Στις αυλές τους τεχνίτες ακριβοπληρωμένοι φλυαρούν σφυρηλατώντας λίθους για το πλακόστρωτο που θα πατηθεί από πόδια που σηκώνουν τα παχύσαρκα κορμιά των ιδίων και των καλεσμένων τους. Εγώ, άλλος Φλορεντίνο Αρίσα, καθισμένος στο απέναντι παρκάκι, πάνω στο κιτρινισμένο στρώμα με τα φύλλα, ερωτευμένος με την Υπηρέτρια, γράφω κιτρινισμένες ιστορίες, που δε θα δημοσιευτούν ποτέ, γιατί απεχθάνομαι το κιτρινισμένο σμάλτο των δοντιών εκείνων των αναγνωστών που απέκτησαν κουλτούρα υψηλής αισθητικής μέσα σε σαλόνια και κάμαρες θορύβων πολυτελείας.
Απέχω δύο πεζοδρόμια και έναν φαρδύ δρόμο, κι όμως, ακούγονται ως εδώ οι βουλιμικές συζητήσεις των μαχαιροπίρουνων που με savoir vivre καλωσορίζουν νέα έτη.
Τα παιδιά τους καλαντίζουν μπρος στις οθόνες και οι χούφτες του μυαλού τους γεμίζουν κέρματα Welldone για να παίξει το τζουκ μποξ της ζωής τους το τραγούδι που επέλεξε ο Μεγάλος Προγραμματιστής. Τραγουδήστε Παιδάκια...
Ανοίγει η αυλόπορτα, βγαίνουν πέντε πιτσιρίκια, ντυμένα κρεμμύδια, κρατώντας τριγωνάκι και έρχονται προς το μέρος μου.
-Να τα πούμε;
-Τί να πείτε;
Τα λένε. Δεν χρονοτριβούν. Αδημονούν για το μπουρμπουάρ τους. Τελειώνει γρήγορα το τραγουδάκι. Ψάχνω στις τσέπες. Δεν έχω τίποτε. Ούτε κέρματα, ούτε καραμέλες. Κάνω μορφασμό απογοήτευσης. Δεν τους αρκεί. Οι γιορτινές φωνές τους γίνονται στα μάτια κόκκινος χριστουγεννιάτικος θυμός. Μιμούνται e-games. Μου κόβουν τα δάχτυλα του αριστερού χεριού και τα δαγκώνουν σαν μελομακάρονα. Μου σκίζουν τα κουμπιά του πουκαμίσου και πληρώνονται με κέρματα από εκδίκηση. Σύγχρονα παιδιά, σύγχρονου κόσμου. Μεγαλωμένα από e-νταντάδες προγραμματισμένες για όλα.
Στην έπαυλη η Υπηρέτρια σερβίρει πρώτο πιάτο. Απλήρωτη, δίχως δώρο, πληρώνεται με ένα χούφτωμα στα οπίσθια από τον ισχυρό Άντρα του επίσημου Δείπνου. Όχι μυστικού. Δεν φτάσαμε ακόμη στις προδοσίες. Σήμερα κάτι γεννιέται. Ένα Σχέδιο, ένας Έρωτας, ένα Φεγγάρι... Η Μαία περιμένει το μπουρμπουάρ της: "Υγιές το παιδάκι"... Τι χαρά!... Η Υπηρέτρια δαγκώνει τα χείλη της. Ματώνουν και στάζουν πάνω στο ορεκτικό. "Τί υπέροχο ντρέσινγκ!" αναφωνεί η Κυρία του Κυρίου, δοκιμάζοντας. Κανιβαλισμός, μα η Κυρία είναι θρήσκα. Φορά σταυρό στο πλούσιο στήθος της και κάνει φιλανθρωπίες μέσω της ενορίας της. Είναι η Πρώτη Κυρία της Άνω Γειτονιάς των πλουσίων Ανθρώπων κι όλο το κόκκινο στο σαρκοβόρο στόμα της είναι ίδιο με το χρώμα του χριστουγεννιάτικου κραγιόν της Lancome.
Η θερμοκρασία συνεχώς πέφτει. Όπως η ηθική. Όπως πέφτουν τα φύλλα. Κύκλος θα μου πεις. Μετρώ νεογέννητα σκάνδαλα για να προσδιορίσω τη συχνότητα επανάληψης των γεγονότων της Ζωής. Δεν μου βγαίνουν οι στατιστικές. Κάθομαι στο παρκάκι κάτι χρόνια. Ποτέ δεν κατέγραψα επανάληψη. Ποικιλόμορφα άγριοι οι επιζήσαντες. Ποικιλόμορφα τρυφερές οι παπαρούνες. Το κόκκινο σε όλες τις αποχρώσεις του, το μαύρο, ακόμη και το γκρι.
Οι Εποχές περνούν.
Οι Άνθρωποι τις διασχίζουν.
Οι Ευχές πηγαινοέρχονται.
Τίποτε δεν εκπλήσσει.
Σηκώνομαι από το παγκάκι, με ανάπηρο χέρι, με υγιή Νου, με χιονίστρες στα πόδια, ερωτευμένος με την Υπηρέτρια, μοναχικός και μόνος, πλησιάζω στο τζάμι της οθόνης σας.
-Να τα πω;
Δε θέλω κέρματα. Τα δάχτυλά σας θέλω. Εκείνα που πληκτρολογούν ευχές, που κάνουν σταυρούς, που δείχνουν τον άλλο για φταίχτη, που αρπάζουν το γλυκό από το βάζο, που χουφτώνουν την Υπηρέτρια, που κάνουν μανικιούρ, που δέχονται χειροφιλήματα, που μέσα στους πόρους τους κρύβουν τη βρωμιά αυτού του κόσμου.
Εκείνα θέλω, να τα κάψω στο υπαίθριο τζάκι, να ζεσταθούν οι ζητιάνοι.
"Τρίγωνα, κάλαντα μες στη γειτονιά....."
Απέχω δύο πεζοδρόμια και έναν φαρδύ δρόμο, κι όμως, ακούγονται ως εδώ οι βουλιμικές συζητήσεις των μαχαιροπίρουνων που με savoir vivre καλωσορίζουν νέα έτη.
Τα παιδιά τους καλαντίζουν μπρος στις οθόνες και οι χούφτες του μυαλού τους γεμίζουν κέρματα Welldone για να παίξει το τζουκ μποξ της ζωής τους το τραγούδι που επέλεξε ο Μεγάλος Προγραμματιστής. Τραγουδήστε Παιδάκια...
Ανοίγει η αυλόπορτα, βγαίνουν πέντε πιτσιρίκια, ντυμένα κρεμμύδια, κρατώντας τριγωνάκι και έρχονται προς το μέρος μου.
-Να τα πούμε;
-Τί να πείτε;
Τα λένε. Δεν χρονοτριβούν. Αδημονούν για το μπουρμπουάρ τους. Τελειώνει γρήγορα το τραγουδάκι. Ψάχνω στις τσέπες. Δεν έχω τίποτε. Ούτε κέρματα, ούτε καραμέλες. Κάνω μορφασμό απογοήτευσης. Δεν τους αρκεί. Οι γιορτινές φωνές τους γίνονται στα μάτια κόκκινος χριστουγεννιάτικος θυμός. Μιμούνται e-games. Μου κόβουν τα δάχτυλα του αριστερού χεριού και τα δαγκώνουν σαν μελομακάρονα. Μου σκίζουν τα κουμπιά του πουκαμίσου και πληρώνονται με κέρματα από εκδίκηση. Σύγχρονα παιδιά, σύγχρονου κόσμου. Μεγαλωμένα από e-νταντάδες προγραμματισμένες για όλα.
Στην έπαυλη η Υπηρέτρια σερβίρει πρώτο πιάτο. Απλήρωτη, δίχως δώρο, πληρώνεται με ένα χούφτωμα στα οπίσθια από τον ισχυρό Άντρα του επίσημου Δείπνου. Όχι μυστικού. Δεν φτάσαμε ακόμη στις προδοσίες. Σήμερα κάτι γεννιέται. Ένα Σχέδιο, ένας Έρωτας, ένα Φεγγάρι... Η Μαία περιμένει το μπουρμπουάρ της: "Υγιές το παιδάκι"... Τι χαρά!... Η Υπηρέτρια δαγκώνει τα χείλη της. Ματώνουν και στάζουν πάνω στο ορεκτικό. "Τί υπέροχο ντρέσινγκ!" αναφωνεί η Κυρία του Κυρίου, δοκιμάζοντας. Κανιβαλισμός, μα η Κυρία είναι θρήσκα. Φορά σταυρό στο πλούσιο στήθος της και κάνει φιλανθρωπίες μέσω της ενορίας της. Είναι η Πρώτη Κυρία της Άνω Γειτονιάς των πλουσίων Ανθρώπων κι όλο το κόκκινο στο σαρκοβόρο στόμα της είναι ίδιο με το χρώμα του χριστουγεννιάτικου κραγιόν της Lancome.
Η θερμοκρασία συνεχώς πέφτει. Όπως η ηθική. Όπως πέφτουν τα φύλλα. Κύκλος θα μου πεις. Μετρώ νεογέννητα σκάνδαλα για να προσδιορίσω τη συχνότητα επανάληψης των γεγονότων της Ζωής. Δεν μου βγαίνουν οι στατιστικές. Κάθομαι στο παρκάκι κάτι χρόνια. Ποτέ δεν κατέγραψα επανάληψη. Ποικιλόμορφα άγριοι οι επιζήσαντες. Ποικιλόμορφα τρυφερές οι παπαρούνες. Το κόκκινο σε όλες τις αποχρώσεις του, το μαύρο, ακόμη και το γκρι.
Οι Εποχές περνούν.
Οι Άνθρωποι τις διασχίζουν.
Οι Ευχές πηγαινοέρχονται.
Τίποτε δεν εκπλήσσει.
Σηκώνομαι από το παγκάκι, με ανάπηρο χέρι, με υγιή Νου, με χιονίστρες στα πόδια, ερωτευμένος με την Υπηρέτρια, μοναχικός και μόνος, πλησιάζω στο τζάμι της οθόνης σας.
-Να τα πω;
Δε θέλω κέρματα. Τα δάχτυλά σας θέλω. Εκείνα που πληκτρολογούν ευχές, που κάνουν σταυρούς, που δείχνουν τον άλλο για φταίχτη, που αρπάζουν το γλυκό από το βάζο, που χουφτώνουν την Υπηρέτρια, που κάνουν μανικιούρ, που δέχονται χειροφιλήματα, που μέσα στους πόρους τους κρύβουν τη βρωμιά αυτού του κόσμου.
Εκείνα θέλω, να τα κάψω στο υπαίθριο τζάκι, να ζεσταθούν οι ζητιάνοι.
"Τρίγωνα, κάλαντα μες στη γειτονιά....."