω το κόμπιασμα του ποιήματος
που βγαίνει στο σφυρί.
Στην άγρια γη
δε γράφουν ποιήματα
γιατί δεν υπάρχουν οθόνες
ούτε διαγωνισμοί
ούτε εκδόσεις.
Κατευθείαν τραγουδιέται ο στίχος
μ' έναν καλπασμό ψυχής
που οδηγεί το ποτάμι στο σύννεφο
και τον νεκρό στην αναγέννηση.
Χορεύοντας έφτασα στη διχάλα του Υ
κι ένιωσα πως Υπάρχω
σαν καθετί πολύτιμο μέσα σε Όλα.
Καθετί που από μόνο του είναι
το Ένα
το Καλύτερο
το Μοναδικό
χωρίς να χρειάζεται να το αποδείξει.
Κι έτσι άρχισα να αρέσω
στον Εαυτό μου
κι έκοψα τη συνήθεια
να γράφω ποιήματα για ν' αρέσουν!
:))
Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016
Μολύβι
Βιβλίο "πόνος στην πλάτη", εκδόσεις Άνω Τελεία, 2024
Πεθύμησα τη μύτη του μολυβιού
που κάρφωνε στο στόμα τη λέξη
πίεζε την τελεία
κι έσταζε αίμα στο χαρτί
η αλήθεια.
Τεντωνόταν στο φεγγάρι
σαν δάχτυλο
κι έδειχνε τους φυλακισμένους
με μολύβια κλειδιά
να δραπετεύουν σαν πουλιά
προς το άπειρο
ακολουθώντας σχεδιασμένες με το χέρι
τροχιές πλανητών
μιας τυχαίας που έμοιαζε διαδρομής
όπως ώρες ώρες λικνίζεται λες τυχαία
η σκέψη
στην άπνοια μιας απόγνωσης
ή στην πνοή μιας ευτυχίας
κι όμως τίποτε τυχαίο σ' αυτό το σύμπαν
όλα κινούνται ορμώμενα
από εκείνη τη βαθιά μοναξιά
του γράφοντος
που γράφει θα πεις
μα αυτός ζωγραφίζει
με το παράπονο του παιδιού
τρέμοντας πάνω σε λέξεις
σκαλωσιές
να φτάσει προσπαθώντας
τον εαυτό του
και να ξαπλώσει πάνω στο σκίτσο
της προσωπογραφίας του
που σχεδιασμένο στέκει στο βάθος
στο ύψος της μοναξιάς
περιμένοντας το μολύβι να πατήσει ξανά
το περίγραμμά του
μην σβηστούν με το χρόνο
τα ίχνη που οδηγούν πίσω
-ή μήπως μπροστά;-
στην παιδικότητα.
Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016
Νεράιδα κάποιων Χριστουγέννων ενός μέλλοντος κοντινού
σκαρφαλώνει στο γυμνό της πέλμα,
τυλίγεται στον αστράγαλό της
αναβάλλει την ευθυγράμμισή του
με τον προορισμό του ταξιδιώτη,
γκρεμίζει τις γεωγραφίες,
θυσιάζει τη σταθερότητά του
και κολλά στο δέρμα της
σαν λωρίδα από αρχαίο σανδάλι
τα πόδια της να προστατεύσει
από τις εκδορές
κι όμως Εκείνη είναι ταγμένη
να σπείρει αίμα
στους κάμπους της ανθρωπότητας
φυτεύοντας στο τσιμέντο
την κραυγή του δέντρου
την πληγή του ζώου που αφανίζεται
και τη γνώση της ζωής που λησμονήσαμε
για να κατακτήσουμε
όσα μάς κατέκτησαν.
-Κάθε άνθρωπος
ένα δέντρο κομμένο
σύρριζα
απονευρωμένος
χριστουγεννιάτικα στολίζει
ένα σαλόνι ή ένα δρόμο
με στόμα νεκρό
συγχρονίζει τα χείλη
στην επανάληψη των ηχείων
σε κάλαντα
και ευχές
που δεν εκπληρώνονται
ποτέ-
Ο χωματόδρομος μ' όλες τις μνήμες του
αγκιστρώνει τη μία του άκρη
στο σώμα της
και με την άλλη εισχωρεί αυθάδικα
στο κέντρο της πόλης
κάτω από τα πόδια των ανάπηρων παιδιών
που τρέχουν μόνο καθήμενα.
Ρυθμίζει τα χιλιόμετρά του
στην ταχύτητα ενός κυλιόμενου διαδρόμου
που γεφυρώνει το παρόν
με κείνα τα ελεύθερα χρόνια
που η Παιδικότητα σήκωνε τις πέτρες
απ' το σώμα της γης
συντάρασσε την αλήθεια των μεγάλων
και τα νερά σ' όλες τις λίμνες
ξυπνούσε τα τέρατα των μύθων
ζωντανέυοντας τον πλανήτη
απ' άκρη σ' άκρη
μ΄ έναν πυρετό θαυμαστής επινόησης.
Στο τελείωμα αυτού του δρόμου
το μέτωπο της πυρακνωμένο
λάμπει σαν φάρος
στο επιμύθιο αυτού του κόσμου.
Γητεύοντας τις αρχαίες διαδρομές
καλεί με θροΐσματα
τα δυσκίνητα παιδιά
αυτής, της σημερινής,
άγριας
προβλέψιμα εορταστικής
και ελεγχόμενης δυσκαμψίας
του Νου.
Περιμένει μετρώντας αντίστροφα
στα δάχτυλα ενός νεογέννητου βρέφους
που δεν θα δοξαστεί
παρά μόνο αν δραπετεύσει από την ιστορία.
Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016
Αδιέξοδο
κλειδωμένη εκτός
με το όνομά της μαζί
την ψυχή της χώρια
δυσκολευόταν να ορίσει
το χώρο και τη διάρκεια
μπέρδευε την παιδική της ηλικία
με την ενηλικίωση
τα πλαστικά κλειδιά
των κουκλόσπιτων
με τα μεταλλικά του σπιτιού,
του αυτοκινήτου,
του γραφείου της.
Έμενε ώρες νηστική
στο κενό ανάμεσα στο Είμαι
και στο Γίνομαι
λιπόθυμη με το ένα πόδι στον αέρα
σαν για σάλτο
ή τιμωρία
κι ο χρόνος τη χτυπούσε στον ώμο
της διέλυε την ισορροπία
της σήκωνε το φουστάνι
κοροϊδεύοντας όλα της τα είδωλα
σ' όλες τις χρονικές στιγμές
που πέρασαν
και που θα 'ρθουν
κι εκείνη κλαίγοντας
θρεφόταν με αλάτι και νερό
κι άρχιζε να κολυμπά μέσα της
ο θάνατος
κρατώντας στα δόντια του τα κλειδιά της
τα πλαστικά
και τ' από μέταλλο
κλειδώνοντάς την ακόμη πιο εντός
κι ακόμη πιο εκτός
αναγκάζοντάς τη να
ή να μην.
Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016
Σπιτάκι
Θέλω ένα σπίτι μικρό
να χωρέσουμε τις αμέτρητες ζωές μας
να πέφτω πάνω σου στο χωλ
να στριμωχνόμαστε στην κουζίνα
ο καφές μου να αδειάζει στην κούπα σου
με τα χείλη σου να πίνουμε και οι δύο
με ένα πιρούνι να τσιμπάμε τα γεύματα
από ένα πιάτο
σε μία καρέκλα καθισμένοι
με ένα χέρι να μάς ταϊζεις
με το άλλο να με κρατάς
μην πέσω
και να φτάνουν οι ευτυχίες
να χορτάσουν όλη την ανθρωπότητα
που πεινά - πίστεψέ με- για αγκαλιά.
Κι όταν βραδιάζει
να βλέπουμε ταινίες
ξαπλωμένοι στον καναπέ
ο ένας μέσα στο σώμα του άλλου
γιατί ο υλικός χώρος στενεύει, Μωρό μου,
μόνο η απεραντοσύνη της Συνύπαρξης
μάς χωρά.
Και το σενάριο δε θα χωρά στην μικρή οθόνη
θα στρέφομαι στα μάτια σου
να δω την αλήθεια των διαλόγων
και δε θα ρωτάω αν μ' αγαπάς
θα το διαισθάνομαι
όπως όταν μοσχομυρίζουν τα λίγα τετραγωνικά μας
απ' το μαγειρεμένο φαγητό
που πριν το δοκιμάσεις
ξέρεις πόσο νόστιμο είναι.
Θέλω ένα σπίτι μικρό
με ένα μπαλκόνι που δε φράσσεται από τείχη
να ταξιδεύει ο νους μας
πιο πέρα από το σώμα
να σε παιδεύω μέσα σε ορειβασίες
καθώς λαχανιάζεις να κρεμάσεις
τις ιδρωμένες στιγμές μας
στην πιο φωτεινή συστοιχία του Σύμπαντος
με όλα τα έτη φωτός ασημαντότητες
μπροστά στο αιώνιο στιγμιότυπο
της πιο ευτυχισμένης φωτογραφίας μας.
Θέλω ένα σπίτι μικρό
με ένα μόνο κλειδί
χωρίς αντικλείδι
στο σχήμα που αποκτούν τα σώματά μας
όταν ενώνονται και γεννούν γαλαξίες.
-----------------------------------------------------
να χωρέσουμε τις αμέτρητες ζωές μας
να πέφτω πάνω σου στο χωλ
να στριμωχνόμαστε στην κουζίνα
ο καφές μου να αδειάζει στην κούπα σου
με τα χείλη σου να πίνουμε και οι δύο
με ένα πιρούνι να τσιμπάμε τα γεύματα
από ένα πιάτο
σε μία καρέκλα καθισμένοι
με ένα χέρι να μάς ταϊζεις
με το άλλο να με κρατάς
μην πέσω
και να φτάνουν οι ευτυχίες
να χορτάσουν όλη την ανθρωπότητα
που πεινά - πίστεψέ με- για αγκαλιά.
Κι όταν βραδιάζει
να βλέπουμε ταινίες
ξαπλωμένοι στον καναπέ
ο ένας μέσα στο σώμα του άλλου
γιατί ο υλικός χώρος στενεύει, Μωρό μου,
μόνο η απεραντοσύνη της Συνύπαρξης
μάς χωρά.
Και το σενάριο δε θα χωρά στην μικρή οθόνη
θα στρέφομαι στα μάτια σου
να δω την αλήθεια των διαλόγων
και δε θα ρωτάω αν μ' αγαπάς
θα το διαισθάνομαι
όπως όταν μοσχομυρίζουν τα λίγα τετραγωνικά μας
απ' το μαγειρεμένο φαγητό
που πριν το δοκιμάσεις
ξέρεις πόσο νόστιμο είναι.
Θέλω ένα σπίτι μικρό
με ένα μπαλκόνι που δε φράσσεται από τείχη
να ταξιδεύει ο νους μας
πιο πέρα από το σώμα
να σε παιδεύω μέσα σε ορειβασίες
καθώς λαχανιάζεις να κρεμάσεις
τις ιδρωμένες στιγμές μας
στην πιο φωτεινή συστοιχία του Σύμπαντος
με όλα τα έτη φωτός ασημαντότητες
μπροστά στο αιώνιο στιγμιότυπο
της πιο ευτυχισμένης φωτογραφίας μας.
Θέλω ένα σπίτι μικρό
με ένα μόνο κλειδί
χωρίς αντικλείδι
στο σχήμα που αποκτούν τα σώματά μας
όταν ενώνονται και γεννούν γαλαξίες.
-----------------------------------------------------
Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016
Θέα απ το παράθυρο ενός ποιητή
Προκλητικά σεμνή
κι αδικαιολόγητα μόνη
σαν Ιστορία ενός ασήμαντου γεγονότος
που έγινε μύθος
μέσα σε λέξεις καθημερινές
που όλοι τις προφέρουν
μα κανείς δε θυμάται το αληθινό τους νόημα
και το σκοπό τους.
Τυλιγμένη με μία ρόμπα
ξεσκονίζει τα παγκάκια της πλατείας
από την απουσία των ερωτευμένων
χαράματα
πριν ο ποιητής γράψει το σημερινό του ποίημα
εκείνη έχει προλάβει να σκαλίσει
χαϊκού με τα μικρά της βήματα
σ' όλα τα παρτέρια
για τα μάτια των αστέγων
που σε λίγο θα ξυπνήσουν
παγωμένοι από ένα θάνατο
για να φιλοξενηθούν
στη στροφή κάποιου ποιήματος
που θα βραβευτεί για τη μαεστρία του
καθώς ο ποιητής πίσω από το τζάμι
ατενίζει το αχανές ανθισμένο νεκροταφείο
και αποτυπώνει αλήθειες
που γίνονται μύθοι
μέσα σε στίχους
που όλοι θα τους προφέρουν
μα κανείς δε θα υποψιάζεται το αληθινό τους νόημα
και το σκοπό τους.
Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016
Ένα ακόμη πριν και μετά, κάποιου θανάτου
Γαντζωμένη από
μια φλύαρη νεκρική νηνεμία
διεκδικώ μνημείο αγνώστου ποιητή
πάνω στο διαμελισμένο μου στίχο.
Εξαφανίζω τα ίχνη της πραγματικότητας
ταχυδακτυλουργικά ανταλλάσσοντας
από το ένα χέρι στο άλλο
οργανική μου μ’ ανόργανη ύλη
εκτός από μία παλλόμενη σταγόνα
παιδικού μου ιδρώτα
από παιχνίδι ζωής θανάτου…
Σταγόνα
που θα βοηθήσει τον αναστημένο μου εαυτό
να με ξαναβρεί
αν με ζητήσει
και να με κυνηγήσει
αν του ξεφύγω ξανά.
Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016
Εσωστρέφεια
Στο ανθρώπινο μάτι
μοιάζω πλήρης κι άρτια
να κυριαρχώ στις αγέλες μου
σκαρφαλώνοντας με άνεση
στον πρώτο όροφο του γραφείου μου
στον τρίτο όροφο του σπιτιού μου
στο ρετιρέ της ζωής μου
ορειβατικά ανεβαίνοντας στο σύννεφο
κι όμως πάντα βρίσκομαι καθισμένη
στο πεζοδρόμιο ενός υψιπετή γκρεμού
με σκυμμένο εαυτό
να ενορχηστρώνω μέσα μου
την υπαρξιακή μου μουσική
μελωδική μου κλίμακα
από τον ανθρώπινο ως το θείο εαυτό μου
και ζητιανεύω από τους αγγέλους
ένα ψήγμα ουρανού
στο απλωμένο προς τον παράδεισο καπέλο μου
γνωρίζοντας καλά
πως ο Θεός που μ' αφουγκράζεται
νανουρίζεται άπειρος
μέσα μου.
Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016
Ένα παραμύθι για μεγάλους (Δανεική ιστορία)
Μια μέρα
εμφανίστηκε σε ένα χωριό ένας άνδρας με γραβάτα. Ανέβηκε σε ένα παγκάκι και
φώναξε σε όλο τον τοπικό πληθυσμό ότι θα αγόραζε όλα τα γαϊδούρια που θα του
πήγαιναν, έναντι 100 ευρώ και μάλιστα μετρητά.
Οι ντόπιοι
το βρήκαν λίγο περίεργο, αλλά η τιμή ήταν πολύ καλή και όσοι προχώρησαν στην
πώληση γύρισαν σπίτι με το τσαντάκι γεμάτο και το χαμόγελο στα χείλη.
Ο άνδρας με
τη γραβάτα επέστρεψε την επόμενη μέρα και πρόσφερε 150 ευρώ για κάθε απούλητο
γάιδαρο, κι έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι πούλησαν τα ζώα τους.
Τις
επόμενες ημέρες προσέφερε 300 ευρώ για όσα ελάχιστα ζώα ήταν ακόμα απούλητα με
αποτέλεσμα και οι τελευταίοι αμετανόητοι να πουλήσουν τα γαϊδούρια τους.
Μετά
συνειδητοποίησε ότι στο χωριό δεν έμεινε πια ούτε ένας γάιδαρος και ανακοίνωσε
σε όλους ότι θα επέστρεφε μετά από μια εβδομάδα για να αγοράσει οποιοδήποτε
γάιδαρο έβρισκε έναντι . 500 ευρώ!! Και αποχώρησε.
Την επόμενη
μέρα ανέθεσε στον συνέταιρό του το κοπάδι των γαϊδάρων που είχε αγοράσει και
τον έστειλε στο ίδιο χωριό με εντολή να τα πουλήσει όλα στην τιμή των 400 ευρώ
το ένα.
Οι κάτοικοι
βλέποντας την δυνατότητα να κερδίσουν 100 ευρώ την επόμενη εβδομάδα, αγόρασαν
ξανά τα ζώα τους 4 φορές πιο ακριβά από ότι τα είχανε πουλήσει, και για να το
κάνουν αυτό, αναγκάστηκαν να ζητήσουν δάνειο από την τοπική τράπεζα.
Όπως
φαντάζεστε, μετά την συναλλαγή οι δύο επιχειρηματίες έφυγαν διακοπές σε έναν
φορολογικό παράδεισο της Καραϊβικής, ενώ οι κάτοικοι του χωριού βρέθηκαν
υπερχρεωμένοι, απογοητευμένοι, και με τα γαϊδούρια στην κατοχή τους που δεν
άξιζαν πλέον τίποτα.
Φυσικά οι
αγρότες προσπάθησαν να πουλήσουν τα ζώα για να καλύψουν τα χρέη. Μάταια. Η αξία
τους είχε πατώσει. Η τράπεζα λοιπόν κατάσχεσε τα γαϊδούρια και εν συνεχεία τα
νοίκιασε στους πρώην ιδιοκτήτες τους.
Ο
τραπεζίτης όμως πήγε στον δήμαρχο του χωριού και του εξήγησε ότι εάν δεν
ανακτούσε τα κεφάλαια που είχε δανείσει θα κατέρρεε και αυτός, και κατά
συνέπεια θα ζητούσε αμέσως το κλείσιμο της ανοικτής πίστωσης που είχε με τον
δήμο.
Πανικόβλητος
ο δήμαρχος και για να αποφύγει την καταστροφή, αντί να δώσει λεφτά στους
κατοίκους του χωριού για να καλύψουν τα χρέη τους, έδωσε λεφτά στον τραπεζίτη,
ο οποίος παρεμπιπτόντως . ήταν κουμπάρος του δημοτικού συμβούλου.
Δυστυχώς
όμως ο τραπεζίτης αφού ανέκτησε το κεφάλαιό του, δεν έσβησε το χρέος των
κατοίκων, και ούτε το χρέος του δήμου, ο οποίος φυσικά βρέθηκε ένα βήμα πριν
την πτώχευση.
Βλέποντας
τα χρέη να πολλαπλασιάζονται και στριμωγμένος από τα επιτόκια, ο δήμαρχος
ζήτησε βοήθεια από τους γειτονικούς δήμους. Αυτοί όμως του έδωσαν αρνητική
απάντηση, γιατί όπως του είπαν είχαν υποστεί την ίδια ζημιά με τους δικούς τους
γαιδάρους!!...
Ο
τραπεζίτης τότε έδωσε στον δήμαρχο την «ανιδιοτελή» συμβουλή / οδηγία να
μειώσει τα έξοδα του δήμου: λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για το νοσοκομείο
του χωριού, για την δημοτική αστυνομία, κατάργηση των κοινωνικών προγραμμάτων,
της έρευνας, μείωση της χρηματοδότησης για καινούρια έργα υποδομών. Αυξήθηκε η
ηλικία συνταξιοδότησης, απολύθηκαν οι περισσότεροι υπάλληλοι του δημαρχείου,
έπεσαν οι μισθοί και αυξήθηκαν οι φόροι.
Ήταν έλεγε
αναπόφευκτο, αλλά υποσχόταν με αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές «να βάλει τάξη
στη λειτουργία του δημοσίου, να βάλει τέλος στις σπατάλες» και να .
ηθικοποιήσει το εμπόριο των γαϊδάρων.
Η ιστορία
άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα όταν μαθεύτηκε πως οι δυο επιχειρηματίες και ο
τραπεζίτης είναι ξαδέρφια και μένουν μαζί σε ένα νησί κοντά στις Μπαχάμες, το
οποίο και αγόρασαν . με τον ιδρώτα τους. Ονομάζονται οικογένεια
Χρηματοπιστωτικών Αγορών, και με μεγάλη γενναιότητα προσφέρθηκαν να
χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία των δημάρχων των χωριών της περιοχής.
Σε κάθε
περίπτωση η ιστορία δεν έχει τελειώσει γιατί κανείς δεν γνωρίζει τι έκαναν μετά
οι αγρότες. Εσύ τι θα έκανες στην θέση τους? Τι θα κάνεις εσύ?
(Μετάφραση
από το ιταλικό κείμενο το οποίο ήταν μετάφραση του γαλλικού και πάει
λέγοντας.
Φυσικά τα
κείμενα αυτά είναι μεταφρασμένα σε όλες τις γλώσσες γιατί ως γνωστό στην
ιστορία αυτή εμπλέκονται επιχειρηματίες, τραπεζίτες, δημοτικές αρχές και
φουκαράδες χωρικοί όλου του κόσμου καθώς όλος ο πλανήτης υπόκειται στους
«κανόνες της αγοράς» . των γαιδάρων.)
Φυσικά
οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική
!!!!
Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016
Δευτέρα
Photo of Dani Olivier. I found it here:
http://www.boredpanda.com/woman-portraits-light-stripes-patterns-shadow-photography-dani-olivier/
Δευτέρα
σήμερα και το δευτεριάτικο κουστούμι στ' άπλυτα. Τί θα φορέσεις για την
αποψινή σου απόπειρα; Βράδιασε ήδη και ακόμη γυμνή περιφέρεται η ζωή σου στους
διαδρόμους των αποφάσεων. Κι αν πεθάνεις γυμνή, ποιος άραγε θα θυμάται τη γεωγραφία της ζωής σου για να ταυτοποιήσει το θάνατό σου με σένα;
Μάλλον δεν είναι καλή μέρα για
τελεσίδικες αποφάσεις η Δευτέρα. Χωρά ολόκληρη σε ένα κορμί ατελούς ποιήματος που
αμφιλεγόμενο ταλαντεύεται πάντα ανάμεσα στο συμβολισμό και στην κυριολεξία,
μεταμορφώνοντας τα κουστούμια του σε γεγονότα ζωής που μία μαζεύουν στο πλύσιμο
και μία ξεχειλώνουν φορεμένα!
Κι ο Θάνατος, ένα κουμπί κι αυτός στο φόρεμα της Ζωής σου, απαραίτητο για να εφαρμόσει το ύφασμα θεϊκά πάνω στο Υπάρχω αυτής της Δευτέρας.
Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016
2.500 χρόνια συνύπαρξης με τον Άνθρωπο
Την φωτογραφία του γεράκου (Θεού) δανείστηκα από εδω:
http://antonis-bultadakis.blogspot.gr/2016/10/blog-post_25.html
Βιβλίο "Δύσκολη Υιοθεσία", Εκδόσεις λεξίτυπον, 2018
Στο στριφογύρισμα του χρόνου
στην πλατεία με τις φυτεμένες εμπειρίες
συνάντησα τον γεράκο
καμπουριαστό να σηκώνει στην πλάτη
τα εγκλήματα της ιστορίας
μη μπορώντας να ανατρέψει το αποτέλεσμα
της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου.
Ο μεγάλος πατέρας
συρρικνωμένος στο ρυτιδιασμένο προφίλ του
φτωχός από θαύματα
κάθισε δίπλα στην αγωνία μου
και προσπάθησε να υπερασπιστεί τον κάθε αμαρτωλό
που στην εκπνοή του χρόνου ζωής του
πρόλαβε και μετανόησε.
Δε μου έφτανε η μετάνοια.
Άνοιξα την τσάντα μου.
Του έδειξα μία φωτογραφία που κλαίει
μία παιδική ζωγραφιά που τρέχει να ξεφύγει
μία πεινασμένη παιδική κούκλα που τρώει τον εαυτό της.
Του διηγήθηκα ζωές παιδιών
απ' όπου λείπει ο θεός
και κυριαρχεί η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
Του έδειξα τα παρτέρια της πλατείας
με τ' ακρωτηριασμένα παιδικά σώματα και τις ψυχές
που μεγαλώνουν μα δύσκολα ανθίζουν.
Την ώρα που ήταν να γύρει στην αγκαλιά μου
συντετριμμένος μπρος στα κομμένα λουλούδια
ακούστηκε η σειρήνα ενός ασθενοφόρου
μισθωμένου από το Ίδρυμα Εγκλεισμού Ηλικιωμένων
που πάσχουν από άρνηση αποδοχής της αλήθειας.
Δεν πρόλαβε να ρίξει ούτε ένα δάκρυ
να ποτίσει τις ρίζες των κακοποιημένων.
Φορτωμένος την καμπούρα του
ανέβηκε στο ασθενοφόρο
δέχθηκε την ενδοφλέβια ουσία λήθης
και άρχισε να ξεχνά
τα 2.500 χρόνια συνύπαρξής του με τον Άνθρωπο.
στην πλατεία με τις φυτεμένες εμπειρίες
συνάντησα τον γεράκο
καμπουριαστό να σηκώνει στην πλάτη
τα εγκλήματα της ιστορίας
μη μπορώντας να ανατρέψει το αποτέλεσμα
της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου.
Ο μεγάλος πατέρας
συρρικνωμένος στο ρυτιδιασμένο προφίλ του
φτωχός από θαύματα
κάθισε δίπλα στην αγωνία μου
και προσπάθησε να υπερασπιστεί τον κάθε αμαρτωλό
που στην εκπνοή του χρόνου ζωής του
πρόλαβε και μετανόησε.
Δε μου έφτανε η μετάνοια.
Άνοιξα την τσάντα μου.
Του έδειξα μία φωτογραφία που κλαίει
μία παιδική ζωγραφιά που τρέχει να ξεφύγει
μία πεινασμένη παιδική κούκλα που τρώει τον εαυτό της.
Του διηγήθηκα ζωές παιδιών
απ' όπου λείπει ο θεός
και κυριαρχεί η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
Του έδειξα τα παρτέρια της πλατείας
με τ' ακρωτηριασμένα παιδικά σώματα και τις ψυχές
που μεγαλώνουν μα δύσκολα ανθίζουν.
Την ώρα που ήταν να γύρει στην αγκαλιά μου
συντετριμμένος μπρος στα κομμένα λουλούδια
ακούστηκε η σειρήνα ενός ασθενοφόρου
μισθωμένου από το Ίδρυμα Εγκλεισμού Ηλικιωμένων
που πάσχουν από άρνηση αποδοχής της αλήθειας.
Δεν πρόλαβε να ρίξει ούτε ένα δάκρυ
να ποτίσει τις ρίζες των κακοποιημένων.
Φορτωμένος την καμπούρα του
ανέβηκε στο ασθενοφόρο
δέχθηκε την ενδοφλέβια ουσία λήθης
και άρχισε να ξεχνά
τα 2.500 χρόνια συνύπαρξής του με τον Άνθρωπο.
Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016
Η πρόσκληση
Και πάλι δεν είμαι εγώ. Και πάλι φορώ το πουκάμισο με τα τεράστια μανίκια και τεντώνω τα χέρια να βγουν τα δάχτυλα από τις άκρες, να φτάσουν το μαχαίρι ή το μολύβι, να χαράξουν σύνθημα ελευθερίας ή βοήθειας προς τους περαστικούς... αυτούς τους απελπισμένους ναυαγούς που σεργιανίζουν τα πνιγμένα κορμιά τους στα πεζοδρόμια της μαύρης θάλασσας των αγνοουμένων της Ζωής.
Κοιτάζω το εκκρεμές που στέκεται ακίνητο στο μέγιστο της ταλάντωσής του κρατώντας βαθιά αναπνοή στα χείλη του χρόνου που παγώνει σ' αυτόν τον χειμώνα των ναρκωμένων ανθρώπων. Σ' αυτό το νεκρό δευτερόλεπτο κατανοώ πως δεν μπορεί να με σώσει κανείς. Όλοι οι νεκροί χοροπηδούν πάνω στα πλακάκια με τα σκορπισμένα κόλλυβα και λαχανιάζουν να προλάβουν τις προθεσμίες για να εξοικονομήσουν λίγο χρόνο να ζήσουν την αγωνία του θανάτου τους. Πολυτέλεια να βιώνεις την αγωνία του θανάτου. Σημαίνει πως έχεις χρόνο Ελεύθερο. Σημαίνει πως η Ψυχή σου πετά Ελεύθερη πάνω από το χλωμό φεγγάρι που κείτεται νεκρό στο φέρετρο του ουρανού χιλιετίες τώρα.
Κοιτάζω από το παράθυρο με τα κάγκελα. Στα τρύπια μάτια υπάρχουν κρεμασμένα post it που υπενθυμίζουν το πεπερασμένο της ζωής. Τα ξυπνητήρια και οι καμπάνες προειδοποιούν για κάτι Μεγάλο που έρχεται. Δώστε μου κι εμένα μία πρόσκληση στο χέρι. Μην μ' αφήνετε έξω από τη γιορτή. Τεντώνω τα χέρια να βγουν από τα πελώρια μανίκια αυτού του λευκού πουκάμισου. Δεν μου έμεινε άλλο μπόι. Το έριξα όλο στην παιδική μου ηλικία. Τώρα μόνο συρρικνώνομαι και μου πλέουν τα ρούχα, καθώς το κορμί μου χάνεται στα ρεύματα της θάλασσας αυτής της στείρας πόλης και η Ψυχή μου βυθίζεται στον ωκεανό της αναζήτησης.
Σας παρακαλώ πάρτε εσείς το ψαλίδι που στέκει με το στόμα ανοιχτό και δεν τολμά να κόψει το νήμα, και κόψτε μου το παραπανίσιο ύφασμα που κρύβει το διψασμένο μου δέρμα. Δώστε μου μία ευκαιρία να απλώσω το γυμνό μου χέρι προς τον καθρέφτη και να με σώσω. Και χαρίστε μου μία πρόσκληση για τη γιορτή, την κηδεία, την επέτειο, τα εγκαίνια αυτού του Σήμερα, που μόλις συνειδητοποίησε πως έπεσε στα χέρια των ανθρώπων.. αποφάσισε να αυτοκτονήσει.
Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016
Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016
Bob Dylan
Σ' ένα μέλλοντα χρόνο επανεκκίνησης
του δομημένου σεναρίου διακρίσεων
οι διανοούμενοι λησμόνησαν
πώς χορεύεται η χαραυγή,
μόνο μνημόνευαν
το ουρλιαχτό του θανάτου
που αντηχούσε στα βράχια της μοναξιάς
με επαναλαμβανόμενες απειλές
κατά της ονειροπόλησης.
Οι μελλοθάνατοι
άρπαξαν τα βραβεία λογοτεχνίας
από τα χέρια της ζωής
ακυρώνοντας τα κριτήρια απονομής
κι αιτήθηκαν ποτέ ξανά μην αποκλίνει
προς τον άνθρωπο ο Θεός,
διαχωρίζοντας με σαφήνεια την διανόηση
απ' τ' Όνειρο.
Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016
Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016
Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016
Η γλώσσα μου
Συλλαβίζοντας περπάτησα ως εδώ
σ' ένα ημερολόγιο Ζωής
που δεν μεταφράζεται
γραμμένο σε μια προσωπική διάλεκτο
που δανείζεται λέξεις της ελληνικής
μοιάζει κατανοητή
μα δεν είναι.
Τα είδωλα των νοημάτων
στρεβλώνονται κάτω από το βάρος
της εσωστρέφειάς μου
και οι ευθείες των γραμμάτων
ερωτεύονται τις τεθλασμένες του γραφικού μου χαρακτήρα.
Στο χειρόγραφο περισσότερο ζωγραφίζω
ρίζες και τροχιές
που φέρουν βαθύτερο νόημα
απ' τις λέξεις
και στις σιωπές
η γλώσσα μου γρυλίζει
θροϊζει
κολυμπά
τρέχει και σκοντάφτει
αρχαία και νεογέννητη
ζωντανή ρέει στο αίμα μου
μα σαν κυλήσει ως το στόμα
-ανοιχτή πληγή-
γίνεται κραυγή
αίμα σκοτωμένο και πεθαίνει.
Έπειτα μοιρολογεί τα μυστικά μου
κλαίγοντας με μια δική της φλυαρία
εκθέτοντας το μέσα μου έξω
σε αλυσίδες νεκρών ποιημάτων
χωρίς ποτέ
μα ποτέ
να την καταλάβει κανείς.
Συλλαβίζοντας περπάτησα ως εδώ
και είμαι σίγουρη
πως δεν μ' ακολούθησε κανείς.
Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2016
Παραμύθι
Κλεισμένος στο Οχυρό σου
ξεπροβάλλεις σκοτεινός πριν απ' τον Ήλιο
στο μπαλκόνι της Επιβολής σου
με τον στρατό των αρσενικών σου γοήτρων
παραταγμένο σ' όλη την εμβέλεια
του κύκλου ασφαλείας σου.
Οι στρατιώτες σου ξάγρυπνοι κι εντοιχισμένοι
στα δομικά υλικά της Κυριαρχίας σου
δεν ξέρουν τί περιμένουν
καθώς υπόγεια έρχομαι
αρχαίο σκαπτικό που αναμοχλεύει
τα εδάφη του Εαυτού σου.
Ο θηλυκός στρατός μου
πνίγει τα τείχη σου
αγκαλιάζοντας με νύχια
τα κορμιά των μαχητών σου
τυλίγοντας με πλεξούδες
τα πόδια, τα χέρια, το μυαλό τους.
Επιμένει η μανία σου για επίθεση,
για έλεγχο, για αυτοπροστασία.
Οι σκέψεις σου σμήνη άγριων πουλιών
επιτίθενται στις αγέλες της εμμονής μου.
Η Ψυχή σου εκείνος ο αντάρτης άγγελος
που δεν διαπραγματεύεται.
Η Φύση μου εκείνη η σταθερή ηρεμία
που δεν εγκαταλείπει.
Πολλαπλασιάζομαι.
Συμπυκνώνεσαι.
Σκληρό Υλικό μ' έναν πυρήνα
που δολοφονικά ηλεκτρίζει.
Φέρω φορτίο
που σμίγει με τα ηλεκτρόνια των κεραυνών σου
η Δύναμή σου ενισχύεται
με τη δική μου.
Επιδιώκεις Συμμαχία.
Συμφωνώ στη Συνύπαρξη.
Τα δοκάρια που στηρίζουν το μπαλκόνι σου
μεταγγίζονται υλικό απ' τη σάρκα μου,
στο αρχοντικό σου ρούχο
κλωστοποιείται κάθε ίνα με μία φλέβα μου.
Δεν υπήρξαμε άγνωστοι ποτέ
σε κάθε σύγχρονο όνειρο
σε κάθε αρχαίο που έχουμε παραμύθι
κυκλώνουμε ο Ένας τον Άλλο
σε δύο πλεγμένους κύκλους απείρου
όπου όλοι οι Άντρες είσαι Εσύ
κι Εγώ κάθε μορφή Θηλυκότητας
που κυοφορεί τις Δύσκολες Ευτυχίες σου.
ξεπροβάλλεις σκοτεινός πριν απ' τον Ήλιο
στο μπαλκόνι της Επιβολής σου
με τον στρατό των αρσενικών σου γοήτρων
παραταγμένο σ' όλη την εμβέλεια
του κύκλου ασφαλείας σου.
Οι στρατιώτες σου ξάγρυπνοι κι εντοιχισμένοι
στα δομικά υλικά της Κυριαρχίας σου
δεν ξέρουν τί περιμένουν
καθώς υπόγεια έρχομαι
αρχαίο σκαπτικό που αναμοχλεύει
τα εδάφη του Εαυτού σου.
Ο θηλυκός στρατός μου
πνίγει τα τείχη σου
αγκαλιάζοντας με νύχια
τα κορμιά των μαχητών σου
τυλίγοντας με πλεξούδες
τα πόδια, τα χέρια, το μυαλό τους.
Επιμένει η μανία σου για επίθεση,
για έλεγχο, για αυτοπροστασία.
Οι σκέψεις σου σμήνη άγριων πουλιών
επιτίθενται στις αγέλες της εμμονής μου.
Η Ψυχή σου εκείνος ο αντάρτης άγγελος
που δεν διαπραγματεύεται.
Η Φύση μου εκείνη η σταθερή ηρεμία
που δεν εγκαταλείπει.
Πολλαπλασιάζομαι.
Συμπυκνώνεσαι.
Σκληρό Υλικό μ' έναν πυρήνα
που δολοφονικά ηλεκτρίζει.
Φέρω φορτίο
που σμίγει με τα ηλεκτρόνια των κεραυνών σου
η Δύναμή σου ενισχύεται
με τη δική μου.
Επιδιώκεις Συμμαχία.
Συμφωνώ στη Συνύπαρξη.
Τα δοκάρια που στηρίζουν το μπαλκόνι σου
μεταγγίζονται υλικό απ' τη σάρκα μου,
στο αρχοντικό σου ρούχο
κλωστοποιείται κάθε ίνα με μία φλέβα μου.
Δεν υπήρξαμε άγνωστοι ποτέ
σε κάθε σύγχρονο όνειρο
σε κάθε αρχαίο που έχουμε παραμύθι
κυκλώνουμε ο Ένας τον Άλλο
σε δύο πλεγμένους κύκλους απείρου
όπου όλοι οι Άντρες είσαι Εσύ
κι Εγώ κάθε μορφή Θηλυκότητας
που κυοφορεί τις Δύσκολες Ευτυχίες σου.
Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2016
Δίχως Κανόνα
μάτωσα τόσο
στην άρνησή του να συμμορφωθεί
με τις προϋποθέσεις που όριζα
για την ισχύ του.
Δικός μου κανόνας
όφειλε να υπακούσει
στο πρότυπο που σκάρωνα από μικρή.
Έφτασα Γυναίκα
κι αυτός επιμένει θηρίο
να διαπραγματεύεται με απειλές κι εκβιασμούς
τις αλήθειες και τις εξαιρέσεις του.
Βρίσκει το καλούπι μου στενό
όσο ευρύχωρα κι αν υποχωρώ
στις απαιτήσεις του
και ενώ γνωρίζει πόσο ανάγκη
έχω να οριστικοποιηθεί η ισχύς του
για να ισορροπήσω το βήμα μου
πάνω στην ηθική του
με πείσμα μου αρνείται συμβιβασμό
και μ' αφήνει έκθετη να πορεύομαι
δίχως κανόνα
στο μεταίχμιο πάντα της Ζωής μου.
Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016
Επετειακό συλλαλητήριο
Βγάζω από το ντουλάπι τα εργατικά μου
να ντυθώ διαδηλωτής
να βγάλω στο δρόμο την οργή
που συσσωρεύω στην τσέπη μου
σαν το υπόλοιπο ενός τρεχούμενου λογαριασμού
που κρατά μικροποσά για ώρα έκτακτης ανάγκης.
Φρεσκάρω τα πλακάτ και τα πανό
με μία βούρτσα βουτηγμένη στη διαφάνεια
της ηθικής του μικρού ανθρώπου
που συγχρονίζεται με τις βιτρίνες των πολιτικών.
Επετειακό συλλαλητήριο
σαν μνημόσυνο καλοθαμμένων ανταρτών
τους οποίους φορώ σχέδιο στην μπλούζα
μην τολμώντας να τους φορέσω στην ψυχή
σαν λες φοβάμαι τί κουβαλά η μνήμη τους
πόλεμο στον πόλεμο
ενώ εγώ με πείθω πως είμαι ικανός
μόνο να σέρνομαι στον χιλιοπερπατημένο δρόμο
που απλώνεται στο μ' αλληγορία αιματοβαμμένο χαλί
κάτω από το κεφαλόσκαλο
όπου θα εκφωνήσει και εφέτος
τον επίσημο λόγο του ο πρωθυπουργός
πριν αναχωρήσει πάλι εις τας Αθήνας
μετρώντας τη δύναμή του
από τη δυναμική του συλλαλητηρίου μας
που αδύναμο επαναλαμβάνεται επετειακά
ενώ όφειλε να μεγαλώνει το ανάστημά του
σαν παιδί που από νεογέννητο
φτάνει να γίνει ο αντάρτης
που και πεθαμένο τον τρέμουν οι αρουραίοι
μην και ξυπνήσει απ' τις φωνές, τις αδικίες
ή την άγρια σιωπή ενός παιδιού που ονειρεύεται.
Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016
Contrast
Στο νηπιακό σου μπλοκ
πότιζες με μαύρο το φόντο
να προβάλλεται ξεκάθαρα
στην αντίθεση
η αιθέριά σου απόχρωση
το ιριδίζον ψαράκι που το σκάει απ' το κοπάδι
ιππεύοντας θαλάσσια βουνά
προς τα σμήνη των πουλιών
που 'χουν στο ράμφος σπόρους τ' αστέρια.
Δεκαετίες μετά
κρυμμένος στο ανάπηρο σκοτάδι
ζωγραφίζεις πολύχρωμα γκράφιτι
στους τοίχους της πόλης
για ν' αναδείξεις την λαβυρινθική απόχρωση
του πένθιμου κόσμου
που ψάχνει απεγνωσμένα
μια θάλασσα να ερωτευτεί
για να γεμίσει το μαύρο του
μ' αστέρια.
Κυριακή 28 Αυγούστου 2016
Δίχως πατρόν
Τα χέρια αρνούνται πια
μαγκώνονται σε δερμάτινες τσέπες
ραμμένες πάνω στους γοφούς.
Τα μανίκια αναλαμβάνουν
όλες τις βρωμοδουλειές του κόσμου.
Σερβίρουν το τίποτα
πληρώνουν ακριβά το κενό
σταυρώνουν τον άνθρωπο
απαγχονίζουν τον πιστό του φίλο
θάβουν τα πτώματα
ράβουν μαριονέτες για το επόμενο σκηνικό
σταυροκοπιούνται μπροστά στο Μεγάλο Σκιάχτρο
κάνουν κουπί να ξεφύγουν από το Ράφτη
που περιμένει με μία νέα πατέντα στο μυαλό
να ράψει νέα κουστούμια για το Έργο.
Μόνο ο Τρελός τριγυρίζει γυμνός
χωρίς μανίκια
χωρίς ραφές
στριφώματα
και κρυμμένες τσέπες.
Στο βατήρα που προεξέχει από τον τελευταίο όροφο
παίρνει την στάση του Ολυμπιονίκη των Καταδύσεων
βουτά στο ποτήρι του κόσμου
μέσα στον οίνο
και στο ψωμί που επιπλέει μεθυσμένο
σηκώνει κύμα ευλογημένο
και το τσουνάμι καταπίνει τα πάντα.
Ύστερα από αιώνες
σ' αυτόν τον κόκκινο πλανήτη
τα ρούχα
τα σώματα
οι άνθρωποι
οι θεοί
έχουν ξεχαστεί
μέσα σ έναν παφλασμό σιωπής
που σκίζεται από το γέλιο του Τρελού
καθώς σκαρφαλωμένος στο φεγγάρι
γονιμοποιεί τη θεϊκή Μοναξιά του
και γεμίζει το σύμπαν Αγγέλους
δίχως σώμα
δίχως ρούχα
δίχως πρόσβαση στη βιτρίνα που λέγεται
ανθρωπότητα.
μαγκώνονται σε δερμάτινες τσέπες
ραμμένες πάνω στους γοφούς.
Τα μανίκια αναλαμβάνουν
όλες τις βρωμοδουλειές του κόσμου.
Σερβίρουν το τίποτα
πληρώνουν ακριβά το κενό
σταυρώνουν τον άνθρωπο
απαγχονίζουν τον πιστό του φίλο
θάβουν τα πτώματα
ράβουν μαριονέτες για το επόμενο σκηνικό
σταυροκοπιούνται μπροστά στο Μεγάλο Σκιάχτρο
κάνουν κουπί να ξεφύγουν από το Ράφτη
που περιμένει με μία νέα πατέντα στο μυαλό
να ράψει νέα κουστούμια για το Έργο.
Μόνο ο Τρελός τριγυρίζει γυμνός
χωρίς μανίκια
χωρίς ραφές
στριφώματα
και κρυμμένες τσέπες.
Στο βατήρα που προεξέχει από τον τελευταίο όροφο
παίρνει την στάση του Ολυμπιονίκη των Καταδύσεων
βουτά στο ποτήρι του κόσμου
μέσα στον οίνο
και στο ψωμί που επιπλέει μεθυσμένο
σηκώνει κύμα ευλογημένο
και το τσουνάμι καταπίνει τα πάντα.
Ύστερα από αιώνες
σ' αυτόν τον κόκκινο πλανήτη
τα ρούχα
τα σώματα
οι άνθρωποι
οι θεοί
έχουν ξεχαστεί
μέσα σ έναν παφλασμό σιωπής
που σκίζεται από το γέλιο του Τρελού
καθώς σκαρφαλωμένος στο φεγγάρι
γονιμοποιεί τη θεϊκή Μοναξιά του
και γεμίζει το σύμπαν Αγγέλους
δίχως σώμα
δίχως ρούχα
δίχως πρόσβαση στη βιτρίνα που λέγεται
ανθρωπότητα.
Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016
Φόνος
Στοργικά σε σκοτώνω
αφού σ' έχω νανουρίσει στα χέρια μου
και βυθίζεσαι σ' ένα όνειρο
βασιλικής παντοδυναμίας εαυτού
με το τραγούδι μου στο στόμα
σε αποκόβω από τα σπλάχνα μου
ματώνει ο εγγενής δεσμός μας
μένει αιμορραγικό στ' όνειρο το Εγώ
μ' ένα γάργαρο ουρλιαχτό απελπισμένης του εκδίκησης
ο Εγωισμός γίνεται Ερωτισμός
αθωώνοντάς μου τα γεμάτα δικό μου αίμα χέρια
και τον νου που στράφηκε εναντίον μου
αφήνοντάς με στο βωμό του Ερωτεύομαι
καθαρή από ανταγωνισμούς με το Εγώ μου.
Σάββατο 20 Αυγούστου 2016
Σκοπός
Σκοπός δεν είναι να με καταλάβεις.
Σκοπός είναι σαν ζητάω να με σπρώξεις
να μην μετράς το ύψος του γκρεμού
κι όταν ουρλιάζω πως θέλω να είσαι εκεί
που θα σκάσει το κορμί μου
να με σώσεις από το θάνατο,
να σπεύδεις πάντα πριν από το Θεό ή το Διάβολο
που παραμονεύουν την Ψυχή μου.
Σκοπός είναι σαν σηκώνομαι
υπνοβατώντας ξημερώματα
κατευθυνόμενη προς το ιερό των εξομολογήσεων
να είσαι εκεί να με μαστιγώσεις
για τα όνειρα που τολμώ και πλάθω
ενώ κρατώ τη ζωή στεγνή από εξεγέρσεις.
Σκοπός είναι όταν παύω να γράφω
να με φιλάς ματώνοντας τα χείλη μου
θυμίζοντας τη γεύση της αλήθειας
που χρεώνομαι να πακετάρω μέσα στις λέξεις
μετακομίζοντας από τη σιωπή
στην έκθεση
ξεμπροστιάζοντας το μυαλό μου
που με ηλεκτρόδια
κρατά όμηρο τη ζωή μου.
Σκοπός είναι όταν γράφω
να με φιλάς ματώνοντας τα χείλη μου
θυμίζοντας τη γεύση της αλήθειας
που χρεώνομαι να ζήσω χωρίς υπεκφυγές.
Να με ξυπνάς από το λήθαργο των ποιημάτων
κι όταν το μόνο που φαίνεται να κρατάς
είναι το βαρύ κορμί μου
να νιώθεις πως μέσα του λυτρωτικά εκρήγνυται
μία Ψυχή που δε ζητά κατανόηση
αλλά σύμπραξη στα εγκλήματα
που της αναλογούν να διαπράξει
πριν μετανοήσει
κι αγιοποιηθεί.
Σκοπός είναι σαν ζητάω να με σπρώξεις
να μην μετράς το ύψος του γκρεμού
κι όταν ουρλιάζω πως θέλω να είσαι εκεί
που θα σκάσει το κορμί μου
να με σώσεις από το θάνατο,
να σπεύδεις πάντα πριν από το Θεό ή το Διάβολο
που παραμονεύουν την Ψυχή μου.
Σκοπός είναι σαν σηκώνομαι
υπνοβατώντας ξημερώματα
κατευθυνόμενη προς το ιερό των εξομολογήσεων
να είσαι εκεί να με μαστιγώσεις
για τα όνειρα που τολμώ και πλάθω
ενώ κρατώ τη ζωή στεγνή από εξεγέρσεις.
Σκοπός είναι όταν παύω να γράφω
να με φιλάς ματώνοντας τα χείλη μου
θυμίζοντας τη γεύση της αλήθειας
που χρεώνομαι να πακετάρω μέσα στις λέξεις
μετακομίζοντας από τη σιωπή
στην έκθεση
ξεμπροστιάζοντας το μυαλό μου
που με ηλεκτρόδια
κρατά όμηρο τη ζωή μου.
Σκοπός είναι όταν γράφω
να με φιλάς ματώνοντας τα χείλη μου
θυμίζοντας τη γεύση της αλήθειας
που χρεώνομαι να ζήσω χωρίς υπεκφυγές.
Να με ξυπνάς από το λήθαργο των ποιημάτων
κι όταν το μόνο που φαίνεται να κρατάς
είναι το βαρύ κορμί μου
να νιώθεις πως μέσα του λυτρωτικά εκρήγνυται
μία Ψυχή που δε ζητά κατανόηση
αλλά σύμπραξη στα εγκλήματα
που της αναλογούν να διαπράξει
πριν μετανοήσει
κι αγιοποιηθεί.
Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016
Πειραγμένο
Η εικόνα μου βρυχάται και σωπαίνει εδώ:
http://fantasyartdesign.com/free-wallpapers/digital-art.php?i_i=9394&u_i=3887
Στη φτερούγα του Τρελού
χαράζω ζύγι πειραγμένο
που γέρνει πάντα
προς το βρυχηθμό του θηρίου
νικώντας τη σιωπή των ανθρώπων.
Συνδέω την ταλάντωση της αλήθειας
με την πειραγμένη λογική του
και ερωτεύομαι τον κίνδυνο
να νικηθώ σαν σωπαίνω
γαντζωμένη στις φτερούγες του
που ισοζυγίζουν στο ανέμισμά τους
όλη την Ευτυχία της Ύπαρξης.
Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016
Αρχαία Μητέρα
Αυτός ο κόσμος
που αναλώνεται
κραυγάζει
φορά πανοπλία και μάσκα
σκοτώνει και σκοτώνεται,
στις χούφτες του μέσα
μιας Μητρότητας φυλάει την τρυφερότητα,
το μαξιλάρι με τους εφιάλτες του
μιας Γυναίκας το ποτίζει η μυρωδιά,
στο σημείο αναφοράς της Στροφής του
το τραγούδι μιας Μάνας
υπερβαίνει την προσευχή στους θεούς
και η ένοχη Ανθρωπότητα
νιώθει πως πάντα υπάρχει η ευκαιρία
επιστροφής στην παιδικότητα
όσα εγκλήματα
κι αν της έχει υπαγορεύσει ο εκπολιτισμός της.
Όσο καμία Μάνα δεν υπογράφει
θανατική ποινή
εκκρεμεί άλλοθι για τον ισοβίτη αυτόν κόσμο
και η Αρχαία Μητέρα
θεϊκά γονιμοποιημένη
θα εξακολουθεί να γεννά Ανθρώπους
και σαν ύαινα
θα προστατεύει τα παιδιά της
μπροστά στους δικαστές,
στους τιμωρούς
και ενώπιον των κατά συρροή ηθικών αυτουργών,
με νύχια και τρυφερότητα
μ ένα αόρατο κι αδιάλειπτο Παρών
μ' εκείνη την δυνατή σιωπή
που αποσπά μετάνοια από την Ψυχή που τρέμει.
που αναλώνεται
κραυγάζει
φορά πανοπλία και μάσκα
σκοτώνει και σκοτώνεται,
στις χούφτες του μέσα
μιας Μητρότητας φυλάει την τρυφερότητα,
το μαξιλάρι με τους εφιάλτες του
μιας Γυναίκας το ποτίζει η μυρωδιά,
στο σημείο αναφοράς της Στροφής του
το τραγούδι μιας Μάνας
υπερβαίνει την προσευχή στους θεούς
και η ένοχη Ανθρωπότητα
νιώθει πως πάντα υπάρχει η ευκαιρία
επιστροφής στην παιδικότητα
όσα εγκλήματα
κι αν της έχει υπαγορεύσει ο εκπολιτισμός της.
Όσο καμία Μάνα δεν υπογράφει
θανατική ποινή
εκκρεμεί άλλοθι για τον ισοβίτη αυτόν κόσμο
και η Αρχαία Μητέρα
θεϊκά γονιμοποιημένη
θα εξακολουθεί να γεννά Ανθρώπους
και σαν ύαινα
θα προστατεύει τα παιδιά της
μπροστά στους δικαστές,
στους τιμωρούς
και ενώπιον των κατά συρροή ηθικών αυτουργών,
με νύχια και τρυφερότητα
μ ένα αόρατο κι αδιάλειπτο Παρών
μ' εκείνη την δυνατή σιωπή
που αποσπά μετάνοια από την Ψυχή που τρέμει.
Τρίτη 9 Αυγούστου 2016
Η Ζητιάνα
κι αλλοίωσα την ευθυγράμμιση στο βήμα μου
διέσχισα την πόλη
σαν σκιά πλεγμένη κοτσίδα
πάνω στο κατάρτι της ψυχής της
και τραβούσα από το χαλινάρι
τα άλογά μου μην τινάξουν την σκόνη
του καμουφλάζ
κι αποκαλύψουν το ποιόν μου.
Κάθισα στην άκρη κάποιου ενεστώτα
με σκυμμένο κεφάλι
υψώνοντας προκλητικά τα μάτια
σαν τις παμπόνηρες ζητιάνες
που ζυγίζουν τον κόσμο στο ένα τους χέρι
φυτεύοντας με το άλλο μικρές ευτυχίες.
Έμεινα εκεί
όσο διαρκεί ένας κύκλος νοήματος
στο ρολόι των ποιημάτων.
Είδα ορφανές κούκλες σε χέρια
πεντάρφανων παιδιών
που 'χαν για μάνες
γυναίκες με μάτια γηρασμένα
από μπογιές και μυθιστορήματα
με σκιές πιο καμπουριασμένες
από την προσποίηση μιας ζητιάνας
και βήμα ψηλοτάκουνης ανισορροπίας
που ταλαντεύει τη ζωή τους
ανάμεσα στο αγαπώ και στο αγαπιέμαι.
Είδα ορφανούς άντρες
υψηλού κοινωνικού αναστήματος
με σκιές που 'χουν χέρια απλωμένα
στη μεριά που γέρνει το μνήμα της μάνας τους
αναζητώντας μία αγκαλιά
χωρίς σεξουαλικό υπονοούμενο
να στεριώσουν τη μετέωρη ζωή τους
που κάθε ξημέρωμα κρέμεται
από το ξηλωμένο ρούχο
ενός κάθιδρου στρατιώτη
που πληγώνεται στο πεδίο του άκρατου ανταγωνισμού
με χρόνια θητεία στο παράλογο τίποτα
μην προλαβαίνοντας να αγαπήσει,
πόσο μάλλον ν' αγαπηθεί.
Είδα φορεμένα σώματα
πάνω σε φαγωμένα κατάρτια ψυχής
όμορφα ρούχα με σκισμένες τις τιμές της ζωής τους
μάτια κενά σαν ρημαγμένα δωμάτια
που μέσα δε μένει πια κανείς.
Σ' όλα τα πατρικά σπίτια
οι μάνες πέθαναν
με κείνον τον καημό
να δουν το γιο και την κόρη τους
να χορεύει στην αυλή
αυτού του ορφανεμένου κόσμου
κρατώντας έναν Άνθρωπο απ' το χέρι
γονιμοποιώντας την ψυχή με τα μάτια.
Σ' όλα τα πατρικά σπίτια
οι πατεράδες
που λες κρατούσαν τον κόσμο στα χέρια τους
κουλουριάζονται σαν παιδιά
στην αγκαλιά της γυναίκας τους
μες στο μνήμα.
Είδα τους κληρονόμους αυτής της αγκαλιάς
να μην μπορούν να αξιοποιήσουν την περιουσία τους
και περπατώντας με σώματα βαριά
πάνω κάτω στα τοπία αυτού του κόσμου
να σκάβουν με το βήμα τους τα ατομικά τους μνήματα
έχοντας ξεχάσει τους οικογενειακούς τάφους
που έπαιρναν την αγάπη τους αποσκευή
ως τον άλλο κόσμο
βρίσκοντας πάντα το δρόμο προς τον Παράδεισο.
Σηκώθηκα
τίναξα την καμπούρα
σταθεροποίησα το αλλόκοτο βήμα
άφησα ελεύθερα τα μακριά μαλλιά
επέτρεψα στην σκιά μου να χορεύει
και κίνησα προς τα νεκροταφεία
θάφτηκα πάλι με τον Άντρα μου
σε μια παραδείσου επαφή,
αφήνοντας τον κόσμο
ζητιάνο του εαυτού του..
Κυριακή 7 Αυγούστου 2016
Λιποτάκτης
Η εικόνα μου λιποτακτεί από ΕΔΩ:
http://www.fotolog.com/cosas_phutas/65564383/
Βιβλίο "Δύσκολη Υιοθεσία", Εκδόσεις λεξίτυπον, 2018
Κύριε Στρατηγέ
σ' αυτήν την μετέωρη στιγμή
υποστέλλω τη σημαία μου
και αλλάζω στρατόπεδο.
Αφήνω αιχμάλωτο στους νόμους σας
τον λιποτάκτη από μένα εαυτό μου,
σας καταθέτω τα όπλα
του εκπαιδευμένου στη μάχη μυαλού μου,
αποσυναρμολογώ τη λογική μου
και φεύγω γυρίζοντας την πλάτη μου
γνωρίζοντας πως θα με πυροβολήσετε
πριν φτάσω στην πόρτα
ακριβώς επειδή δεν γνωρίζετε πως
δεν φεύγω πεζός,
μα πετώντας
και οι σφαίρες δεν με πιάνουν πια
γιατί πέθανα τόσες φορές μέσα στην μάχη
που μου έμεινε μόνο μία ευάλωτη ευθανασία
και την προστατεύω με το όστρακο
που μου μάθατε να χρησιμοποιώ στους εχθρούς,
ένας από τους οποίους είστε πλέον κι εσείς.
σ' αυτήν την μετέωρη στιγμή
υποστέλλω τη σημαία μου
και αλλάζω στρατόπεδο.
Αφήνω αιχμάλωτο στους νόμους σας
τον λιποτάκτη από μένα εαυτό μου,
σας καταθέτω τα όπλα
του εκπαιδευμένου στη μάχη μυαλού μου,
αποσυναρμολογώ τη λογική μου
και φεύγω γυρίζοντας την πλάτη μου
γνωρίζοντας πως θα με πυροβολήσετε
πριν φτάσω στην πόρτα
ακριβώς επειδή δεν γνωρίζετε πως
δεν φεύγω πεζός,
μα πετώντας
και οι σφαίρες δεν με πιάνουν πια
γιατί πέθανα τόσες φορές μέσα στην μάχη
που μου έμεινε μόνο μία ευάλωτη ευθανασία
και την προστατεύω με το όστρακο
που μου μάθατε να χρησιμοποιώ στους εχθρούς,
ένας από τους οποίους είστε πλέον κι εσείς.
Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016
Inverter
Σ' αυτό το εργαστήρι
δεν είναι ποίημα
ούτε πείραμα αυτό που επιχειρείται.
Είναι ένα ψυχρό ρεύμα αέρα
εφαρμοσμένο
στους πόλους της ακίνητης σφαίρας του Νου
που εκλύεται με σταθερή πίεση
προς την κατεύθυνση της διαμονής
του άστεγου ανθρώπου
που μες στο καταμεσήμερο
δεν έχει ένα κουμπί προσαρμοσμένο στο παγκάκι του
να το πατήσει
να σημάνει θερμοκρασία επιβίωσης
μέσα στον καύσωνα του πολιτισμένου καλοκαιριού
που ξεδιάντροπο συχνάζει
σε ξενοδοχεία, οικίες και δημόσια κτίρια
που κλιματίζονται
δροσίζοντας τις φορολογούμενες ζωές
του αναλώσιμου πληθυσμού της γης.
Παλεύω να δημιουργήσω ένα ψύχος
ή έστω μία δροσιά
ή μία σκιά στο μέγεθος παιδιού
μα το μόνο που έχω
είναι ένα κρύο ρίγος στη ραχοκοκκαλιά
που κινδυνεύει να γίνει πυρετός
και παγώνω ολόκληρη στη θέα του εαυτού μου
μη μπορώντας καν εμένα να σώσω από τις φλόγες
που όλο και πλησιάζουν
προκαλώντας τήξη στο ποίημα
στριμωγμένο που φυλακίστηκε
σε κείνους τους φούρνους
με τα πολλά ποιήματα των καταδικασμένων
και το μόνο ψυχρό υλικό που απομένει
είναι ο τελευταίος λυγμός
που παγώνει το αίμα
ρίχνει στιγμιαία τη θερμοκρασία
αυτού του θερμοκηπίου
κι έπειτα πριν ξεψυχήσει
τυλίγεται γύρω από τον κατατρεγμένο
παίρνοντας το σχήμα μιας αγκαλιάς
που φέρει τη θερμοκρασία του αμνιακού υγρού
και υπόσχεται νέες γέννες ανθρώπων
με το αίμα τους να βράζει σε κείνες τις θερμοκρασίες
της πρώτης Αδικίας
κοχλάζοντας Δικαίωση
μέσα στις χούφτες των ψυχρών πολέμων
που καίνε τους ανθρώπους ζωντανούς.
Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016
Μαζοχισμός
Τα παυσίπονα ποιήματα απεργούν
μπρος στον πόνο του ανθρώπου
σαν διέκριναν
το μαζοχισμό του γεγονότος
να μπορείς να γιάνεις
μα να επιμένεις βαριά άρρωστος
στις ουρές της αναμονής
μιας ψευδαίσθησης που υπόσχεται
Ζωή χαρισάμενη
καταναλώνοντας ανυπολόγιστες ποσότητες αντιπερισπασμών.
Από σήμερα θα πονάμε
με την προσδοκία πως
όσο μεγαλώνει ο πόνος
ίσως στραφούμε στο ν ανακαλύψουμε
πως ...δεν υπάρχει.
Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016
Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016
Μία δόνηση δρόμος
Ανεμίζω σώμα και σκέψη
σημαία κατακτημένης πατρίδας
μα και μιας Ελευθερίας
που δεν κατακτάται.
Δίνω σήμα από την εξορία μου
ως τη δική σου φυλακή
να έρθεις να με βρεις
παραβιάζοντας τους νόμους του Εαυτού σου
έγκλειστο που σε κρατούν
στο Εγώ σου που θεριεύει
καθώς οσμίζεται Επίθεση.
Επιχειρώ νοθεία
μπλέκοντας τα όνειρά μου
με τις απαγορεύσεις σου
και μη με θεωρείς ακίνδυνη
επειδή απέχει η πατρίδα μου
από τη δική σου
μία δόνηση δρόμος είναι η Επαφή
και έχω μελετήσει όλες τις αντισεισμικές σου
προστασίες
γνωρίζοντας πια
πώς να διαβρώσω το Κάστρο σου
που ήδη, νιώσε το,
Δονείται.
Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016
Βάρος
Η εικόνα μου αιωρείται ΕΔΩ:
https://gr.pinterest.com/ivetputnam/fly/
https://gr.pinterest.com/ivetputnam/fly/
Βιβλίο "Δύσκολη Υιοθεσία", Εκδόσεις λεξίτυπον, 2018
-Στρίψε από τη μία. Τώρα από την άλλη. Δε μου μοιάζεις ίδια. Κάτι προστέθηκε εκεί. Κάτι αφαιρέθηκε από εδώ. Πάτησε στο πάτωμα σε παρακαλώ. Δεν μπορώ να με μετρήσω όταν φτερουγίζεις... Μη βουλιάζεις απότομα μέσα στο μάρμαρο. Όταν πέφτεις τόσο γρήγορα στην κατάθλιψη, παραμορφώνεις την στέρεη μορφή των υλικών. Έλα, σού ζητώ συγνώμη αν σε προσέβαλα. Δεν άλλαξες. Ίδια είσαι. Το ίδιο απρόβλεπτα αιωρείσαι και βυθίζεσαι. Εκεί που πάω να σε συνηθίσω αδύνατη, βαραίνεις και εκεί που εκπαιδεύομαι να αντέχω το βάρος σου, εξανεμίζεσαι. Όμως νομίζω πως μπορώ να παρακολουθώ τις αλλαγές σου πια. Δε χρειάζεται να κρατώ ημερολόγιο, δε χρειάζεται να χωρέσεις στις μετρήσεις. Πετώ τα σύνεργα. Κοίτα με.. Σε αποδέχομαι και παλεύω πλέον να μου μοιάσω, κατοικώντας κι εγώ μες στο εύπλαστο υλικό του Εαυτού μας. Παράξενα είναι εδώ. Σαν να βαδίζουμε στο συμπαντικό κενό ή σε ένα απόσπασμα παραμυθιού. Σαν να μην έχουμε γεννηθεί ακόμη ή σαν να έχουμε ήδη πεθάνει. Γιορτινή αμφιβολία. Μπορώ να αφήσω μία ερώτηση να αιωρείται μαζί μας;
-Εξαρτάται από το βάρος της.
-Πώς γίνεται όταν είσαι άδειος και κενός να ζυγίζεις περισσότερο, απ' ότι όταν είσαι γεμάτος και πλήρης;
-Εξαρτάται από το βάρος της.
-Πώς γίνεται όταν είσαι άδειος και κενός να ζυγίζεις περισσότερο, απ' ότι όταν είσαι γεμάτος και πλήρης;
Κυριακή 3 Ιουλίου 2016
Η Δυσκολία
Η εικόνα μου συναναστρέφεται τους λάθος ανθρώπους της ΕΔΩ:
http://vi.sualize.us/nick_knight_surreal_inspiration_design_movement_picture_YxB.html
Βιβλίο "πόνος στην πλάτη", εκδόσεις Άνω Τελεία, 2024
Να συναναστρέφεσαι με τους λάθος ανθρώπους.
Οι καλοί, οι σωστοί, οι καθωσπρέπει
ή είναι σ' επικίνδυνο βαθμό πληκτικοί κι υποταχτικοί
και θα σ' οδηγήσουν
στο μονόδρομο της επίπεδης ηρεμίας τους
που δεν είναι η γαλήνη του φιλοσόφου
μα η ανέξοδη μαστούρα
του άκρως εξαρτώμενου υποκειμένου
ενός κόσμου που ποτίζει ηρεμιστικά
τη συνείδηση
εξαντλεί την υπερκινητικότητα του ατόμου
σε διαδρόμους ανούσιων προσδοκιών
και κίβδηλων επαίνων
όμορφου ρουχισμού
και πλαστογραφημένων πτυχίων ευτυχίας
ή προσποιούνται τους καλούς
με κείνο το δόλο του κακεντρεχούς ανθρώπου
μεταδίδοντας την ατομικότητα
με μορφή επιδημίας που μολύνει
το Συλλογικό Σκοπό των πραγμάτων
και σκληραίνουν το περίβλημα του Εγώ τους
μιμούμενοι άτρωτους υπερήρωες
χουλιγουντιανικής υπερπαραγωγής
υποψήφιας για όσκαρ μεταπολεμικής επιβίωσης.
Να επιλέγεις τους λάθος ανθρώπους
γιατί είναι οι μόνοι που αν και δρουν μοναχικά
αόρατα συμπλέκουν τις δράσεις τους
προς την απελευθέρωση του Ανθρώπου.
Διασχίζουν άγριους πολέμους
μα σκαρφαλώνουν άρτιοι
πάνω από τα ανθρώπινα αξεσουάρ της πλαστικής κούκλας
με το αγγελικά σατανικό χαμόγελο.
Δεν διεκδικούν μετάλλιο διαφθοράς ή διαφάνειας
δεν κρύβουν το αίμα στις πατούσες τους
δεν φράσσουν τη ροή του φωτός
δε σαμποτάρουν την ιερότητα του σκότους.
Αποδέχονται την παραβίαση του συστήματος ασφαλείας
αυτού του κόσμου
υπηρετώντας εκείνον τον Ύψιστο Σκοπό
που θέλει το Πνεύμα Ελεύθερο
άγρια να Διαφέρει
απ' το σύνολο των καλών στρατιωτών
με τα παράσημα βλακείας και κανακέματος
στα μπράτσα του μυαλού τους.
Να μπεις στο κόλπο με τους λάθος ανθρώπους
που τρυπάνε το μάτι των ελεγκτών
που την σκαπουλάρουν από το δωμάτιο επιτηρήσεων
που δραπετεύουν από την τιμωρία
και εξασκούνται σε πειράματα αντοχής
για να διατηρήσουν ανόθευτη την ευαισθησία του Ανθρώπου.
Η Δυσκολία:
να εντοπίσεις ποιος είναι ποιος.
Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016
Κορόιδο
Εγώ στη μέση
Εγώ στον κύκλο
ποίημα στο ποίημα
χάσαμε το χρόνο.
Εγώ το Κορόιδο.
Εγώ το τόπι.
Ήττα στην ήττα
δεν μπαίνει πια
το Κοριτσάκι στο χορό.
Έπαψε
να σκέφτεται
με το στομάχι
με τα χέρια
με τα μάτια.
Δίνει αμπάριζα
με το Νου
πετώντας το τόπι ψηλά
να σκάει απότομα στη Γη
να δονείται το Σύμπαν
γκρεμίζοντας όλες τις νοοτροπίες
που βήμα βήμα
μ' έφεραν ως εδώ:
να 'μαι Εγώ το δόλωμα
του ίδιου του Εαυτού μου
που δεν τσιμπάει πια.
Τρίτη 21 Ιουνίου 2016
Στο κόλπο
Η εικόνα μου αναλαμβάνει την παραπλανηση του καθενός ΕΔΩ:
http://hdimagelib.com/surreal+dream+photography
Βιβλίο "Δύσκολη Υιοθεσία", Εκδόσεις λεξίτυπον, 2018
Προπληρώθηκε
για αορίστου χρόνου συνεργασία
η δουλειά απλή
-κι απασχόληση την λες-
ν' απασχολεί τη σκέψη των πολλών
με το τίποτα.
Κι από τότε
βολτάρει έμμισθος
φορώντας έρωτες σφοδρούς
και παρασκήνιο
σ' εξώφυλλα φυλλάδων
με το άρθρο αναπτυγμένο εντός.
Στην ώρα του διαβάζεται
κι όταν παρέλθει η αλήθεια του
ανατυπώνεται με το πίσω μπρος
αναδημοσιεύοντας τον εαυτό του
και χώνεται αυθάδικα και μισοτιμής
στις χούφτες των ανέργων
μην και το χώρο πιάσει
κάποια δωρεάν προκήρυξη
κι ένας ξεσηκωμός.
για αορίστου χρόνου συνεργασία
η δουλειά απλή
-κι απασχόληση την λες-
ν' απασχολεί τη σκέψη των πολλών
με το τίποτα.
Κι από τότε
βολτάρει έμμισθος
φορώντας έρωτες σφοδρούς
και παρασκήνιο
σ' εξώφυλλα φυλλάδων
με το άρθρο αναπτυγμένο εντός.
Στην ώρα του διαβάζεται
κι όταν παρέλθει η αλήθεια του
ανατυπώνεται με το πίσω μπρος
αναδημοσιεύοντας τον εαυτό του
και χώνεται αυθάδικα και μισοτιμής
στις χούφτες των ανέργων
μην και το χώρο πιάσει
κάποια δωρεάν προκήρυξη
κι ένας ξεσηκωμός.
Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016
Άτολμοι
Τί όμορφα αοριστολογούμε
και γενικεύουμε
ποιητολογώντας
μέσα σ αναίμακτους πολέμους
επικών στίχων παρατήρησης
άγνωστων θυμάτων κι ηρώων
που εκπροσωπούν τον καθένα ξεχωριστά
κι όλους μαζί,
μα και κανέναν.
Κι όταν έρχεται η ώρα
μία έκτακτη ανάγκη ν απαιτήσει
έμπρακτη συμμαχία
οπισθοχωρούμε
σαν τυφλοπόντικες που κρύβονται
στις βαθιές ρυτίδες της ποιητικής ομορφιάς
κρατώντας ένα φακό στο χέρι
για να γράφουν έμπνευση
στα σκοτάδια
όντας άτολμοι
να ποιήσουν το θαύμα μιας ανατροπής
έξω στο φως
εκεί που μάχεται με τον εαυτό της
η Ανθρώπινη Ύπαρξη.
και γενικεύουμε
ποιητολογώντας
μέσα σ αναίμακτους πολέμους
επικών στίχων παρατήρησης
άγνωστων θυμάτων κι ηρώων
που εκπροσωπούν τον καθένα ξεχωριστά
κι όλους μαζί,
μα και κανέναν.
Κι όταν έρχεται η ώρα
μία έκτακτη ανάγκη ν απαιτήσει
έμπρακτη συμμαχία
οπισθοχωρούμε
σαν τυφλοπόντικες που κρύβονται
στις βαθιές ρυτίδες της ποιητικής ομορφιάς
κρατώντας ένα φακό στο χέρι
για να γράφουν έμπνευση
στα σκοτάδια
όντας άτολμοι
να ποιήσουν το θαύμα μιας ανατροπής
έξω στο φως
εκεί που μάχεται με τον εαυτό της
η Ανθρώπινη Ύπαρξη.