Συλλαβίζοντας περπάτησα ως εδώ
σ' ένα ημερολόγιο Ζωής
που δεν μεταφράζεται
γραμμένο σε μια προσωπική διάλεκτο
που δανείζεται λέξεις της ελληνικής
μοιάζει κατανοητή
μα δεν είναι.
Τα είδωλα των νοημάτων
στρεβλώνονται κάτω από το βάρος
της εσωστρέφειάς μου
και οι ευθείες των γραμμάτων
ερωτεύονται τις τεθλασμένες του γραφικού μου χαρακτήρα.
Στο χειρόγραφο περισσότερο ζωγραφίζω
ρίζες και τροχιές
που φέρουν βαθύτερο νόημα
απ' τις λέξεις
και στις σιωπές
η γλώσσα μου γρυλίζει
θροϊζει
κολυμπά
τρέχει και σκοντάφτει
αρχαία και νεογέννητη
ζωντανή ρέει στο αίμα μου
μα σαν κυλήσει ως το στόμα
-ανοιχτή πληγή-
γίνεται κραυγή
αίμα σκοτωμένο και πεθαίνει.
Έπειτα μοιρολογεί τα μυστικά μου
κλαίγοντας με μια δική της φλυαρία
εκθέτοντας το μέσα μου έξω
σε αλυσίδες νεκρών ποιημάτων
χωρίς ποτέ
μα ποτέ
να την καταλάβει κανείς.
Συλλαβίζοντας περπάτησα ως εδώ
και είμαι σίγουρη
πως δεν μ' ακολούθησε κανείς.