Η ατζέντα της έγραφε τον τίτλο του άρθρου: "Συνέντευξη από ένα Παράλληλο Σύμπαν".
Με ένα δημοσιογραφικό ραδιοφωνάκι στο χέρι, πλησίασε την καλύβα του. Εκείνος δεν έδωσε σημασία. Ήταν εμφανές πως το κορίτσι δεν ανήκε στο περιβάλλον του. Κουβαλούν μιάσματα οι ξένοι, μα ο Γεράκος είχε θεραπείες για όλες τις ασθένειες, προσωρινές και χρόνιες, ακόμη και για τον Έρωτα.
Θεώρησε φρόνιμο να μην τον ενοχλήσει περισσότερο, απ' όσο ένιωθε πως ήδη τον ενοχλεί η παρουσία της. Κάθισε όρθια παρακολουθώντας και καταγράφοντας με το νου, κινήσεις και νοοτροπίες. Δεν τόλμησε να μολύνει το χώρο με τις συσκευές σύγχρονης τεχνολογίας που είχε στην τσάντα της, ούτε καν με ένα κλασικό μπλοκ και ένα μολύβι. Ενεργοποίησε την οπτικοακουστική της μνήμη κι άρχισε να καταγράφει.
Ο Γεράκος άφησε να περάσει πολλή ώρα. Μόλις την ένιωσε να κρύβει με δυσκολία τον πόνο στην πλάτη από την τόση στατική ορθοστασία, την πλησίασε και πήρε το βάρος από τον ώμο της. Η τσάντα γεμάτη πολιτισμό.
-Δε θα σου χρειαστεί εδώ, της είπε. Θέλεις να μάθεις?
Το κορίτσι έγνεψε κατάφαση.
Μπήκε στην καλύβα, επέστρεψε με ένα τσεκούρι.
-Κόψε ξύλα, να νιώσεις τη δύναμη του δέντρου στο σώμα σου.
Της υπέδειξε τον τρόπο.
Αμαθής, αδέξια, ανειδίκευτη, αδύναμη, έπιασε δουλειά.
Έκοβε ξύλα, κόπηκαν τα πόδια της, κόπηκε η αναπνοή της, αποκόπηκε ο Νους από τα γνώριμά του, πέρασε η Ζωή σε άλλη διάσταση.
Δίψασε, πείνασε, κουράστηκε. Οι ώρες επιμήκυναν τον εαυτό τους. Ο Γεράκος ανέθετε την μία δουλειά μετά την άλλη. Εκείνη αγκομαχώντας απαντούσε σε όλες τις προκλήσεις της υπαίθρου. Συνέντευξη κι αυτή... αναπάντεχης ανατροπής.
Σαν βράδιασε, λες μετά από χρόνια, της απευθύνθηκε:
-Έμαθες?
-Ναι.
-Δεν έμαθες!... Για να μάθεις θέλει χρόνο κι εσύ διαθέτεις μόνο όσο απαιτεί η καταγραφή μιας μονοσέλιδης συνέντευξης...
Πιάνει στα χέρια του ένα φύλλο.
-Το βλέπεις? Πόσο χρόνο θέλεις για να το αγαπήσεις? Τόσο χρόνο όσο και για να το μάθεις. Πόσο χρόνο λοιπόν?
-Μία μέρα? Ένα καλοκαίρι? Πόσο?...
-Μετράς λάθος τον χρόνο. Εδώ στην ύπαιθρο ο Χρόνος μετριέται όπως τα υλικά στις νόστιμες συνταγές της γιαγιάς, που όταν ζητάς δοσολογία σού απαντά "Δεν ξέρω πόσο... εγώ με το μάτι προσθέτω...". Και πάντα η συνταγή γίνεται πιο νόστιμη από πριν. Σοφές οι γιαγιάδες, με κείνη τη σοφία που δε θα γνωρίσει ποτέ ο σύγχρονος άνθρωπος. Για να μάθεις το φύλλο και να το αγαπήσεις πρέπει να πιάσεις στην χούφτα σου τον σπόρο, να σκάψεις το χώμα, να τον φυτέψεις, να τον ποτίσεις, να του μιλάς, να ακούς τις σιωπές του, να χαμογελάς στα πρώτα βλαστάρια, να συντροφεύεις όλο το ανάστημα του δέντρου, χρόνο με το χρόνο... Μία Ζωή που εμπεριέχει τόσες Ζωές. Πόσες Ζωές έχεις ζήσει ως τώρα? αιφνιδίασε ο Γεράκος την κοπέλα.
-Ζωές?... μία?... ερώτηση στην ερώτηση! Σαν παιδικός ελιγμός...
-Κάθε φορά που συμμετέχεις σε μία ολοκληρωμένη διαδικασία της Φύσης, από την σύλληψη, ως το θάνατό της, την ολοκλήρωση, μετράς και μία Ζωή. Εδώ ο χρόνος δεν μετριέται με ακρίβεια. Μόνο βιώνεται με λεπτομέρεια. Έμαθες τώρα?...
Δεν ήθελε να φύγει, μα ο χρόνος της τελείωσε. Λες και ο Γεράκος ήταν ο γιατρός, εκείνη ασθενής και η συνεδρία είχε φτάσει στο τέλος της.
Δεν ήθελε να φύγει, μα μετρούσε εξαρτήσεις που όλες ψιθύριζαν με εκμαυλιστική χροιά τ' όνομά της:
τόσοι λογαριασμοί απλήρωτοι, τόσα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αναπάντητα, το νεκρό κινητό στην τσάντα της που έψαχνε αγωνιωδώς σήμα, τόσες εκκρεμότητες ιντερνετικής επαφής, επαγγελματικής φύσης, προσωπικής διεπαφής, συναντήσεις εικονικής παρουσίας, το δάνειο στην τράπεζα για το κελί που ονομάζει διαμέρισμα, οι δόσεις για το αμάξι που μόνιμα ακινητοποιείται σε μποτιλιαρίσματα, οι αναθέσεις του διευθυντή, οι προσδοκίες της μαμάς της, η αυριανή και η μεθαυριανή της συνέντευξη... Τόσοι πόλεμοι να μαίνονται σε τόσα μέτωπα.. Δέσμια μιας Ζωής, που δεν περιέχει ούτε μία Ζωή από κείνες στις οποίες αναφερόταν ο Γεράκος..
-Έμαθες? την ξαναρώτησε...
-Πρέπει να δαμάσω το χρόνο, πριν με δαμάσουν οι ταχύτητες, αποκρίθηκε...
Ζήτησε να πάρει μαζί της το ιδιόμορφο μέσο με το οποίο καταγράφηκε η συνέντευξη. Ο Γεράκος συναίνεσε.
Πήρε μαζί της το τσεκούρι, τυλιγμένο σε μία αυτοσχέδια ποδιά, τοποθετημένο στην τσάντα της, δίπλα στο laptop, που αποδείχθηκε άχρηστο στο Δάσος του Γεράκου κι επέστρεψε στον πολιτισμό του σύγΧρονου ανθρώπου...