Βιβλίο "πόνος στην πλάτη", εκδόσεις Άνω Τελεία, 2024
Δεν έγραφε
άφηνε μόνο
κάτι ορνιθοσκαλίσματα εαυτού
στις επιφάνειες
για να την διαβάζεις
δίχως να καταλαβαίνεις λέξη
σαν όλα να είναι μυστικά βήματα
ενός σχεδίου ζωής
αφηρημένης τέχνης.
Ούτε καθάριζε
ήθελε τ’ αποτυπώματα και τα ίχνη σου απολιθώματα
πάνω στα έπιπλα
το DNA σου στα καλύμματα, στα σεντόνια, στις πετσέτες του μπάνιου
αποδεικτικά στοιχεία
πως την διάβασες και την αγάπησες πολύ.
Έστρωνε τραπέζι
μ’ άδεια πιάτα
τσιμπούσε τη σάρκα της με το πιρούνι
σε τάιζε στο στόμα
κι εσύ μασούσες και κατάπινες
μία πραγματικότητα βγαλμένη από ταινία
και δεν σ’ ένοιαζε που οι απέναντι
σάς κοιτούσαν με κείνον τον οίκτο των ανθρώπων
που δεν καταλαβαίνουν,
δεν σ’ ένοιαζε που οι φίλοι
είχαν γυναίκες της προκοπής.
Άρχισες να μπαίνεις στην πλοκή
του γρίφου της
και να μεταφράζεις
τη μυθιστορηματική συνομωσία των αντικειμένων
των μεταξύ τους θέσεων και σχέσεων
τίποτε αθώο
τίποτε ίδιο με χθες
όλα μία αθόρυβη αναρχία
που ξεπηδούσε από το κεφάλι της.
Κι εσύ είχες ήδη φτάσει τόσο κοντά
που μπορούσες να δεις πώς γεννιούνται οι ιδέες
στο μυαλό της
πώς δένουν μέσα της τα ασύνδετα
πώς αδειάζει τα συναισθήματα στο βάζο με τα λουλούδια
πώς αλλάζει το δέρμα της όταν δεν την κοιτά κανείς
πώς τρώει τον εαυτό της
και πώς τον αναγεννά.
Εκείνη δεν πίστευε πως υπάρχεις.
Οι άνθρωποι γκρινιάζουν,
πεινάνε,
κουράζονται,
κοιμούνται στην ώρα τους,
πηγαίνουν στη δουλειά,
πληρώνονται, ξοδεύουν,
εαυτό, χρήμα και χρόνο,
βρίσκουν δικαιολογίες,
αιτίες, αφορμές
φεύγουν, δε μένουν,
κυνηγούν, κερδίζουν, ξοδεύονται.
Εσύ όχι.
Σε ζει
μα δεν πιστεύει πως υπάρχεις
και κάθε που γυρίζεις το κλειδί στην πόρτα,
δίχως να το ξέρεις, τρέμει ολόκληρη
μην και έρχεσαι σαν άνθρωπος
από κείνους που γκρινιάζουν,
πεινάνε, κουράζονται, βρίσκουν δικαιολογίες
κι εσύ με το που μπαίνεις
γυρίζεις τη σελίδα στο ημερολόγιό του εαυτού της
και ξεκινάς να διαβάζεις την κάθε σημερινή εκδοχή της
προκαλώντας την να δελεάσει
την ακονισμένη σου περιέργεια
βεβαιώνοντας πως κεντρικός ήρωας
είναι αυτός που από τη θέση του αναγνώστη
επηρεάζει ανεπανόρθωτα την ..πλοκή της ιστορίας.
άφηνε μόνο
κάτι ορνιθοσκαλίσματα εαυτού
στις επιφάνειες
για να την διαβάζεις
δίχως να καταλαβαίνεις λέξη
σαν όλα να είναι μυστικά βήματα
ενός σχεδίου ζωής
αφηρημένης τέχνης.
ήθελε τ’ αποτυπώματα και τα ίχνη σου απολιθώματα
πάνω στα έπιπλα
το DNA σου στα καλύμματα, στα σεντόνια, στις πετσέτες του μπάνιου
αποδεικτικά στοιχεία
πως την διάβασες και την αγάπησες πολύ.
μ’ άδεια πιάτα
τσιμπούσε τη σάρκα της με το πιρούνι
σε τάιζε στο στόμα
κι εσύ μασούσες και κατάπινες
μία πραγματικότητα βγαλμένη από ταινία
και δεν σ’ ένοιαζε που οι απέναντι
σάς κοιτούσαν με κείνον τον οίκτο των ανθρώπων
που δεν καταλαβαίνουν,
δεν σ’ ένοιαζε που οι φίλοι
είχαν γυναίκες της προκοπής.
του γρίφου της
και να μεταφράζεις
τη μυθιστορηματική συνομωσία των αντικειμένων
των μεταξύ τους θέσεων και σχέσεων
τίποτε αθώο
τίποτε ίδιο με χθες
όλα μία αθόρυβη αναρχία
που ξεπηδούσε από το κεφάλι της.
που μπορούσες να δεις πώς γεννιούνται οι ιδέες
στο μυαλό της
πώς δένουν μέσα της τα ασύνδετα
πώς αδειάζει τα συναισθήματα στο βάζο με τα λουλούδια
πώς αλλάζει το δέρμα της όταν δεν την κοιτά κανείς
πώς τρώει τον εαυτό της
και πώς τον αναγεννά.
Οι άνθρωποι γκρινιάζουν,
πεινάνε,
κουράζονται,
κοιμούνται στην ώρα τους,
πηγαίνουν στη δουλειά,
πληρώνονται, ξοδεύουν,
εαυτό, χρήμα και χρόνο,
βρίσκουν δικαιολογίες,
αιτίες, αφορμές
φεύγουν, δε μένουν,
κυνηγούν, κερδίζουν, ξοδεύονται.
Εσύ όχι.
μα δεν πιστεύει πως υπάρχεις
και κάθε που γυρίζεις το κλειδί στην πόρτα,
δίχως να το ξέρεις, τρέμει ολόκληρη
μην και έρχεσαι σαν άνθρωπος
από κείνους που γκρινιάζουν,
πεινάνε, κουράζονται, βρίσκουν δικαιολογίες
κι εσύ με το που μπαίνεις
γυρίζεις τη σελίδα στο ημερολόγιό του εαυτού της
και ξεκινάς να διαβάζεις την κάθε σημερινή εκδοχή της
προκαλώντας την να δελεάσει
την ακονισμένη σου περιέργεια
βεβαιώνοντας πως κεντρικός ήρωας
είναι αυτός που από τη θέση του αναγνώστη
επηρεάζει ανεπανόρθωτα την ..πλοκή της ιστορίας.