Κάθε παραμύθι η ιδιωτική Αλήθεια του καθενός.

Κάθε παραμύθι η ιδιωτική Αλήθεια του καθενός.

Ο Νους που επινόησε μία Ιδέα, ποτέ δεν επιστρέφει στις προηγούμενες διαστάσεις του.

Η ευθύνη..

~Η ευθύνη~
Για ό,τι γράφεται σ'αυτό το χώρο δεν ευθύνεται το χέρι που γράφει.
Ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο το Κίνητρο, που αδράχνεται μέσα από το σωρό του Μεγάλου Τίποτε,
από το ... χέρι που γράφει.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πεζο-Πορεία μου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πεζο-Πορεία μου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

Μπλε

 


Αδιάφορη,  με νύχια βαμμένα θαλασσινούς βυθούς προσπερνούσε τη γραμματική των ποιημάτων και πατούσε δυνατά το πόδι της στο τσιμέντο, τόσο που η δόνηση της πατηματιάς της άφηνε ίχνος στο θαμμένο χώμα που στήριζε την άσφαλτο. Κατηφόριζε ασυγκίνητη, με το φουστάνι να ανεμίζει στα υπόγεια ρεύματα της ζωής. Ήθελες να απλώσεις το χέρι να τη σώσεις. Με ένα άγγιγμα να ζεστάνεις την ψύχρα στο βλέμμα της. Να στάξεις λίγο κόκκινο στο σκούρο μπλε. Μάταια. Τείχη αόρατα. Τα κουβαλούσε πάντα μαζί της. Ακόμη και στον πνιγμό, όταν σαν ψάρι σπαρταρούσε έξω από τα νερά της, ασφυκτιώντας στον πηχτό χρόνο των μεγάλων ταχυτήτων. 

Προσπάθησε πολύ να επιβραδύνει. Με τεχνάσματα αναπνοής. Με κλειστά μάτια. Με συλλαβισμούς της σκέψης. Ανεπιτυχείς προσπάθειες. Παντού υπήρχαν μικρές μαύρες πόρτες που ακόμη και μισάνοιχτες επέτρεπαν να ξεχύνονται ποτάμια θορύβου, με αντίλαλο που δε φθίνει. Μικρές μαύρες πόρτες. Στο δέρμα της, στα έπιπλα, στα μάτια των ανθρώπων, στα ακροδάχτυλά τους, στους αστραγάλους σε πόδια που λαχάνιαζαν για να προλάβουν. Τι; Στον ποδόγυρο της ζωής της. Κεντημένες μαύρες πόρτες που ακόμη και μισάνοιχτες επέτρεπαν να ξεχύνονται κουβάρια ξηλωμένα τα λόγια της. 

Προσπαθούσε να επιβραδύνει. Έψαχνε νέο τέχνασμα. Η θλίψη!

Η θλίψη έχει μεγάλο ιξώδες! Αργοκυλά μέσα σου. Σού επιβάλλει μία επιβράδυνση παραίτησης από τα επείγοντα, που δεν είναι άλλα από φτιαχτά σενάρια τεχνητής ζωής. Η θλίψη σε αποστειρώνει από το θόρυβο, τη βιασύνη, το λαχάνιασμα. Σε βυθίζει. Όχι. Σε βαφτίζει ξανά. Μέσα στα νερά σου, που τα περνά από το βιολογικό καθαρισμό των δακρύων. Πρώτο στάδιο. Μόλις στερέψεις κι έχει φύγει η βρωμιά των χειμάρρων που κουβαλάνε ό,τι βρουν, δίχως επιλογή, η θλίψη σού σκάβει νέες πηγές. Γεννάς νάματα που κυλούν σταγόνα σταγόνα. Ξαναγέμισε ωκεανούς. Δεν υπάρχει βιασύνη. Ούτε χρόνος. Βυθίσου στη θλίψη ως τον πνιγμό. Με εμπιστοσύνη στον κύκλο της. Αρνήσου, όλα σου. Μείνε μία κουκκίδα βαθύ μπλε, μελανιασμένη στο ψύχος του κόσμου, μέσα σε μία κουκκίδα σκούρο αίμα που πάλλεται. Δίχως όνομα. Δώσε όνομα και σχήμα. Άρχισε σιγά σιγά από την αρχή. Γέννησε κύτταρα, θάλασσες, νέες σκέψεις. Δεν έχουν όλοι αυτό το προνόμιο. Να σταματήσουν τον κόσμο, να νικήσουν το μηδέν και να υπάρξουν από την αρχή.




Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2024

διακριτικά



Ένα καμτσίκι έδιωξε διακριτικά το σκύλο απ'τη φάτνη κι απ' το ξύλινο σπιτάκι με τις βάφλες. Μην κατουράτε στις γωνίες, ούτε πίσω απ' τους θάμνους. Και μην πεινάτε. Να μασάτε διακριτικά, σαν χορτάτοι. Και να πατινάρετε με ακροβατικό ελιγμό στο τέλος του χρόνου. 

Επιβάλλεται η ευτυχία των ημερών. Θες δε θες. Θα ντυθείς τα καλά σου, θα μασάς γλυκόλογα ευχών, θα πάρεις και θα δώσεις περιτυλίγματα με κάτι αδιάφορο εντός, θα κάνεις πως εκπλήσσεσαι, θα κάνουν πως χαίρονται. 

Θα καθίσεις στη θέση που θα σου υποδείξουν και διακριτικά θα στραβοκοιτάς το συνολάκι της διπλανής στο γιορτινό τραπέζι, που 'ναι πιο ακριβό απ' το δικό σου και το επιδεικνύει διακριτικώς. Θα εύχεσαι να στάξει η σάλτσα του χοιρινού και να της το καταστρέψει.

Χιονίζει selfie. Όλοι χαρούμενοι. Αγκαλιάζεσαι με το διπλανό ακριβό συνολάκι. Ποζάρεις και φωτογραφίζεσαι με όλη σου τη φωτογένεια. Βγαίνεις θεά. Εκείνη με κλειστά μάτια. Την ανεβάζεις. Παίρνεις εκδίκηση. Βρέχει ευτυχία στα social. 

Έξω ο μικρός Χριστός ξέρει να μεταμφιέζεται κι εσύ απασχολημένος τον προσπερνάς.  

Το σύννεφο με μια ψιλή βροχή πασχίζει διακριτικά να ξεπλύνει τις βρωμιές σου, μα δεν αρκεί να καθαρίσει η πόλη. Κάτω από τα ακριβά χαλιά κρυμμένες λάσπες, λοβιτούρες, διαφθορές. Επάνω, όλοι καθαροί και λαμπεροί. 

Βιάζεσαι, όπως πάντα. Ψάχνεις τρόπο να μπεις μπροστά στην ουρά για την θεία κοινωνία, για το ταμείο του ζαχαροπλαστείου, για να σερβιριστείς στο καφέ. Σπρώχνεις και σπρώχνεσαι, διακριτικά, μα επίμονα. Όπως κάθε μέρα. Οι συνήθειες δεν κόβονται ως δια μαγείας τις γιορτινές. Χαμόγελα με σφιγμένα δόντια κι από μέσα κάτι γαλλικά πολιτισμένης συμπεριφοράς. 

Δεν πίνεις πολύ με το μεσημεριανό μην αποκαλυφθεί ο αληθινός εαυτός που ντύνεις με τα γιορτινά σου. Συγκρατείσαι. Θα τελειώσει κι αυτό. Το βράδυ δεν είναι μακριά. Θα πιεις ως συνήθως. Θα εκδηλωθείς, θα ξεσπάσεις, θα γιορτάσεις την απελευθέρωση απ'το στενό σακάκι (πόσο πάχυνες από πέρσι;), απ' τα σκαρπίνια και τις γόβες. 

Θα φορέσεις ξανά τα μακριά σου χέρια που αρπάζουν διακριτικά όσα θεωρείς πως αξίζεις, μα δεν στα δώσανε νομίμως. Θα ικανοποιήσεις την ανθρώπινη φύση σου και ξημερώνοντας η επόμενη θα βρει ένα σωρό νεογέννητους Χριστούς να κλαίνε διακριτικά μέσα στο περιτύλιγμα του υποκριτικά διακριτικού σου κόσμου.




Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2024

Ιπτάμενη πτώση μιας προσδοκίας...


ΒΙΒΛΙΟ "Θηλυκές οι θηλιές του κόσμου", ΑΝΕΜΟΣ Εκδοτική, 2012


Ήταν στριμωγμένη
στο βαλιτσάκι και βάραινε τον ώμο του.

Ο ταξιδιώτης συλλογίστηκε
πόσο χρήσιμη του ήταν.
"Καθόλου", απάντησε η φωνή της λογικής.
"Προσγειωμένα θα περπατάμε στο σύννεφο.
Δε θα μας λείψει, εμπιστεύσου με."


Την άγγιξε απαλά.
Μπορώ και χωρίς Προσδοκίες, σκέφτηκε.
Το τώρα μου αρκεί.
Το εφικτό και ότι μπορώ να έχω.
Μου φτάνουν για το ταξίδι μου..

Εξάλλου, πάντα ήσουν μεγάλη και βαριά προσδοκία.
και όλο βάραινες τον ώμο και τη σκέψη μου.
Θα περπατάω πιο ανάλαφρα χωρίς εσένα.

και με μία κίνηση παιδικής ασυνειδησίας
την έριξε στο κενό...

Ιπτάμενη πτώση... μιας προσδοκίας...
Τί κι αν πάνω της είχε χαράξει την πορεία του Ταξιδιού?...
Σκίστηκαν οι χάρτες στο ανέμισμα της Πτώσης..

και καθώς ανέπνευσε όλο τ' οξυγόνο,
πιο ελαφριά από την κάθοδο,
άρχισε να αιωρείται...
πάνω από τον ταξιδιώτη..
πάνω από τη λογική..


και τότε ο Ταξιδιώτης την Ζήλεψε.

Συλλογίστηκε πόσο χρήσιμη του ήταν.
"Καθόλου", απάντησε η φωνή της Προσδοκίας.
"Ακροβατώντας θα περπατάμε στο σύννεφο.
Δε θα μας λείψει, εμπιστεύσου με."


Την άγγιξε απαλά.
Μπορώ και χωρίς Λογική, σκέφτηκε.
Το αύριο μου ανήκει.
Το απρόσμενο και το άπιαστο θέλω να αγγίξω...

κι έπιασε το χέρι της Προσδοκίας...
και την ακολούθησε
σε μία Ιπτάμενη Πτώση...
ανεπανάληπτη...



Πράξη Δεύτερη


ΒΙΒΛΙΟ "Θηλυκές οι θηλιές του κόσμου", ΑΝΕΜΟΣ Εκδοτική, 2012


Είχε διασχίσει κατάκοπος τον Αρχαιολογικό Χώρο,
όπου η Μνήμη εκτελούσε Ανασκαφές παλιών Ποιημάτων
απ' την έφιππη Εφηβεία του.

Αποτόλμησε ν' αναγνώσει
κάποιες ηρωικές επιγραφές
σ'αγάλματα παλιών Ιδεών
που έπεσαν ηρωικά στην πρώτη Γραμμή των Μαχών του.

Η πανοπλία του 3ου διαζώματος των εκθεμάτων
του έπεφτε πια μικρή...
Είχε διευρύνει τόσο το Νου
είχε ξετυλίξει τόσο την Καρδιά
και εκείνο το θνητό Σώμα του
είχε αφεθεί στην πληθωρική φθορά του Χρόνου.

τόσο Ίδιος...
τόσο Διαφορετικός...
μέσα στο ίδιο Άρωμα Ζωής
με τη Γεύση της Νίκης ακόμη στο στόμα...

το Βασίλειο της Νιότης του
μ'ανέγγιχτα χρώματα στα Ευρήματα της Μνήμης
αποζητούσε μία Αναπαράσταση
να βιώσει ξανά Ακμή και Οργασμική Έκρηξη Δημιουργίας...

Μία ακόμη φορά,
σαν Κύκνειο Άσμα,
στο Αρχαίο Θέατρο των Αριστουργημάτων του...

Συγχρονίστηκε η συγκίνηση με την ανάγκη της Αναζωπύρωσης...

Χρειαζόταν σύνεργα...
Σπίθα
Αφοσίωση
και Οδηγό στα Τυφλά του Ένστικτα που φόρεσαν Τον Καλπασμό της Νιότης...

Ετοίμασε το Εργαστήρι του
κάτω από τη Σκιά της ίδιας Ρυμοτομίας των Εμπνεύσεων..

Σήκωσε το ακονισμένο του Βλέμμα
και έψαξε ένα λουλούδι.
Κινήθηκε με διάθεση Θυσίας,
σαν αυτοΠροσφοράς του Άνθους μιας Γόνιμης Καρδιάς...

Εκείνη καθόταν ακίνητη στο θρόνο της.
Την πλησίασε κι εναπόθεσε το τρυφερό ανθάκι στα πόδια της.

-Σε παρακαλώ, είπε ο Καλλιτέχνης στη Μούσα του,
που πιο δροσερή από την Αύρα του Παρόντος
πιο αέρινη από το Θρόισμα του Νου
πιο γόνιμη από την Καρδιά του Ερωτευμένου
έστεκε Αγαλμάτινη τόσους Αιώνες Θύμησης
σε μία Ακινησία Πολύτιμου Θησαυρού Αρχαίας μάχης...

-Σε παρακαλώ... χαμογέλα μου ν' αρχίσουν ΟΛΑ από την αρχή
και μία ακόμη Ζωή να ζήσω μέσα από το Ποίημα.


το ανθάκι ψιθύρισε κι αυτό:
-Σε παρακαλώ, δέξου τη θυσία μου.

Και το Άγαλμα σκίρτησε
πήρε χρώμα Γυναίκας
κι αποκρίθηκε:

-Μια ολόκληρη Ζωή περίμενα στα παρασκήνια του Παρελθόντος να μου ζητήσεις αυτή τη Δεύτερη Πράξη Ζωής και μετά πάλι Θανάτου...






Τετάρτη 12 Ιουλίου 2023

σύνδεση

 



Μέσα σ’ αυτήν την πολύβουη ροή οι λέξεις ξεραίνονται και πέφτουν. Σαπίζουν σαν δόντια που χρησιμοποιήθηκαν πολύ τρώγοντας junk food. Το καταλαβαίνεις πλέον από τα χαμόγελα των ανθρώπων. Όχι, δεν έχουν  μαυρίσει τα όμορφα με λεύκανση δόντια τους. Είναι όπως οι λέξεις. Άδειες θήκες καλοπληρωμένης δουλειάς οδοντιάτρου, ιδανικά για φαντεζί χαμόγελα και επιφανειακές συζητήσεις, καθώς και για να καταβροχθίζουν τους ανταγωνιστές.

Είχα καιρό να δω τα δόντια της. Τα ‘χε αφήσει με εκείνο το φυσικό τους σμάλτο που πλέον έμοιαζε κιτρινισμένο μπρος στις εκτυφλωτικές πορσελάνες των καλοντυμένων οδοντοστοιχιών και των λέξεων. Σφράγισε τα χείλη και, ενώ κανείς δε νοιαζόταν, εκείνη ένιωθε πως στερεί από τον κόσμο το φυσικό της χαμόγελο και τις λέξεις της. Τί εγωκεντρισμός! Ο κόσμος έχει τόσα για να χορτάσει τις πείνες του, που πλέον δεν τού έλειπε τίποτε, ποτέ. Μα εκείνη κρατούσε με πείσμα την απεργία της. Οι ψυχολόγοι υπέγραφαν μία εκούσια (!) κατάθλιψη. Εκείνη ήρεμη, συνέχιζε το έργο της. Κι αυτοί, με τον καιρό (όπως γίνεται πάντα, με όλα), έπαψαν να ασχολούνται.

Πάλευε να εξηγήσει αν οι λέξεις ήταν που προκάλεσαν το μεγάλο κακό ή αν οι λέξεις ήταν που είχαν υποστεί το μεγάλο κακό. Σε κάθε περίπτωση είχε επέλθει κορεσμός κι ένας κορεσμός πάντα παραλύει τις συγκινήσεις. Οι διαπιστώσεις, οι συνεπαγωγές, οι τεκμηριώσεις, οι συνθέσεις, οι περιγραφές, οι έρευνες, οι καταφάσεις και οι αντιθέσεις πολλαπλασιάζονταν σαν υπερσεξουαλικές οντότητες που αναπαράγονται δίχως έλεγχο. Οι συγκινήσεις, όμως, ήταν υπό εξαφάνιση και τα μάτια των ανθρώπων θαμπά.  

Στις απομονώσεις της επέλεγε μία λέξη και την έγραφε στον τοίχο του σαλονιού. Την κοιτούσε από μακριά, από κοντά, ευθεία ή λοξά. Έσβηνε γραμμούλες και δημιουργούσε ανοίγματα στους κύκλους των γραμμάτων. Έμπαινε στο νόημα. Γινόταν το νόημα. Περιφερόταν μέσα στη σημασία της λέξης και έβρισκε κήπους και μελωδίες. Έμενε ώρες σ’ αυτή τη διάσταση της άνευ λεξικού ερμηνείας και συνειδητοποιούσε πως ούτε πεινούσε, ούτε διψούσε για κάτι άλλο εκτός από την περιήγηση στο νόημα. Περπατώντας καταλάβαινε πως δεν υπήρχε διαχωριστικό. Η ίδια της ήταν η λέξη. Και η σημασία της. Και τελικά στριφογύριζε στον εαυτό της, όπου τα σκοτάδια και οι σιωπές της ξεδίπλωναν χρώματα και μυρωδιές. Δεν την αναζητούσε κανείς, οπότε δεν την πίεζε ο χρόνος για να επιστρέψει. Έμενε μέχρι να διερευνήσει την τελευταία γραμμούλα του τελευταίου γράμματος της λέξης. Ένας περίπατος που γινόταν με ιεροτελεστία και σεβασμό στον αργό ρυθμό που απαιτεί η δημιουργία σύνδεσης.  Το ζητούμενό της δεν ήταν να δει. Δεν ήταν να ανακαλύψει. Ήταν να συνδεθεί. Να αισθανθεί. Να γίνει. Αφιέρωνε ολόκληρα βράδια σε μία μόνο λέξη. Γράμμα γράμμα. Γραμμή γραμμή. Όπως οι εραστές σταματούν το χρόνο και ανακαλύπτουν με μάτια κλειστά, σπιθαμή προς σπιθαμή, τους πόρους του δέρματος, αυτής της Γης που τούς γεννά ταυτόχρονα την επιθυμία της κατάκτησης και της παράδοσης.

Κάθε φορά που επέστρεφε συνειδητοποιούσε πως δεν ήταν οι λέξεις υπεύθυνες για το μεγάλο κακό. Οι λέξεις ήταν αθώες. Πολυδιάστατες, αλληγορικές, αμφίσημες, πλούσιες, συντηρώντας σύμπαντα ερμηνείας. Δίχως πρόθεση να εξαπατήσουν, μα ούτε και να διευκολύνουν το νόημα.  Οι λέξεις εξακολουθούσαν να διαφυλάττουν το μυστικό του νοήματος. Τα στόματα που τις μασούσαν ήταν υπαίτια για τους ακρωτηριασμούς. Τα χέρια που τις πουλούσαν ήταν υπεύθυνα για την πτώχευσή τους. Οι θνητοί εαυτοί που ήταν προσκολλημένοι στις διαδικασίες και όχι στην ουσία. Που τις εμπορεύονταν σαν ένα ακόμη προϊόν στην παγκόσμια αγορά. Οι θνητοί εαυτοί που τις χρησιμοποιούσαν για να συστήνονται μορφωμένοι ή για να σκοτώνουν το χρόνο τους σε ανούσιες συζητήσεις.

Όταν επιτυγχάνεις τη σύνδεση σού έρχονται οι απαντήσεις, δίχως να χρειαστεί να διατυπώσεις την ερώτηση. Είχε κατανοήσει πως δεν μπορείς να συζητήσεις κάτι που δεν το έχεις ήδη μέσα σου!

Έμεινε με σφραγισμένα τα χείλη για χρόνια περιφερόμενη μέσα σε ενήλικους ανθρώπους διαφόρων ηλικιών. Οι άνθρωποι κατέληξαν να γεννιούνται ενήλικοι, χάνοντας τη φυσική κωδικοποίηση των λέξεων. Ακόμη και το κλάμα ή το γέλιο τους ήταν ενήλικα.

Συνέχιζε να υπάρχει κλεισμένη στο κάστρο της, ορατή μα απούσα, περιμένοντας, όχι κάποιον πρίγκιπα να τη γλιτώσει από τον δράκο, μα ένα παιδί να μιλά εκείνη τη διάλεκτο της ζωής που συνδέει συλλαβές με συγκινήσεις,  ενεργοποιώντας το δίκτυο των αισθήσεων, των διαλογισμών, της ύπαρξης, μην αφήνοντας καμία πτυχή εαυτού να ατροφήσει.




Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

αποποίηση


 

Πέρασε κι αυτό. Ρόλος με ημερομηνία λήξης (όπως τα προϊόντα). Ολοκληρώθηκε η διαδικασία, τους ζυγούς λύσατε. Μένουν άλλοι ρόλοι να δίνουν νόημα στη ζωή σου. Ποιος θα ήσουν δίχως τους ρόλους σου?..

Σού παίρνουν την ταυτότητα, σε εντοπίζουν μέσα στη λίστα, διαγράφουν το όνομά σου. Κρύβεσαι στο παραβάν, ρίχνεις το φάκελο στη σχισμή. Μετράς. Είσαι ο ρόλος σου, όσο υπηρετείς τις υποχρεώσεις του ρόλου. Παύεις να είσαι, όταν αποποιείσαι την ευθύνη. Μοιάζει σαν να κόβεις ομφάλιους λώρους επιδιώκοντας ελευθερία. Μία ελευθερία που συνοδεύεται με ανυπαρξία. Αν συνεχίσεις να μη συνεργάζεσαι, είναι σαν να παύεις να υπάρχεις.

Μετά από καιρό απουσίας, μετά από καιρό άρνησης συμμόρφωσης με το ρόλο, διαγράφεσαι. Σε ξεγράφουν από κόρη. Σε διαγράφουν από τους φοιτώντες του σχολείου ή του Πανεπιστημίου. Σε διαγράφουν από τους εκλογικούς τους καταλόγους. Σε διαγράφουν απ’ τις κοσμικές λίστες των καλεσμένων σε γάμους, γιορτές, βαφτίσια, γενέθλια, κηδείες, μνημόσυνα. Δε σε  μετράει κανείς.

Για να υπάρχεις χρειάζεται να δηλώνεις παρών. Αν απέχεις, εισχωρείς στην ανυπαρξία. Δύσκολη συνθήκη αναγνώρισης εαυτού, ειδικά επειδή μια ζωή σού διδάσκουν πως αυτό που είσαι ορίζεται μέσα απ’ την αλληλεπίδραση με τους άλλους.

Όταν αποποιείσαι, ακολουθεί κενό. Χάνεις κληρονομιές, χάνεις επίθετα προγόνων, χάνεις θέσεις, χάνεις παρέες. Αν δεν τρελαθείς, αγγίζεις την ελευθερία. Σηκώνεσαι, ανάβεις φωτιά και καις τα κουστούμια και τα σύνεργα του κάθε ρόλου. Φυσάς τη στάχτη και αφού τελειώσουν όλα.. μετράς τί μένει.

Τί μένει?..

Δίχως ρόλους, τί δίνει νόημα στη ζωή σου..? Ποιος είσαι, δίχως τους ρόλους σου..?

Ο γιος του τάδε. Ο πατέρας του τάδε. Ο τάδε επιχειρηματίας. Ο εργαζόμενος στην τάδε επιχείρηση. Ο ψηφοφόρος του τάδε κόμματος. Ο βουλευτής της τάδε περιφέρειας. Ο κουμπάρος στον τάδε γάμο. Ο συγγενής του τάδε νεκρού. Ο μάρτυρας στη τάδε δίκη. Ο κερατάς της τάδε γυναίκας. Ο απουσιολόγος της τάδε τάξης. Ο μπεκρής της τάδε παρέας. Ο ευσεβής της τάδε ενορίας. Ο τρελός του τάδε χωριού.

Αν σε αποβάλει ο δάσκαλος, τότε είσαι ο αποβεβλημένος από την τάξη. Αν, όμως, αρχίσεις να φεύγεις μόνος και σταδιακά, κανείς δε θα καταλάβει ότι απομακρύνεσαι. Θα το θεωρήσουν φυσιολογικό. Ο κόσμος αγαπά αυτή τη λέξη. Κανείς δε θ’ ασχοληθεί με την απουσία σου, ούτε θα σού κολλήσουν επίθετα ή ετικέτες. Κι αυτά, όπως οι ρόλοι, δίνουν τεχνητή αξία σ’ αυτό που είσαι. (Ποιος είσαι..?)  Όσο απομακρύνεσαι κι αποποιείσαι τους ρόλους, σβήνονται όλα. Και, ναι, παύεις γι’ αυτούς να υπάρχεις. Θα γίνουν πολλά γλέντια, πολλές κηδείες, πολλές εκλογές χωρίς εσένα.

Κι εσύ θα είσαι πλέον αθέατος οδοιπόρος. Ούτε καν παρατηρητής της Μεγάλης Σκηνής. Θα υπάρχεις για σένα. Δε θα έχεις την ανάγκη να βγεις σε ένα παράθυρο να εξηγήσεις γιατί απομακρύνεσαι, πού πας, πού υπάρχεις, πώς υπάρχεις. Όταν νικήσεις αυτή την ανάγκη, τότε ολοκληρώνεται η φυγή.

Ως τώρα δε γνωρίζουμε πόσοι το κατάφεραν. Δεν αναφέρονται πουθενά. Ούτε καν σαν αγνοούμενοι. Ούτε ως πρωταγωνιστές σε ιστορίες λογοτεχνίας. Είναι αυτοί που έκοψαν τις συνδέσεις κι απομακρυνόμενοι έσβηναν το βήμα τους, γνωρίζοντας πως το Θέατρο θα συνεχίσει τις παραστάσεις του και χωρίς αυτούς, δίχως καν την ανάγκη να τους αντικαταστήσει.  




Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

Εν αρχή ην.....η μαμά



Από την ώρα που γέννησε το μικράκι που κυοφορούσε για 9 μήνες παρά 3 μέρες, αφού τελείωναν τα διαδικαστικά του φαγητού και της καθαριότητας του μωρού, το ξάπλωνε στο κρεβάτι και καθόταν δίπλα του. Του ψιθύριζε στο αυτί ένα σ’ αγαπώ με όλες τις αποχρώσεις της χροιάς της, ενώ ταυτόχρονα του χάιδευε το κορμάκι. Κάθε σπιθαμή. Και το δέρμα του ενεργοποιούσε τους αισθητήρες αφής. Μάθαινε πώς σε αγγίζουν όταν σ’ αγαπάνε. Ενδιάμεσα έσκυβε και το μύριζε με βαθιές εισπνοές κι αβίαστα ακουγόταν ένα πνιγμένο επιφώνημα ευτυχίας, σαν να θέλεις να κρατήσεις την αναπνοή σου, ώστε να μείνει μέσα σου η αγαπημένη μυρωδιά και να μην σού ξεφύγει το άρωμα. Κι όταν ερχόταν η ώρα για ύπνο έπαιρνε το μικράκι της αγκαλιά και το κοίμιζε χορεύοντας ένα μπλουζ σε μία μουσική σύνθεση δική της, που την μουρμούριζε στο αυτάκι του. Χόρευαν για ώρες, ακόμη κι όταν εκείνο έπαιρνε την βαθιά του αναπνοή και βυθιζόταν στο όνειρο. Το μικράκι αποκοιμιόταν λες και βρισκόταν ακόμη στο αμνιακό υγρό της κοιλιάς της. Ασφαλές κι ευτυχισμένο. Συνέχιζε έτσι για χρόνια, όσο άντεχε η μέση της να χορεύουν αγκαλιά.

Δε  θυμόταν αν της φέρθηκε ποτέ κανείς έτσι. Δεν είχε σημασία εξάλλου. Αυτά τα μητρικά κι ανθρώπινά της αποθέματα δεν δημιουργήθηκαν από στέρηση, σαν απωθημένα, ούτε από βίωμα. Γεννήθηκαν μέσα απ’ αυτήν την αμφίδρομη σχέση μαμάς και παιδιού, που υποψιάζεται πως ξεπερνά τη διαδικασία εγκυμοσύνης και επεκτείνεται και στη διαδικασία υιοθεσίας.

Ο περίγυρος, με όλη του τη διάθεση να παρέμβει στο μητρικό της έργο, την επέκρινε ισχυριζόμενος πως το παιδί θα βγει κακομαθημένο έτσι όπως το παραχαϊδεύει και δεν το αφήνει να κλάψει. Τους παρέβλεπε όλους. Συνέχιζε με βάση το ένστικτο.

Το μικράκι της μεγάλωσε και έγινε ένας άνθρωπος που λατρεύει τη μυρωδιά και την υφή του δέρματος, γοητεύεται από τον ψίθυρο, χορεύει στην εσωτερική μελωδία. Ξέρει να αφιερώνει χρόνο, να εκτιμά και να αγαπάει, πρώτα τον εαυτό του, συνεπαγωγικά τον άνθρωπο που είναι δίπλα του και προεκτατικά να εκτιμά και να σέβεται κάθε άνθρωπο που θα βρεθεί στον κύκλο της ζωής του.

Ο περίγυρος πάλι παρών να την ενοχοποιήσει για την εκμετάλλευση που περιμένει αυτό το αγγελούδι μέσα στον κόσμο των δαιμόνων, γιατί, κυρία μου, δεν μεγάλωσαν όλοι οι άνθρωποι με τρυφερότητα,  χάδια, αγγίγματα και ψιθύρους.  Τι νομίζεις πως κατάφερες, λοιπόν; Να δημιουργήσεις ένα πλάσμα ευάλωτο που θα πέσει βορρά στους ανθρωποφάγους του συστήματος.

Δεν ένιωσε ποτέ την ανάγκη να απαντήσει. Ούτε καν να αφιερώσει χρόνο να προβληματιστεί πάνω στην οπτική του περίγυρου. Φυσικά, όσα παιδιά κι αν γεννούσε έτσι θα τα μεγάλωνε. Αμετανόητα τρυφερή και αρνούμενη να γίνει σκληρή για να μεγαλώσει ανθρώπους που θα έχουν ισχυρές άμυνες και δυνατές επιθέσεις στις αρένες του κόσμου.

Αυτή επιμένει να γεννά και να μεγαλώνει ανθρώπους που νιώθουν πολύτιμοι και αναγνωρίζουν το ανεκτίμητο του ανθρώπου. Ανθρώπους που δε θα πουλήσουν ποτέ τον εαυτό τους και δεν θα αγοράσουν ποτέ τον άνθρωπο δίπλα τους.





Κυριακή 5 Ιουνίου 2022

Μαθήματα φυγής

 


Ο χρόνος που αφιερώνεται σε συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα σού διαμορφώνει τη συνείδηση, τον τρόπο σκέψης, την δυναμική με την οποία οραματίζεσαι τη ζωή σου και κυρίως το τι θεωρείς δυνατό και τι αδύνατο να συμβεί.

Μαθηματικά: κύκλοι και γραμμές, ευθείες ή τεθλασμένες. Γραμμικές εξελίξεις και αριθμοί που διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Ελάχιστες οι ώρες της Φυσικής πάνω στις συγκρούσεις και στην αλλαγή πορείας. Ανύπαρκτες οι ώρες της κβαντικής Φυσικής πάνω στο φαινόμενο σήραγγας, όπου σωματίδια υπερπηδούν φράγματα δυναμικού και βρίσκονται σε περιοχές του χώρου απαγορευμένες από την κλασική μηχανική.

Τόσο δυσανάλογος ο χρόνος διδασκαλίας, που μαθαίνεις γραμμικά να δένεσαι με το προηγούμενο και το επόμενο βήμα σου, δίχως την ικανότητα εκτόξευσης σε νέες συντεταγμένες, πιο κοντά στα όσα οραματίστηκες για τη ζωή σου.  Εντάσσεσαι ομαλώς στην κοινωνία που από μικρός ήθελες να αλλάξεις. Ευτύχημα, θα μού πεις. Ο νόμος λέει πως επιβιώνει ο πιο ευπροσάρμοστος. Ναι.. μα ποιες οι συνθήκες επιβίωσης; Ποιο το τίμημα;

Διδάσκεσαι να επιβιώνεις με τρεις τακτικές άμυνας. Μία η υποχώρηση, μία η συνεργασία και μία η μάχη αλλαγής του τοπίου από μέσα. Και οι τρεις έχουν θεμέλιο την παραμονή σου στο υπάρχον σκηνικό.

Η ψευδαίσθηση αλλαγής του τοπίου σιγά σιγά ξεθωριάζει. Σού μένει μόνο η υποχώρηση και η συνεργασία, αλλιώς, παραμονεύει ο κίνδυνος της απόρριψης. Τραγικό, γιατί μία ζωή διδάσκεσαι τρόπους να είσαι αποδεκτός, αρεστός και να ενσωματώνεσαι. Την απόρριψη απ’ το σύνολο δεν σού τη διδάσκει κανείς. Ακόμη κι αν το σύνολο είναι ανθρωποφάγα ανταγωνιστικό, ανελέητα κυρίαρχο, εκτοπιστικά επιβλητικό, άριστα διεφθαρμένο. Κανείς ποτέ δεν μελέτησε τις ιδιότητες του συνόλου. Η εστίαση εξαντλήθηκε μόνο στους τρόπους ενσωμάτωσής σου. Να βρεις μία τρύπα να χωθείς. Να πιάσεις το χώρο σου σ’ αυτό που κυριαρχεί, χωρίς περιττές αναλύσεις για την ποιότητα της πορείας.

Στην πιο αρρωστημένη μορφή του αυτό το μοτίβο ενσωμάτωσης αναπαράγεται στις ενδοοικογενειακές κακοποιήσεις, στις εργασιακές εκμεταλλεύσεις και σε άλλες κακοποιητικές συμπεριφορές. Το θύμα έχει μάθει να υπομένει, να συνεργάζεται, να ελπίζει πως μπορεί να αλλάξει το σκηνικό. Μέχρι να αρχίσει να συνηθίζει το μοτίβο. Γνωρίζει τι θα ακολουθήσει μετά από κάθε κίνηση. Η πρόβλεψη πάντα συνοδεύεται από ένα, έστω και αρρωστημένο, αίσθημα ασφάλειας. Ξέρεις πώς θα κλείσει ο κάθε κύκλος και κρατάς δυνάμεις για την επόμενη επανάληψη του ίδιου κύκλου. Κύκλοι. Διαδοχές σημείων. Γραμμικές πορείες από το προηγούμενο βήμα στο επόμενο. Σαν κρίκοι αλυσίδας που δεν σπάνε.

Φυσική: πόση δύναμη χρειάζεται για να σπάσει ο κρίκος μιας αλυσίδας αιχμαλωσίας σου σε μία κατάσταση που δεν σού αρέσει;

Υπήρξε ποτέ δάσκαλος να σού το διδάξει αυτό;

Χρωστάμε μαθήματα φυγής. Θα είχαμε γλιτώσει από πολλές συμφορές. Θα είχαμε γλιτώσει πολύ χαμένο χρόνο. Δικό μας χρόνο. Θα είχαμε αποφύγει βάλτους και αμμώδεις διαδρομές που σού ρουφούν το βήμα. Που νιώθεις πως κινείσαι, μα απλά βουλιάζεις.

Χρωστάμε μαθήματα φυγής. Όπως διδάσκουμε στα παιδιά να ονειρεύονται, έτσι θα πρέπει να τους διδάσκουμε και πώς να εγκαταλείπουν ένα όνειρο. Να τους διδάσκουμε πως έχουν το δικαίωμα να αλλάξουν πλάνο, να αλλάξουν απόφαση, να αλλάξουν πορεία.

Δένουμε ένα δόλωμα ασφάλειας στο αγκίστρι και το προτάσσουμε μπροστά στο πεινασμένο στόμα. Και τρέχουν τα πόδια να προλάβουν, μην χαθεί η θέση, μην χαθεί η ευκαιρία, μην χαθεί αυτό που ως τώρα φτιάχτηκε.

Τι έγινε αν χαθεί;

Ό,τι ξεκινά με προδιαγραφές αιωνιότητας, δεν ικανοποιεί πάντα τις αρχικές του υποσχέσεις, ούτε τις αρχικές σου προσδοκίες. Τι έγινε αν δεν τελειώσεις αυτό που άρχισες; Τι έγινε αν το παρατήσεις στη μέση; Γιατί ενοχοποιείται η παραίτηση με λιποταξία; Θέλω να έχω το δικαίωμα να διαλέξω για τι θα πολεμήσω. Αν πάψει  να με εμπνέει η νίκη, θέλω να αποχωρώ δίχως ενοχοποιήσεις. Να αλλάζω σύμπαν.

Ποιος είναι ο πιο ευτυχής;

Αυτός που ολοκλήρωσε κάτι το οποίο στα μισά πρόδωσε το πάθος, τον ενθουσιασμό και την πίστη του ή αυτός που παράτησε στα μισά μία λάθος επιλογή και ξεκίνησε από την αρχή ένα νέο εγχείρημα;

Είμαστε θύματα του αφηγήματος της προσπάθειας και η προσπάθεια είναι συνυφασμένη με την παραμονή στο στόχο, ακόμη κι αν ο στόχος έπαψε να μας εμπνέει ή αποδείχθηκε επιζήμιος.

Οι εξαρτήσεις οργιάζουν και όσοι μελετούν αυτήν την παθογένεια της κοινωνίας διατυπώνουν ζοφερά συμπεράσματα. (Κάποτε ήταν μόνο το ποτό, τα ναρκωτικά και το κάπνισμα. Τώρα όλοι εξαρτημένοι απ’ τα δίκτυα. Ειδικά όσοι το αρνούνται.)

Πάντα μία εξάρτηση αναπαριστά μία  εικονική διέξοδο φυγής. Ο καθένας γνωρίζει από τί τρέχει να ξεφύγει.

Όσο ο κόσμος βρίθει από εξαρτήσεις, τα απωθημένα μέσα του κοχλάζουν και μένει βαλτωμένος. Βάλτος δεν είναι μία κατάσταση ακινητοποίησης και βυθίσματος. Κάλλιστα είναι μία κατάσταση διαρκούς εξέλιξης, μέσα από ανάλογη προσπάθεια, που όμως έπαψε προ πολλού να σε εμπνέει. Έπεσες στο ποτάμι και σε παρασύρει πλέον η ορμή του. Ανήμπορος να κολυμπήσεις προς την κατεύθυνση που θέλεις. Ανήμπορος να πιαστείς απ’ τα κλαδιά στις όχθες και να βγεις στη στεριά. Έτσι αφήνεσαι. Βαλτώνεις εν κινήσει. Στάσιμος εαυτός.

Κλείσε τα μάτια και αξιολόγησε το σημείο στο οποίο στέκεσαι. Είσαι εκεί που θέλεις; Πορεύεσαι προς τα εκεί που σε κατευθύνει η πυξίδα σου;

Αν όχι, πόσο χρόνο πιστεύεις πως έχεις ακόμη για αλλαγή πορείας..? Για εκείνη τη σύγκρουση με το ασφαλές και γνώριμο και την εκτόξευση σε άλλες συντεταγμένες ζωής..;





Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

Η πιο μεγάλη νύχτα

 


Η πιο μεγάλη νύχτα δεν είναι νύχτα. Είναι σκοτάδι. Όσα φωτάκια κι αν απλώσεις στο μπαλκόνι, δεν εγγυώνται φως στα δωμάτια. Μικρή, σαν περπατούσα στα σκοτεινά δρομάκια της επαρχίας, τραγουδούσα. Από άμυνα. Για να νικήσω τον φόβο μου για την ερημιά του δρόμου, για το σκοτάδι, για το αβέβαιο της επόμενης γωνίας.

Επίκτητος φόβος που στήνει μεγάφωνα στις πλατείες, μα μένει βαθιά ανίκητος. Οι επιφάνειες του κόσμου ήταν πάντα γεμάτες ρωγμές απ’ όπου ξεπροβάλλουν σκιές. Όσο πιο φανταχτερό το πανηγύρι, τόσο πιο βαθύ το σκοτάδι των ανθρώπων. Αν άξαφνα κλείσεις τη μουσική και τα φώτα θα ακούσεις τα παιδιά να κλαίνε. Έχουν από καιρό χάσει το χέρι που κρατούσαν.

 Όλοι σε μία πλάνη υπερκινητικότητας απασχολούνται χαζεύοντας, τυφλωμένοι απ’ τα φώτα και κουφοί απ’ τη μουσική. Καλύπτουν τις εσωτερικές φωνές επιμελώς. Μα εξακολουθεί να επικρατεί ένα αίσθημα αδικίας. Τόσος αγώνας, τόση δουλειά, τόσων χρόνων, τόση αποταμίευση και δεν μπορείς να αγοράσεις λίγη ασφάλεια. Αγοράζεις υπηρεσίες ασφάλειας ζωής με συμβόλαια ιδιωτικών εταιρειών, μα υπόσχονται αποζημιώσεις μετά το πιθανό κακό. Τι να τις κάνεις τις αποζημιώσεις! Θέλεις ασφάλεια. Πληρώνεις σωματοφύλακες για να σε προστατεύουν και ενώ το σώμα σου διατηρείται αρτιμελές, η ψυχή σου καταθλίβεται… νοσεί και δεν υπάρχουν ψυχοφύλακες εκεί έξω.

Ο ψυχολόγος σε παραπέμπει σε σένα. Μόνο εσύ μπορείς να σε σώσεις. Αρκεί να βγάλεις από την πρίζα όλα τα φωτάκια και να ανάψεις ένα κερί. Μία ζωντανή φλόγα. Αντιμετωπίζοντας με θάρρος τον κίνδυνο να σβήσει και να βυθιστείς στην πιο σκοτεινή σου εσωτερικότητα. Δίχως την γνωστή ορατότητα. Με την μοναξιά να ορθώνεται τεράστια μέσα και γύρω σου. Μην αναγνωρίζοντας τον χώρο, το τοπίο και τον εαυτό. Μην αναγνωρίζοντας τις φωνές των ανθρώπων. Μην αναγνωρίζοντας την καινούρια κατάσταση.

Έσβησε μία δεσμίδα ledάκια. Δεν έγινε αισθητή.

Έσβησε δεύτερη και τρίτη. Το πλήθος ψάχνει τι συμβαίνει. Δίχως να δείχνει τρομαγμένο. Ακόμη παρασύρεται από την ορμή του πανηγυριού.

Σβήνει επόμενη δεσμίδα. Μετά κι άλλη, κι άλλη, κι άλλη, κι άλλη… Το πλήθος πανικοβάλλεται. Για ένα δευτερόλεπτο κοιτάζει να εντοπίσει την έξοδο του θεματικού πάρκου. Μένει για λίγο ακίνητο, με τις κόγχες των ματιών να σαρώνουν το χώρο άναρχα και μετά ξεχύνεται προς τις εξόδους. Ποδοπατιέται. Χριστουγεννιάτικος συνωστισμός. Με πιστοποιητικά ή χωρίς. Τραγωδία, έτσι κι αλλιώς. Ακούγονται φωνές απόγνωσης και ποδοβολητά. Τα φώτα συνεχίζουν να σβήνουν. Στα δέντρα, στους δρόμους, στα σπίτια, στις οθόνες, στα μάτια. Σαν κάτι να ρουφά το τεχνητό φως της ανθρωπότητας.

Σκοτάδι.

Όλος ο πανικός κράτησε όσο έσβηναν τα φώτα. Μόλις έσβησε το τελευταίο άστρο, έπεσε σιωπή. Ούτε ανάσα. Σαν να πέθαναν όλοι. Κι όμως, ήταν η απεγνωσμένη προσπάθεια να μάθουν να βλέπουν δίχως μάτια, δίχως χρώματα, δίχως σχήματα. Η απεγνωσμένη προσπάθεια προσαρμογής στη νέα συνθήκη.

Τα παιδιά έπαψαν να κλαίνε σαν να μην υπάρχει πλέον κίνδυνος. Σαν τα φώτα να καταβρόχθιζαν τις ψυχές. Τώρα μία ζεστασιά, μία ασφάλεια, μία ηρεμία, μία σταθερότητα εκείνου του αδιαπραγμάτευτου μαύρου της νύχτας, ίσως μιας άγιας νύχτας, απλώνεται παντού. Τα παιδιά απλώνουν το χέρι και πιάνουν έναν άνθρωπο. Οποιονδήποτε άνθρωπο. Δεν βλέπουν δέρματα, χρώματα, φύλο. Δεν βλέπουν ρούχα, κοσμήματα. Δεν βλέπουν γνωστούς ή αγνώστους. Δεν είναι μόνο η προσαρμοστικότητα που συμβάλλει στην επιβίωση. Είναι και η συλλογικότητα. Πλέον ή όλοι μαζί ή κανείς.





Δευτέρα 16 Αυγούστου 2021

Ο μεταφραστής



Αυτός γυμνός, με μάτια κλειστά, στάθηκε μπρος στην λεία επιφάνεια του καθρέφτη. Δίπλα του ο διορισμένος μεταφραστής των σχημάτων τού περιέγραφε το είδωλό του. 

"Είσαι μικρού αναστήματος. Ράτσας κοινής ευρωπαϊκής. Δεν έχεις διακριτικό σημάδι. Προβλέψιμες αναλογίες. Συνηθισμένοι χρωματικοί συνδυασμοί."

Και συνέχισε το έργο του ο μεταφραστής εμβαθύνοντας:

"Η ανατομία σου συνταιριάζει με την ήρεμη ψυχολογία της μάζας. Επιδιώκεις να ανήκεις και νιώθεις ασφάλεια και πληρότητα μέσα στο σύνολο. Οι χαλαροί μύες σου δηλώνουν πως αποφεύγεις μάχες, καβγάδες, συγκρούσεις, αντιπαραθέσεις. Το πλαδαρό σου δέρμα εκφράζει μια προτίμηση στην ακινησία. Η στενή σου πλάτη δηλώνει πως αφήνεσαι στο ρεύμα και δεν γνωρίζεις κολύμπι. Τα προχείρως χτενισμένα σου μαλλιά μαρτυρούν μια χαλαρότητα κι έναν ωχαδερφισμό στα πρώιμα στάδιά του, θεμιτό και διόλου επικίνδυνο για την κοινωνία όπου ζεις. Τα γεμάτα σφραγίσματα κίτρινα δόντια σου δηλώνουν εθισμό στον καφέ, στο τσιγάρο, στα γλυκά. Τρόπος ζωής, όπως όλων των ομοίων σου.  Η ρυτίδα στο τσάκρα του μετώπου εκφράζει την ρίζα ενός υπόγειου άγχους, που το νικάς θάβοντάς το διαμοιρασμένο μέσα στο αυλάκι των ρυτίδων του προσώπου σου. Τα μικρά σου αυτιά συλλαμβάνουν ήχους χαμηλών decibels. Είσαι ευτυχής. Ο βρυχηθμός μεγάλων γεγονότων δεν σ αγγίζει. Ανήκεις στη ράτσα των ήρεμων ανθρώπων που δεν δημιουργούν προβλήματα, στον διπλανό, στην κοινωνία, στον ίδιο τον εαυτό τους." 

Ο διορισμένος μεταφραστής τελείωσε επιτυχώς το έργο του, μα λίγο πριν πείσει τον αποδέκτη του, ο καθρεφτιζόμενος ανθρωπάκος με μία αιφνιδιαστική αποφασιστικότητα.. άνοιξε τα μάτια του..  




Δευτέρα 2 Αυγούστου 2021

Πρωτογενής σπόρος



Δεν υπάρχουν πλατείες στις γειτονιές μας. Δεν υπάρχει πολεοδομικό κέντρο. Δεν υπάρχει ρυμοτομία. Δεν υπάρχει σημείο συνάντησης. Συναντιόμαστε κάθε στιγμή που σμίγουν οι δρόμοι μας και δεν βιαζόμαστε. Καθόμαστε να κοιταχτούμε, όχι για να μιλήσουμε. Μίλησαν τόσο οι προηγούμενοι, που κάλυψαν όλες τις λεκτικές ανάγκες για αλήθεια και ψεύδος. Τώρα μόνο βλέμματα κι αγγίγματα κι εξαλείψαμε το ψεύδος και την αλήθεια. Μάς έμεινε μόνο η επαφή, όπου ο καθένας δίνει ό,τι έχει μέσα του κι αναπτύσσεται μία διάλεκτος ειλικρίνειας πρώτα προς τον εαυτό και έπειτα προς τον άλλον. 

Επιτυχώς εξοριστήκαμε απ' τα λεξικά των πόλεων και τις οργανωμένες κοινωνίες. Την ώρα που νιώθεις πως δεν ανήκεις, ψάχνεις μέσα σου την έξοδο κινδύνου και ανακαλύπτεις πως σού δίδαξαν μόνο το αδιέξοδο και την επιστροφή στο δίλημμα. Δεν διδάχθηκες τίποτε άλλο από το να αποδέχεσαι τους κανόνες, να ενσωματώνεσαι, να συγχρονίζεσαι, να γίνεσαι μέρος του συνόλου και να συνεχίζεις να πορεύεσαι μαζί του, με την ψευδαίσθηση πως αντιδράς καθώς βαδίζεις με πλάγια βήματα, σαν κάβουρας, κι όχι σαν άνθρωπος. Χρειάζεται ένας γενναίος δάσκαλος, πιστός του συστήματος, να στρέψει το θυμωμένο βλέμμα του πάνω σου, να υψώσει την φωνή του ουρλιάζοντας το όνομά σου και να σε αποβάλλει από την τάξη, όπως τόσες δεκαετίες οι δάσκαλοι αποβάλλουν τους αντιδραστικούς, τους απροσάρμοστους, τους παραβατικούς, τους ανεπίδεκτους μαθήσεως μαθητές τους. Οι καημένοι δάσκαλοι. Τί να κάνουν κι αυτοί! Και βρίσκεσαι εκτός αιθούσης. Με την σάκα σου πεταμένη απ' το παράθυρο και το τετράδιο έτοιμο για νέα κεφάλαια. Υπάρχει ζωή μετά την αποβολή και την ταμπέλα του κακού μαθητή, του αποβληθέντος; 

Υπάρχει. 

Πριν εμφανιστεί ο γενναίος δάσκαλος που θα σε πετάξει έξω, ζεις όπως όλοι. Στους ίδιους τσιμεντένιους και γεμάτους λακκούβες δρόμους, στις ίδιες τσιμεντένιες και γεμάτες λακκούβες νομοθεσίες, στα ίδια οικοδομικά τετράγωνα, στους ίδιους κύκλους της τετραγωνισμένης λογικής, κάτω από τα μικρά μπαλκόνια με τα λουλούδια στις γλάστρες, που τόσο πολύ τους μοιάζεις. 

Playmobil σε διαστάσεις ανθρώπου πωλείται στην γλάστρα του με οδηγίες χρήσης. Η νέα έκδοση έχει ενισχυμένο σχεδιασμό και δεν προσβάλλεται από κατάθλιψη, βρέθηκε το αντίδοτο, δεν προσβάλλεται από κούραση, βρέθηκε η επιμήκυνση της αντοχής, δεν προσβάλλεται από γκρίνια, βρέθηκε το χάπι ευτυχίας. Στο καρτελάκι αναγράφεται πως αντέχει σε υψηλές και πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Δεν ξέρουμε σε ποιον απευθύνεται η προειδοποίηση. Ποιοι θα παίξουν μ' αυτό το κουκλάκι; Ποιοι θα το χειριστούν; Όποιοι κι αν είναι ας γνωρίζουν πως πλέον αναβαθμίστηκε η βιοτική του ανταπόκριση σε δυσμενείς συνθήκες. Μπορείτε να το δοκιμάσετε αναθέτοντάς του να δουλέψει πάνω από το χθεσινό επιτρεπτό όριο. Το σημερινό όριο θα σάς εκπλήξει. Μπορείτε να του μειώσετε τον ύπνο και το φαγητό για περισσότερες ημέρες. Η ανταπόκρισή του θα σάς εκπλήξει. Το νέο playmobil διατίθεται στην τιμή του παλιού, μα φέρει βελτιωμένες δεξιότητες. Πιστεύει τυφλά στον έναν παγκόσμιο θεό, της Επιστήμης, και τον προσκυνά δίχως να κατανοεί πώς λειτουργεί η Νέα Θρησκεία. Οι πιστοί, εξάλλου, ποτέ δεν χρειάστηκε να γνωρίζουν πώς λειτουργούν οι θρησκείες. Ποιοι είναι οι χορηγοί τους. Ποιοι κερδίζουν και ποιοι ζουν απ' αυτό. Ποιοι επωφελούνται άμεσα, έμμεσα και σε βάθος χρόνου. Το μόνο σίγουρο είναι πως δίχως πιστούς δεν θα υπήρχαν θρησκείες. 

Με μία γραφειοκρατική σπρωξιά, λοιπόν, βρέθηκες  έξω από το πλαίσιο, ενώ προηγουμένως άκουσες τόσες προειδοποιήσεις, γλυκιές, αλμυρές, καυτερές, ξινόπικρες. Κι άλλες τόσες απειλές, με σκοπό να σε νουθετήσουν. Γιατί δεν τρόμαξες, γαμώτο; Γιατί δεν τρόμαξες να συνετιστείς και έχει τις τύψεις του τώρα ο δάσκαλος; Γιατί ο δάσκαλος είναι καλός. Σε θέλει στην τάξη. Θέλει να σού διδάξει όσα του έμαθαν να διδάσκει. Γιατί τον ανάγκασες να σού επιβάλλει την υψίστη τιμωρία της αιώνιας αποβολής; Τώρα δυσκολεύεται να κοιμηθεί τα βράδια και καταπίνει ηρεμιστικά. Για χάρη σου. 

Κι εσύ, που σού δίδαξαν πως δεν υπάρχει ζωή έξω από το πλαίσιο, μόλις ξεπέρασες το σοκ της αστικής περιθωριοποίησης και κοίταξες γύρω σου ανακάλυψες πρωτογενείς σπόρους (ω τί ευτυχία! δίχως τεχνητές παρεμβάσεις βελτίωσης της παραγωγής!), ανακάλυψες καρπούς με σάρκα και δέρμα που τούς επιλέγει το σκουλήκι, ανακάλυψες διαυγείς πηγές με γάργαρο νερό δίχως ραδιενεργά σωματίδια, ανακάλυψες μία φυσική ηρεμία όπου όλα συμβαίνουν με τον απαραβίαστο ρυθμό τους. Δίχως βιασμούς. 

Τα βράδια έρχονται ακόμη στον ύπνο σου οι βιασμοί του αστικού σου παρελθόντος. Βιασμοί λόγω επισπεύσεων των διαδικασιών, λόγω έλλειψης σεβασμού προς τον εαυτό σου, λόγω κοινωνικών ψυχαναγκασμών που κρίνονταν απαραίτητοι για τη συνοχή της κοινωνίας.

Μα είναι πλέον μόνο όνειρα. Στο ξύπνημα είσαι γυμνός από καλώδια, από μαγνητικά πεδία, από αίσθημα ελέγχου. Είσαι γυμνός, κάπου μακριά, με κάποιους λίγους ακόμη που αποβλήθηκαν. Μα και πάλι ικανοποιείται η ανάγκη του ανήκειν. Επέλεξες. Αν είναι να υπακούσεις σε κανόνες και να υποστείς τις τιμωρίες, καλύτερα να υπακούσεις στην φύση που σε γέννησε γυμνό από καλώδια, γυμνό μπροστά στον κίνδυνο, γυμνό μέσα στην περιπέτεια της αληθινής επιβίωσης. 
Αν είναι να είσαι κάτι, καλύτερα να είσαι ο πρωτογενής άνθρωπος, εδώ, σ' αυτόν τον δίχως ρυμοτομία ιδιόχτιστο καταυλισμό, με δίχως πολεοδομικό κέντρο, όπου δεν υπάρχει σημείο συνάντησης και συναντιόμαστε κάθε στιγμή που σμίγουν οι δρόμοι μας. 





 

Κυριακή 18 Ιουλίου 2021

Φύση #FearFree




Όταν απέχει απ' τις αστικές επικαιρότητες, φυτεύει τις ρίζες της στο νερό και στο χώμα, απορροφά ήχους, σκιές και φως, θροΐζει σκέψεις, ενέργειες, ρούχα, μαλλιά, συνδέει την γονιμότητά της με την δίχως φυτοφάρμακα καρποφορία, αναρριχάται στην σπονδυλική στήλη της αιωνιότητας που αλλάζει μορφές μες στο χρόνο..  Αρχίζει να ενώνεται, να επιστρέφει και να  γίνεται παντοδύναμη.

Τρυφερή και παντοδύναμη, όπως καθετί στην Φύση.




Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

ερώτηση

 



Το check in του προσανατολισμού σου εξαρτάται από τις ερωτήσεις που θα θέσεις.

Τι καιρό θα έχει αύριο;

Πόσο ανέβηκε η βενζίνη, η υγρασία, η ανεργία;

Ποια τα νέα μέτρα;

Πού πάμε;

Γιατί με κοιτάς έτσι;

Πότε φτάνουμε;

Πόσο θα κοστίσει;

Γιατί φοβάσαι;

Ποιος νίκησε;

Και οι ακριβείς συντεταγμένες σου ορίζονται απ’ την απάντηση που θα πάρεις.

Όταν ρωτάς τους άλλους, η θέση σου εξαρτάται από την επιρροή τους πάνω σου. Ίσως, είναι καλύτερο να ρωτάς τον εαυτό σου. Ούτε καν την μαργαρίτα στο «μ’ αγαπά, δε μ’ αγαπά». Εξάλλου, πάντα ήξερες αν και πόσο σ’ αγαπούν. Η διαίσθησή σου ποτέ δεν έσφαλε. Απλά, ελάχιστες φορές ήσουν σε θέση να τη διαβάσεις. Ρωτώντας, λοιπόν, τον εαυτό σου εσύ ορίζεις το υπαρξιακό σου check in.

Τα τοπικά επιρρήματα μού είναι αδιάφορα.

Όλα τα «εδώ» δεν είναι ίδια. Όλοι οι άνθρωποι κυκλοφορούν μέσα στα ρούχα τους, με κορμιά υπαρκτά, σε χαιρετούν ευγενείς ή τυπικοί, προσπερνούν, χάνονται. Κάθονται δίπλα σου, εργάζονται, πίνουν καφέ, στέκονται σιωπηλοί, παίζουν με τις οθόνες, με το κορμί τους παρόν.

Χρειάζεται μία σβήστρα να σβήσεις το περίγραμμα, τον όγκο που πιάνει ο καθένας στο εδώ και να δεις τι μένει σ’ αυτόν τον αντικειμενικό ενεστώτα.

Χρειάζεται μία ενεργειακή πυξίδα να εντοπίζει το πραγματικό ίχνος του ανθρώπου που είναι ορατός στο πεδίο σου.

Χρειάζεται και μία γεωσυμπαντική γραφίδα να χαρτογραφηθούν τα μέρη στα οποία μπορεί να βρίσκεται ένας άνθρωπος, παρόλο που τον βλέπεις εδώ απέναντί σου.

Πολλοί θα προσπαθήσουν να επηρεάσουν το ταξίδι και τη διαδρομή σου. Όλοι θα ‘χουν όφελος και συμφέρον. Αυτός που θα δελεαστεί να συνταξιδέψει μαζί σου δε θα παλέψει να σε επηρεάσει. Θα ζητήσει ή θα διεκδικήσει τη θέση του δίπλα σου, μα ως εκεί. Η συναισθηματική του περιέργεια ζητά να βιώσει τη διαδρομή σου, οπότε δεν θα επιχειρήσει παρέμβαση. Αφήνεται.

Ο άνθρωπος που αφήνεται παύει να κάνει check in σε μέρη και τοποθεσίες. Κάνει check in σε σένα. Ούτε σού πληρώνει εισιτήριο, ούτε σού ζητά ευθύνες για αποπροσανατολισμό, ούτε σού αποδίδει το ρίσκο του «χαθήκαμε» ή «χάσαμε». Μόνο που είναι σπάνιοι οι άνθρωποι που αφήνονται.

Πιο θλιβερή από αυτήν την εξαφάνιση είναι η αδυναμία προέκτασης της διαδρομής πέρα από τις επικαιρότητες που αναβοσβήνουν στις μεγάλες επιγραφές, που τις ελέγχουν όσοι θέλουν να σου κατευθύνουν το ταξίδι. Είναι θλιβερό που οι άνθρωποι εγκλωβίζονται στα τετράγωνα ζωής ενός αστικού πεδίου που εξυπηρετεί άλλους. Μείνε εδώ γιατί μού είσαι χρήσιμος. Πάνω σου βασίζω ένα οικοδόμημα. Κι έτσι στήνω ιστό αράχνης γύρω σου. Αν φύγεις μού γκρεμίζεις το όραμα. Πρέπει να σε  κρατήσω πάση θυσία. Και την κάνω τη θυσία. Παραιτούμαι από όλα και κάνω σκοπό της ζωής μου να σε κρατήσω στο δρόμο που θέλω. Το παιχνίδι των προσανατολισμών μπορεί να παιχτεί σε σχέση 1 προς 1, μα και σε συλλογικότητες. Προϋπόθεση να πείσεις τον ταξιδιώτη να ακολουθήσει τις φωτεινές σου επιγραφές. Τη φωνή στο ραδιόφωνο. Το ρεύμα των ανθρώπων που πάνε προς τα κει. Και λειτουργεί κι ανάποδα. Οδηγώντας τον ταξιδιώτη στο αντίθετο ρεύμα των ανθρώπων που κάνε προς τα κει. Στο ρεύμα των ανθρώπων που πάνε προς την άλλη. Ίδια διεύθυνση, αντίθεση κατεύθυνση. Ίδιο ύψος προσωπικών προσδοκιών. Μηδενικό.

Το ίχνος σου κινείται ομαλά.

Σε εντοπίζουν τα ραντάρ και σού επιτρέπεται η διέλευση.

Η σβήστρα έχει ήδη διαγράψει το περίγραμμά σου. Η υπαρξιακή πυξίδα έχει ήδη μπλοκάρει τις υπαρξιακές σου αναζητήσεις. Η γραφίδα χαρτογραφεί τη διαδρομή σου. Κινείσαι εντός ορίων.

Το διαβατήριό σου κάθε στιγμή ανανεώνεται βασιζόμενο στην ερώτηση που θα κάνεις.

Όσο ρωτάς τα προβλέψιμα το ταξίδι σου δεν διακόπτεται, δεν διαταράσσεται, δεν στοχεύεται, δεν απειλείται.

Την στιγμή που θα αλλάξεις ερώτηση, που θα μπεις σε ένα υπαρξιακό spin έξω από την ελεγχόμενη σφαίρα, θα θεωρηθείς επικίνδυνος. Δεν θα ενεργοποιήσεις, όμως, τους συναγερμούς. Έπαψαν οι μοναχικοί ταξιδιώτες να επηρεάζουν το Σύνολο. Ο κόσμος είναι καλοκουρδισμένος να επιλέγει ερωτήσεις μέσα από την Τράπεζα Θεμάτων της Επικαιρότητας. Θα σε παρακολουθούν για λίγο, μέχρι να χαθεί το στίγμα σου από τα ραντάρ τους. Μετά θα ‘σαι μόνος μέσα σε μία τρομαχτική μοναξιά, που αν είσαι τυχερός και έχεις συνταξιδιώτη θα ‘ναι μία δυαδική μοναξιά.

Το ζητούμενο είναι αν και πότε θα θέσεις τη σωστή ερώτηση.

Στον εαυτό σου.



Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Πλεονέκτημα

 


Της είχαν μάθει να ψάχνει σκέπαστρο στις βροχές, μα μία πλημμύρα μέσα της πάντα την έσπρωχνε στα βαθιά.. εκεί που το δέρμα ποτίζεται σαν χώμα σε περίοδο ανθοφορίας, η ανθεκτικότητα γίνεται εύπλαστη προσαρμοστικότητα στα υγρά σχήματα και η σκέψη ρευστοποιεί τις πραγματικότητες..  Κι όλο επέστρεφε κυοφορώντας νέες κοσμοθεωρίες εαυτού κι ας φαινόταν ίδια στο γυμνό μάτι των γειτόνων που όταν βρέχει μαζεύουν τις μπουγάδες, κλείνουν τα παράθυρα, χώνονται κάτω απ' τις ομπρέλες τους αφήνοντας πλεονέκτημα τη βροχή για κείνους που ξεδιψούν με τις χούφτες. 



Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

απόκομμα αλληλογραφίας




Photo by Jesse Draxler, ( http://inagblog.com/2018/01/jesse-draxler-2/ )

Μαύρο φόντο σε κάποιο συμπαντικό στιγμιότυπο σε κατάσταση νηνεμίας, με την σκοτεινή ύλη να αρνείται να κάνει αισθητή την παρουσία της στην πεπερασμένη αντιληπτική μας ικανότητα. Πάντα εν εξελίξει μία αντίστροφη μέτρηση στα ρολόγια των ανθρώπων. Άνευ συμπαντικής σημασίας. Τα άστρα ρέουν στο ρυθμό της ενεργειακής ανακύκλωσης εναλλάσσοντας λάμψη με θάνατο κι αντίστροφα. Βουτάνε δίχως φόβο στο κέντρο της μαύρης τρύπας που τα εξαφανίζει απ' το ορατό μας πεδίο με έναν γενναίο χορό καταστροφής και αναγέννησης. Το Εγώ υπόνοια κάπου, μέσα σ' αυτό το σκοτάδι. Συνήθως κάθεται ήσυχο στο κενό, δίπλα στους γαλαξιακούς γκρεμούς. Κι όταν λαμπυρίζει λίγη χαρά το εντοπίζουν οι μαύρες τρύπες. Περιμένουν να ολοκληρώσει τον βραχύχρονο κύκλο του για να το εξαφανίσουν. Όλα σαν σε όνειρο. Κι όταν αλλάζεις πλευρό, αλλάζεις τοπίο και παραδόξως κι εαυτό. Το μαύρο γίνεται ρευστό. Σαν αμνιακό υγρό μιας σκοτεινής Μάνας. Κυματίζεις, αιώνια νεογέννητος, στα ρεύματα ενός βυθού, δίχως να διακρίνεις το δρόμο. Ποτέ δεν υπήρχε δρόμος. Όλα επινοήσεις. Χρόνος. Δρόμος. Για να υπάρχει η αίσθηση του προσανατολισμού και του σημείου αναφοράς. Να νιώθεις πως δεν χάνεσαι και πως κατέχεις τον έλεγχο του ταξιδιού. Δεν γελά κανείς με την πλάνη σου. Δεν υπάρχουν θεοί και τα άστρα ασχολούνται με τον δικό τους χορό. Είσαι ψάρι που αναβοσβήνει μέσα στις χούφτες μιας θάλασσας που αδειάζει τα νερά της ανάμεσα από τα.... εικονικά δάχτυλα του ανύπαρκτου Νοήμονος Όντος. Σαν σβήσουν τα σχήματα και τα χρώματα, μένεις να αιωρείσαι σαν ιδέα σε ένα πεδίο φαντασίας. Είσαι όλες οι μνήμες σου. Όλα τα έσω έξω τοπία. Ένα φράκταλ ενός κόκκου εαυτού που αντικατοπτρίζεται σε όλες τις κλίμακες του σύμπαντος. Ανακυκλώνεσαι μέσα από όλα και κάθε σου στιγμιότυπο ταχυδρομεί ένα γράμμα μεταφέροντας πραγματικότητες από το ένα υπαρξιακό σύμπαν στο άλλο.. κι όλο υπάρχεις συνομιλώντας με τον εαυτό σου παλεύοντας να κατανοήσεις τί συμβαίνει.





Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Τα χαρούμενα παιδιά είναι επικίνδυνα

 


Τα χαρούμενα παιδιά είναι επικίνδυνα. Δεν τρομάζουν. Δεν παίρνουν στα σοβαρά τις τιμωρίες. Δεν ανταποκρίνονται στα συστήματα σωφρονιστικής διαπαιδαγώγησης. Με το γέλιο τους προσβάλλουν τη σοβαρότητα του αυταρχισμού. Με την αισιοδοξία τους προκαλούν επικίνδυνους αυθορμητισμούς. Τα χαρούμενα παιδιά είναι χαλαρά, δεν ξέρουν να κάθονται προσοχή, ακίνητα, στο παράγγελμα του δασκάλου. Κοιτούν τα σύννεφα που τρέχουν και τα σμήνη των πουλιών την ώρα που ο διευθυντής δίνει οδηγίες από το μεγάφωνο, στην αυλή. Τα χαρούμενα παιδιά δεν συγκεντρώνονται στη μονοτονία των μαθημάτων. Μαθαίνουν εύκολα,  βαριούνται εύκολα και έχουν μία μουσική μέσα τους. Έναν ρυθμό που τούς κάνει να κουνούν το πόδι τους ή να χτυπούν τα δάχτυλα στο θρανίο, σαν να παίζουν ένα αόρατο πιάνο. Τα χαρούμενα παιδιά είναι ζωηρά. Σε κίνηση. Κι αποσυντονίζουν την τάξη. Μπορούν να σε κοιτούν στα μάτια και να σού απαντούν με την αφοπλιστική τους παιδικότητα, χωρίς να σκέφτονται συνέπειες, στο ενδεχόμενο να μεταφράσεις το θάρρος τους ως θράσος ή ασέβεια στον.. μεγαλύτερο. Τα χαρούμενα παιδιά βλέπουν τους ανθρώπους στο ίδιο ύψος και δεν αναγνωρίζουν αρχηγούς. Έχουν άποψη και το θάρρος να την διατυπώσουν. Παίρνουν θέση και θεωρούν αυτονόητη την ενεργητική ακρόαση. Τα χαρούμενα παιδιά μιλούν άψογα με χρώματα και σχήματα. Ζωγραφίζουν. Στα μπλοκ, στα χέρια τους, στις χαρτοπετσέτες, στα θρανία, στις τσάντες τους, στα βιβλία, στα τετράδια, στο σκελετό του κρεβατιού τους, στη ντουλάπα, στα ρούχα τους. Τα χαρούμενα παιδιά δεν χωρούν μέσα στο σπίτι. Θέλουν αλάνες και μεγάλες αυλές σχολείων.  Θέλουν πάθος κι ενθουσιασμό. Τα χαρούμενα παιδιά θίγουν την ησυχία. Μόνιμα την σπάει η σκέψη τους που θέλει να εκφράζεται. Προσβάλλουν την ευθυγράμμιση, γιατί κινούνται αταξινόμητα. Ακυρώνουν τις αοριστολογίες, γιατί επιμένουν να ζητούν αιτιολογήσεις μέχρι να καταλάβουν. Τα χαρούμενα παιδιά είναι επικίνδυνα γιατί σε παρασύρουν και νομίζεις πως η Ζωή είναι μία γιορτή, όπου όλα επιτρέπονται. Και μαζί με τα χαρούμενα παιδιά γίνονται επικίνδυνοι και οι γονείς τους, οι φίλοι τους, οι συγγενείς τους. Όπως επικίνδυνος είναι κάθε χαρούμενος άνθρωπος για μία κοινωνία που θέλει φοβισμένους, πειθαρχημένους, υπάκουους πολίτες.   






Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2020

Burn the Witch




Περιθωριακή, πληθωρική, απόμακρη, αντικανονική και αντικοινωνική. Ένα ζώο. Με μία λάμψη αρχέγονη στα μάτια της. Σαν μία πείνα που ξεπηδά φωτιά και τρώει το εύφλεκτο υλικό της. Σιωπηλή κι αθόρυβη, μα όχι αδύναμη. Αλίμονο αν επειδή είναι θηλυκό της χρεώσεις αδυναμία. Είναι φλόγα. Από κείνη την ήρεμη της καύτρας του τσιγάρου που καίει τα χείλη κι όταν την πετάς στο χώμα και την πατάς με το πόδι δεν λέει να σβήσει. Δεν. Φυτρώνει στο χώμα κι ανθίζει. Ψηλώνει και χαϊδεύεται με τον άνεμο. Χορεύει στους ήχους που σ' ενοχλούν και κλείνεις τα διπλά αλουμινένια σου κουφώματα για να μην τους ακούς. Και τραγουδά σε γλώσσες που γρυλίζουν, σφυρίζουν, γαβγίζουν, ουρλιάζουν, μουγκρίζουν και ταυτόχρονα συλλαβίζουν τρυφερότητες στ' ακροδάχτυλα μιας έφηβης που ερωτοτροπεί με τον εαυτό της, στο θρόισμα μιας λεύκας, στο υποθαλάσσιο ρεύμα που χαϊδεύει τη ράχη ενός θηλυκού καρχαρία σε οίστρο. Δε θα σού μιλήσει ποτέ στη γλώσσα σου. Πάντα θα έρχεται διαισθητικά κάτω από το ρούχο και το δέρμα σου, να πάρει στα χέρια της το μυαλό σου, να το ζυμώσει σε σχήμα ενθουσιασμού ,την ώρα που η πειραγμένη λογική σου αντιστέκεται, μιας και δεν είσαι άγριος πια, μα ένας  πολιτισμένος άνθρωπος.. και δεν είσαι για να ρισκάρεις. Θέλεις να έχεις τον έλεγχο. Θέλεις να μπορείς να ερμηνεύεις τα φαινόμενα, κι ας πέφτεις έξω. Είναι ασφαλείς οι αυταπάτες της κυριαρχίας σου. Κι αν εκείνη σε θέλει να αφεθείς,  δεν αφήνεσαι. Και καλά κάνεις γιατί, πίστεψέ με, είναι επικίνδυνο να αφήνεσαι. Ειδικά σε μία μάγισσα που θα μολύνει το πολιτισμένο μυαλό σου με βολβούς άγριας ορχιδέας που χύνει τους χυμούς της μέσα στον καφέ που πίνεις το πρωί για να ξυπνήσεις, κι ας μην ξυπνάς ποτέ. Εκείνη όμως επιμένει και με εκπλήσσει πώς δεν παραιτείται και τόσο παθιασμένα ασχολείται  μαζί σου. Χρησιμοποιεί όλες τις μεταμορφώσεις της. Υγροποιείται σε σταγονίδια και ρέει με την εισπνοή σου στα πνευμόνια σου. Αυτά τα πνευμόνια που προσέχεις σαν τα μάτια σου, μην και μολυνθούν και σε οδηγήσουν στον τάφο. Φοβάσαι να πάρεις βαθιά αναπνοή, φοβάσαι ν' αγγίξεις, φοβάσαι να έρθεις κοντά. Εκείνη, όμως, πλησιάζει το στόμα της στο δικό σου, με τα ζουμερά της χείλη και την ανάσα της να γαργαλάει τα φωνήεντα που πνίγεις από έφηβος. Γίνεται μαγνήτης και έλκει τα ένστικτα που θάβεις. Τα παίρνει μαζί της και βγαίνει έξω. Στη σκηνή όπου παίζεται το έργο, την ώρα που εσύ κρύβεσαι στα παρασκήνια μιας άδειας από κοινό και ηθοποιούς αίθουσας θεάτρου. Εκείνη κυκλοφορεί ιδρωμένη από πάθος, φορώντας ένα διάφανο νυχτικό ως τον αστράγαλο και σού νεύει να ακολουθήσεις. Διστακτικός και τρομαγμένος, μην και παρασυρθείς, κρύβεσαι πίσω από την κουρτίνα σου. Προσεύχεσαι στο θεό σου να την κάνει να παύσει το παιχνίδι της. Μα εκείνη είναι ο θεός. Κινεί τα νήματα, όσες παπαγαλίες κι αν έχεις αποστηθίσει. Όποτε θέλει βουτάει τη γλώσσα της στο μυαλό σου και σού θυμίζει πώς είναι να ζεις. Χώνεται στο καβούκι σου και κουνάει την ουρά της μαστιγώνοντας την ακινησία σου. Είναι βάσανο να μην σε αφήνει να ηρεμήσεις στην απομόνωσή σου. Μα, γαμώ, είναι θηλυκό... Ό,τι κι αν της επιβάλλεις θα σπάει τις αλυσίδες. Είναι τρελή. Δε χώρεσε ποτέ στις παλάμες σου. Πάντα ξεχείλιζε. Κι εσύ, ρε αλήτη δειλέ, κόσμε, παρόλο που απαρτίζεσαι από δύο βιολογικά φύλα, είσαι γνήσια αρσενικός, από κείνα τα κομπλεξικά αρσενικά που ατιμάζουν τη γυναίκα. Την κακοποιούν, για να πάψει να χαίρεται. Είναι βασανιστική η χαρά. Της τσαλακώνεις την εικόνα για να μάθει μόνο μηχανικά να ανταποκρίνεται σε κινήσεις επαναλαμβανόμενες που ακυρώνουν το νόημα: ξύπνα, πιες καφέ, δούλεψε,  φάε, αφόδευσε, πλοηγήσου, μίλα δίχως να μιλάς, κοιμήσου, ξύπνα, πιες καφέ, δούλεψε, φάε.......
Εκείνη, όμως, είναι θηλυκό. Πριν πεθάνει γεννά έναν πιο ανθεκτικό εαυτό της. Εσύ θα σβήσεις, μα εκείνη ακόμη θα βασιλεύει. Θα έχει επιζήσει απ' όλες σου τις κακοποιήσεις. Και θα είναι παρθένα σε κάθε της αναγέννηση. Θα είναι γόνιμη σε κάθε της εκδοχή. Και θα σε έχει ξεπεράσει. Θα ερωτοτροπεί, όπως όλες οι μάγισσες, με τον άνεμο, το φεγγάρι, το φως, το σκοτάδι, το δάσος, τα θηρία, ακόμη και με τους νεκρούς και με όσους θεούς θα έρχεσαι να ορίσεις. Και θα μιλά τη γλώσσα των θεών, καλύτερα απ' όσο εσύ μπορείς να την καταλάβεις. 
Είναι θηλυκό. Είναι μάγισσα. Είναι άγρια φύση. Είναι ο εφιάλτης σου, γιατί σε σπρώχνει σε όσα αρνείσαι, την ώρα που κάνεις πως δεν την ακούς και ντύνεσαι το κουστούμι σου, το τζιν σου ή τις πιτζάμες σου κι ετοιμάζεσαι για ύπνο.
Και στον ύπνο σου την διώχνεις, μα βρίσκει τρόπο να παίξει με το καλά πειθαρχημένο μυαλό σου και να σού θυμίσει την άγρια φύση σου που την έχεις θυσιάσει στον βωμό του εκπολιτισμού σου. Κάθε πρωί πείθεσαι πως δε θυμάσαι τίποτε από τα βραδινά σου όνειρα. Πονάει να θυμάσαι. 
Στην καθαρή της μορφή, θα είναι πάντα η Γυναίκα που δεν θα κάνεις ποτέ δική σου, γιατί είσαι δεμένος, ενώ εκείνη ελεύθερη. Κι όση προπαγάνδα κι αν πουλάς πως όλα τα κάνεις για χάρη της εκείνη ξέρει πως την ξεπουλάς για ένα κομμάτι ασφάλειας, σε έναν κόσμο γεμάτο ανασφάλειες. 
Είναι Γυναίκα και το όνομά της είναι Ζωή.
Είναι η μάγισσα που πρέπει να κάψεις με προσάναμμα τις ελευθερίες σου, αλλιώς θα στοιχειώνει τα απελπισμένα κτίρια στα οποία κατοικεί η φυγή σου. Θα στοιχειώνει το μυαλό σου που το παραγεμίζεις με σκουπίδια και ξερές γνώσεις. Θα στοιχειώνει κάθε παιδί που γεννάς και μέσα από το γέλιο και το βλέμμα του θα σού θυμίζει όσα απελπισμένα θες να ξεχάσεις πως απαρνήθηκες για μία χούφτα ασφάλεια μέσα σε έναν κόσμο γεμάτο ανασφάλειες.

Η σωτηρία σου: Burn the Witch.











Παρασκευή 17 Ιουλίου 2020

Γράμμα σ' έναν ποιητή


Διαβάζω το έργο σου. Έχω ως παράρτημα νοημάτων τη βιογραφία σου. Συγχώρα με που είμαι δύσπιστη. Κουράστηκα με τους στίχους δίχως αντίκρισμα. Σαν ακάλυπτες επιταγές ποιήματος δίχως εξαργύρωση ζωής. Έχω κλειδώσει τους λογαριασμούς μου. Δεν πληρώνω αν δεν υπάρχει αντιστοίχηση επινόησης κι εμπειρίας. Διαβάζω για παρότρυνση και προτροπή. Τί να μού πει κάποιος που δεν έχει γευτεί και μόνο γράφει..? Μοιάζει με σύμβουλο γάμου που…. δεν έχει υπάρξει παντρεμένος. Μοιάζει με σύμβουλο δασκάλων που…. δεν έχει διδάξει ποτέ σε τάξη.

Όπου μιλάς για υψόμετρα, τρέχω στην βιογραφία σου να εντοπίσω την ψηλότερη οροσειρά που έχεις ανέβει. Κι ας υπερβαίνει την κυριολεξία της αναρρίχησης. Κι ας σκαρφάλωσες με κόπο δύσβατων συναισθηματικών καταστάσεων, με καλύπτεις.

Όπου γράφεις φωτιά, ψάχνω να βρω τα εγκαύματά σου. Κυριολεξίες και μεταφορές. Να βρω τις πυρκαγιές που διέσχισες, τις φωτιές που πήραν τα ρούχα και η ψυχή σου, τις φλόγες που άναψαν στο κεφάλι σου και σού πυρπόλησαν τους νευρώνες. Να δω τα σημάδια. Και κυρίως, ψάχνω τις φωτογραφίες σου. Να αντιστοιχίσω την περίοδο γένεσης του πυρωμένου ποιήματος με το αντίστοιχο στιγμιότυπο της ζωής σου και να δω τη φλόγα μέσα στα μάτια σου. Αν δω μάτια κενά, αδιάφορα, ασφαλή, σε απορρίπτω.

Όπου γράφεις για ταχύτητες, ψάχνω να βρω τις διαδρομές που έτρεξες νοερά ή με κυριολεξίες. Με πόδια ή με καρδιά. Τις επιταχύνσεις σου, τις αγωνίες, την εγρήγορσή σου να συμβούν να ποθητά σου. Ψάχνω να βρω τα πάθη που αύξησαν την εντός σου ιπποδύναμη. Που πάτησαν το γκάζι του εαυτού σου και σε έβγαλαν από το παρμπρίζ του ποιήματος να φτάσεις πιο γρήγορα κι από τις αποτυπώσεις στο ζητούμενο της κεντρικής σου ιδέας. Πόσο πολύ πόθησες, κύριε ποιητή…? Πόσο κυνήγησες τα απωθημένα σου…? Πόσο βγήκες από το σώμα σου, όντας μπροστά στο μισοτελειωμένο σου ποίημα για να πας να βρεις αυτό που σε στοιχειώνει, κι ας μην κατόρθωσες να το χωρέσεις σε κανένα στίχο….?

Όταν αναφέρεις άγρια θηρία, αναζητώ τις μάχες της ζωής σου. Πόσες φορές ανταμώθηκες με αγριότητες..? Πόσες φορές μπήκες στην αρένα γυμνός κι άοπλος..? Πόσες φαγώθηκες από πεινασμένες αγέλες καθωσπρεπισμού ή από θηρία κοινωνικών στερεοτύπων..? Πόσες μούσες εξημέρωσες για να σωθείς από τα  νύχια τους..? Αν είσαι αρεστός από τις πλειοψηφίες είσαι ύποπτος, κύριε ποιητή.

Όταν μιλάς για θεραπείες, ψάχνω τις αρρώστιες της βιογραφίας σου. Πόσο υπέφερες..? Πόσο βόγκηξες..? Πόσο πυρετό ανέβασες..? Για πόσες ημέρες, μήνες, χρόνια…? Πόσες θεραπείες δοκίμασες δίχως αποτέλεσμα…? Πόσες εγχειρήσεις με δίχως αναισθησία έχεις υποστεί..? Αν δε βρω ουλές, σε απορρίπτω. Μοιάζεις να μοιράζεις συνταγές για δηλητήριο επισπεύδοντας έναν υποθετικό θάνατο, φάρμακο παρατείνοντας μία υποθετική ζωή, θεραπεία γλυκαίνοντας μία υποθετική ασθένεια, δίχως να έχεις ζήσει τίποτε. Δίχως να έχεις εκτελέσει καμία συνταγή σου.

Οι λέξεις, οι συνειρμοί, οι επινοήσεις, οι ρίμες, οι στίχοι είναι ένα παιχνίδι κατασκευής. Όπως τα Lego και τα puzzles. Δημιουργικά καλύπτουν τον ελεύθερο χρόνο.

Καλύπτουν τον ελεύθερο χρόνο.

Μα ο ποιητής δεν έχει ελεύθερο χρόνο. Ούτε καν για να γράψει. Όσο σκαρφαλώνει τα υψόμετρά του, όσο κολυμπά στα ναυάγια, όσο διασχίζει τις ερήμους του, όσο επιβιώνει των θανάτων του δεν έχει λέξεις, ούτε χρόνο να μιλήσει γι’ αυτά που περνάει. Σαν καταλαγιάσει για λίγο η μετεωρολογία του, κατακάθεται η σκέψη και ψαρεύει λέξεις με μία ποιητική σειρά κι αλληγορία που εκφράζει τα όσα συνέβησαν και ίσως συνεχίσουν να συμβαίνουν μετά την προσωρινή νηνεμία. Κι αυτή η ποιητική συστοιχία των λέξεων επ’ ουδενί δεν νοιάζεται αν την κατανοήσει το αναγνωστικό κοινό. Επ’ ουδενί δεν νοιάζεται αν την καταλάβει κανείς. Ο ποιητής δεν προσαρμόζεται στο επίπεδο κατανόησης των πιθανών αναγνωστών του.

Αν εντοπίσω εκλαΐκευση των νοημάτων ή μετάφραση προς το κοινό, θα ανατρέξω και πάλι στη βιογραφία σου, να μελετήσω το χαρακτήρα σου και να εντοπίσω αν αναζητάς την εμπορικότητα των ποιητικών σου συλλογών ή αν αγωνιωδώς θέλεις να μοιραστείς – από ανασφάλεια- το έργο σου, ώστε να βρεις θαυμαστές που θα τονώσουν το συγγραφικό σου ταπεραμέντο.

Εγώ σε ήθελα να μονολογείς. Να μη νοθεύεσαι για χάρη κανενός. Να μην κοιτάς έξω, μα μέσα. Ακόμη κι όταν γράφεις για να εμπνεύσεις ή να αφυπνίσεις τον κόσμο, να γράφεις από μέσα προς τα έξω κι όχι το ανάποδο. Για όλα αυτά τα συμπεράσματα που εκκρεμούν δεν αρκεί να διαβάσω ένα – δυο σου ποιήματα ή ποιητικές σου συλλογές. Χρειάζεται να μελετήσω τη βιογραφία σου.

Όταν ολοκληρώσω το έργο μου πάνω στο έργο και στη ζωή σου, θα σε τοποθετήσω στο ράφι των αληθινών ή θα σε εκθρονίσω από το ανάστημα των γνήσιων και θα σε τοποθετήσω στις θέσεις με την επιτηδευμένη γραφή, τα βραβεία διαγωνισμών, με τις υψηλές πωλήσεις, με την εσπευσμένη αναγνωρισιμότητα που επιτυγχάνεται μέσα από τις κατάλληλες λογοτεχνικές διασυνδέσεις.

Ως το πέρας της μελέτης έχεις περιθώριο να με εκπλήξεις, να με κερδίσεις, να με χάσεις, να με προκαλέσεις με το να επιλέξεις απλά να είσαι ο εαυτός σου ή όχι, και αν είσαι πιστός στο σκοπό σου δε θα χρειαστεί καν να διαβάσεις τούτο το γράμμα.







Τρίτη 7 Ιουλίου 2020

Και το όνομα αυτής....


Και το όνομα αυτής…..?

Φυλακή.

Δεν είναι όνομα αυτό.

Τα ονόματα είναι φυλακές.

Θα ήσουν άλλη αν σού είχαν δώσει άλλο όνομα..?

Πολύ πιθανό. Θα είχα κλειστεί σε άλλη φυλακή και θα είχα άλλη εσωτερική ταυτοποίηση. Το όνομα εξυπηρετεί το να συστηθεί ένα μωρό στον κόσμο. Εξυπηρετεί μία εξωτερική ταυτοποίηση που επηρεάζει τόσο την αυτοεπίγνωση και τον αυτοπροσδιορισμό του. Επηρεάζει το Εντός εξυπηρετώντας τη δομή της κοινωνίας. Βοηθά να το ξεχωρίζουν, να του απευθύνονται, να το σηκώνουν στο μάθημα, να του βάζουν απουσία, να το αξιολογούν, να του ταχυδρομούν λογαριασμούς και αλληλογραφία, να του αντιστοιχούν ένα μισθό, ένα επίδομα, μία φορολογία, δάνεια, χρέη, κέρδη από λαχεία, να τού αποδίδουν ιδιοκτησία, να τού καταλογίζουν αδικήματα, ευθύνες και υποχρεώσεις, να του αποδίδουν πτυχία, τίτλους, βραβεία, επαίνους, μούντζες, κατηγορίες, χαρακτηρισμούς, να το παντρεύουν, να το ψηφίζουν, να το θάβουν επωνύμως.

Το όνομα εξυπηρετεί την κοινωνία. Ο Θεός, αν υπάρχει, δε θα χρειαζόταν όνομα για να σε ξεχωρίσει. Δεν θα σε μπέρδευε με το σύνολο.

Και το όνομα αυτής… Κυριακή.

Θα μπορούσε να την έλεγαν και Αργία, μα βαφτίστηκε χριστιανή  και δεν υπάρχει Αγία Αργία. Αν είχε γεννηθεί από τους ίδιους γονείς σε άλλη εποχή και άλλη χώρα, ίσως την έλεγαν Κίρκη και ίσως γινόταν μάγισσα και μάθαινε να ορίζει τις εσωτερικές δυνάμεις του ανθρώπου με τρόπο ουσιώδη. Τώρα, αν και Κυριακή, αναλώνεται στα καθημερινά και αναρωτιέται γιατί οι γονείς δίνουν στα παιδιά τα ονόματα των παππούδων και χρεώνουν στο παιδί ενεργειακό στίγμα ενός άλλου ανθρώπου. (Μη χαθεί η ρίζα. Θα ήμουν άλλη αν είχα άλλη ρίζα..? Ναι ε..? Κι αν ανακάλυπτα πως είμαι υιοθετημένη…? Πως όντως έχω άλλη ρίζα, μα οι θετοί γονείς μου με πήραν 5 μηνών και με βάφτισαν με το όνομα της…θετής μου γιαγιάς..? Τότε… ποια είμαι…? ) Το μικράκι νιώθει ένα δέσιμο με εκείνον απ’ τον οποίο πήρε το όνομα. Και αρχίζει η αυθυποβολή. Υιοθετεί χαρακτηριστικά, μιμείται συμπεριφορές και εν τέλει συμβαίνει η αυτοεκπληρούμενη προφητεία της ομοιότητας. Κι όμως.. το παιδί δικαιούται μία ανεξάρτητη πορεία και ίσως δικαιούται να επιλέξει το όνομά του. Μα πώς θα ήταν δυνατό…? Πώς θα του απευθυνόταν η κοινωνία μέχρι να φτάσει σε ηλικία να επιλέξει όνομα….?

Επίσης, η υπαρξιακή δομή ενός ανθρώπου δίχως όνομα μήπως επηρεάζεται χειρότερα από την επιρροή που ασκεί η ….φυλακή ενός ονόματος που διάλεξαν οι άλλοι για σένα..?

Ποιο μωράκι θα δεχτεί να τού γίνει το …..πείραμα της διαπίστωσης..?

Οι αντιρρήσεις της κατάφεραν τη νοθεία.

Και το όνομα αυτής.. ξεχάστηκε.

Επικράτησε ένα υποκοριστικό που δε θυμίζει τον αρχικό συμβολισμό. Έπαψε το μικράκι να ακούει στο βαφτιστικό του. Εξανεμίστηκαν οι βαφτιστικές ευχές. Οι παπάδες την αφόρισαν. Έπρεπε να φτιάξει νέες ευχές και προσευχές βασιζόμενες στη δική της εσωτερική ταυτότητα. Και ακόμη χειρότερα. Αποποιήθηκε και το υποκοριστικό της υιοθετώντας nicknames με τα οποία την αναγνωρίζουν στους ψηφιακούς κόσμους, εκεί όπου δε χρειάζεται βάφτιση, ο Θεός δεν έχει πρόσβαση, οι πληροφορίες ρέουν αφιλτράριστες, δίχως ευλογία, κι ο καθένας είναι ό,τι δηλώσει. Διάλεξε το όνομά της. Reflection, κι ο συμβολισμός είναι άπειρα πιο ισχυρός από το συμβολισμό που φέρει το βαφτιστικό της όνομα.

Όλα είναι αντανακλάσεις του Νου στο επίπεδο της Πραγματικότητας.

 

Αν ξαναγεννηθώ να με ρωτήσετε.

Θέλω να με πείτε Κίρκη ή Reflection. Και δεν με νοιάζει αν θα ‘χω γιορτή, γιατί πλέον έχω εμπεδώσει πως γιορτή είναι η κάθε μέρα που διασχίζεις πάνω σ’ αυτόν τον άθλιο και συνάμα πανέμορφο πλανήτη. Θα κρατήσω μόνο τα γενέθλια για να θυμάμαι τη στιγμή που ανώνυμη εμφανίστηκα στον κόσμο σας και με αναγκάσατε να απαρνηθώ τη συμπαντική μου ανωνυμία…. Λες και Κάτι δεν υπάρχει μέχρι να του δώσετε όνομα. Κι όμως….. υπάρχουν τόσα ορατά και αόρατα που ακόμη δεν έχει καταφέρει να ονομάσει η αυτού εξοχότης Ανθρωπότητα.





Κυριακή 21 Ιουνίου 2020

Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…


Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς……………………..

Ένας. Στον ουρανό. Στο σπίτι. Στο κάδρο πάνω από το κεφάλι μας. Ρίζα και θεμέλιο ζωής. Χτίζεις τον εαυτό σου πάνω στην περιουσία του. Σού κληρονομεί ζωή, σε έχει υπό την εποπτεία, επίβλεψη, παρακολούθησή του. Άγρυπνο μάτι. Αναλαμβάνει την ευθύνη σου. Μυείσαι στην αυθεντία του από το πρώτο σου κλάμα. Δεν κλαίω, μπαμπά. Έγινα δυνατή, όπως με ήθελες. Ο πατέρας σου ήθελε γιο. Γεννήθηκες κόρη. Τον λάτρεψες δίχως επιλογή άρνησης, απόρριψης και το πρότυπό του στοίχειωσε όλους τους εραστές της ζωής σου. Άλλοτε από πείσμα τού πήγαινες κόντρα κι άλλοτε από έσχατη υπαρξιακή σου ανάγκη αναζητούσες άλλη μία πατρική φιγούρα στη ζωή σου. Για κείνον όλοι ήταν λίγοι να σταθούν δίπλα σου. Για σένα οι άντρες της ζωής σου ήταν ταυτόχρονα μία προσπάθεια να ξεπεράσεις το πατρικό πρότυπο. Μάταια. Ο πατέρας πότισε το Είναι σου με την επιβολή του. Σού ασκεί υποσυνείδητα τόση εξουσία, όση ασκεί ο πατέρας Θεός στους ανθρώπους, που δεν ξέρουν καν αν υπάρχει ή δεν υπάρχει, μα εύστοχα δομήθηκε πάνω στην πατρική φιγούρα, σε χρόνια αυστηρής πατριαρχίας, όπου οι γυναίκες ήταν δούλες ή Μαρδαληνές με μία μόνο Παναγία.

Στη νοσταλγία όλοι είναι άγιοι, αρεστοί, πολύτιμοι στο ρόλο τους.

Ο πατέρας πέθανε. Ήταν τόσο καλός άνθρωπος. Ξέχασε η κόρη  το άγριο βλέμμα του. Ναι, το χρησιμοποιούσε για το καλό της. Ξέχασε η γυναίκα του το βαρύ του χέρι. Ναι, ήταν για το  καλό της. Ξέχασε ο γιος τη βαριά του αμφισβήτηση. Ναι, ήταν για να προφυλάξει το χώρο του. Η αγέλη δεν μπορεί να έχει δύο αρσενικά για αρχηγούς. Μία η θέση, ένας ο ρόλος. Κι ανήκει στον πατέρα. Μα τώρα, ο πατέρας πέθανε. Περάσαμε σε νέα εποχή.  Ξεχάστηκαν τα λόγια, οι συμπεριφορές, οι νοοτροπίες. Ξεχάστηκε το πείσμα του να υψώνει τη σκιά του σε κάθε σου απόφαση, σε κάθε σου βήμα, σε κάθε σου επιλογή.

Όλοι φροντίσαμε τον πατέρα. Σαν αρρώστησε μάς κατάπινε με την αβάσταχτη αδυναμία του κορμιού του. Είναι ασύλληπτο να έχεις γνωρίσει τον Γίγαντα και  ξαφνικά να βρίσκεσαι να τον φροντίζεις μέσα στην ανάγκη του. Δεν μιλά. Έχει επίγνωση πως άλλαξαν οι ρόλοι. Δεν τού  αρέσει. Γίνομαι η Μάνα του. Την έτρεμε περισσότερο από τον Πατέρα του. Δεν το έδειχνε. Μα την έτρεμε. Όχι από φόβο, μα από εκείνο το οιδιπόδειο «Μην πάθει τίποτε η μάνα.» Έγινα η Μάνα σου, μπαμπά. Αν υπάρχει πατέρας θεός, παίζει παιχνίδια με τις ζωές μας. Αλλάζει τους ρόλους. Είμαι αυστηρή κι απόλυτη. Όπως ήσουν. Είμαι σταθερή και ακλόνητη. Όπως ήσουν. Είμαι καλή σε όλα, όπως με ήθελες. Μα τα βράδια μαστιγώνομαι, όπως φώναζαν το όνομά μου τα λόγια σου όταν επικριτικά τόνιζες τα λάθη μου.

Είχα κι άλλα λάθη να κάνω, μπαμπά. Τώρα που φεύγεις, τα κάνω μαζεμένα. Κι όμως ξέρω να τα κρύβω. Όπως κι εσύ. Ποτέ δεν σε είδα να σφάλλεις. Ποτέ δεν σε είδα να κλαις. Ποτέ δεν σε είδα να πέφτεις. Έμαθα να κρύβομαι, μπαμπά. Σού μοιάζω σε όλα.

Και έπαψα να σε ψάχνω στον Άντρα που έχω δίπλα μου. Δεν είναι ότι σε.. ξεπέρασα. Είναι που σού μοιάζω αφόρητα. Είμαι ο μπαμπάς.. και είναι τόσο εξαντλητικό για μία γυναίκα να παλεύει μία ζωή να νικήσει τη σκιά του Πατέρα, να αμφισβητεί την αρσενικότητα του Θεού και τελικά να γίνεται αυτό που πολεμούσε.

Γιορτάζουμε σήμερα, μπαμπά. Χρόνια μας πολλά.