Ο σκύλος έκλαιγε
κατέστρεφε τα νύχια του
γρατζουνώντας πόρτες
τοίχους
θεμέλια
για να μπει.
Το κτίριο σχεδόν κατέρρεε
απ' τις πληγές
κι αυτός επέμενε
να ξεθάβει ερείπια
για να βρει τη γωνιά του
την τόσο θαμμένη
που μύριζε θάνατο
μα έναν θάνατο φτιαγμένο
από εκατομμύρια ζεστούς ύπνους
που μύριζαν σπιτικό.