Κάθε παραμύθι η ιδιωτική Αλήθεια του καθενός.

Κάθε παραμύθι η ιδιωτική Αλήθεια του καθενός.

Ο Νους που επινόησε μία Ιδέα, ποτέ δεν επιστρέφει στις προηγούμενες διαστάσεις του.

Η ευθύνη..

~Η ευθύνη~
Για ό,τι γράφεται σ'αυτό το χώρο δεν ευθύνεται το χέρι που γράφει.
Ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο το Κίνητρο, που αδράχνεται μέσα από το σωρό του Μεγάλου Τίποτε,
από το ... χέρι που γράφει.

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2025

συγγένεια






Συστήνομαι βουβά 
σε τόσες γλώσσες 
του σώματος• ψίθυροι κι εκδορές 
χάδια και κνησμοί.
Είμαι όλα μ' όσα μπόρεσα να ενωθώ.
Τίποτε ξένο.
Οικεία και γνωστή από πάντα.
Κομμάτι εαυτού που ταιριάζει 
με τις εποχές και τις νόρμες.
Κομμάτι ουρανού οργωμένο 
απ' την ανάσα ενός παιδιού 
που λαχανιάζει τρέχοντας 
σ' έναν δρόμο με ίχνη φτερουγίσματος.
Οικεία μου τα πούπουλα, τα ψαλίδια 
κι όλα τα σύνεργα ραπτικής.
Μα δεν είμαι πλέον πάνινη. 
Οι κλωστές μου φλέβες και ρίζες,
νήματα βροχής απ' το σύννεφο 
ως τον αιμάτινο πυρήνα 
των εσωτερικών υποστρωμάτων.
Το χέρι μου άγιο πια
αγγίζει τα ράμματα 
και λειαίνει τον πόνο.
Ομογενοποιεί τα υλικά.
Μού ανοίγει τα μάτια 
σ' αντιστροφή των νεκρών το κλείσιμο
και μ' εμπιστεύεται 
- το χέρι -
δίχως δρόμο μπροστά 
δίχως ορίζοντα 
πώς θα φτάσω τελικά 
εκεί που δεν υπάρχουν ονόματα και μορφές.
Εκεί που τίποτε δεν αρχίζει 
τίποτε δεν τελειώνει 
όλα συνυπάρχουν 
σ' ένα χρονικό καλειδοσκόπιο 
εκμηδενίζοντας το φθαρτό παρόν του ανθρώπινου χρόνου 
που συστήνεται επείγον και αναγκαίο 
όπως μ' αυταπάτη 
σού έμαθε κι εσένα να συστήνεσαι
χαρίζοντάς σου σύνεργα ραπτικής 
για να ράβεις την ανάγκη 
στα μέτρα του εγώ σου 
λησμονώντας την άχρονη συγγένεια όλων με όλα.




Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

πρωτόγονη

 




..με τα δέντρα και τα ζώα 
γυμνή χειραψία 
και ξυπόλυτο βήμα 
επιστρέφοντας εκεί 
απ' όπου δεν έπρεπε να φύγεις ποτέ.
Εκεί όπου όλα τ' ανθρώπινα 
είναι άνευ αξίας.
Εκεί που αν σωπάσεις κι αφουγκραστείς
ξαναμαθαίνεις τον εαυτό σου και τη ζωή 
στη σωστή για πρώτη φορά διάλεκτο. 




resize





Είχα καταφέρει με τα χρόνια 
μεγαλύτερη να ξαπλώνομαι στα χώματα 
τόσο που φοβόμουν πως δεν θα χωρέσω 
στο 1 μέτρο επί  2 των ανθρώπινων τάφων.
Και άρχισα να αγνοώ το θάνατο.
Ας με τεμαχίσουν.
Αλλού τα πόδια, αλλού το στέρνο. 
Έτσι κι αλλιώς, με όποιον τρόπο κι αν συμβεί, 
θα με αφομοιώσει η Γη
το σχήμα μου θα αλλάξει 
αλλά και πάλι μπροστά στο φως,
που καίγοντας την ύλη μου το συντηρώ, 
η σκιά της μαργαρίτας 
θα ξαπλώνει σαν δέντρο στο χώμα 
αρνούμενη να χωρέσει στα πρότυπα 
των φυτολόγων.
Θα τεντώνεται σπάζοντας καμιά φορά 
σαν χορδές τους τένοντες 
και θα ενδυναμώνει το άρωμά της 
με τη μυρωδιά του πόνου, 
εκείνου πού είναι σιαμαίος της μεταμόρφωσης.