Σ' αυτό το εργαστήρι
δεν είναι ποίημα
ούτε πείραμα αυτό που επιχειρείται.
Είναι ένα ψυχρό ρεύμα αέρα
εφαρμοσμένο
στους πόλους της ακίνητης σφαίρας του Νου
που εκλύεται με σταθερή πίεση
προς την κατεύθυνση της διαμονής
του άστεγου ανθρώπου
που μες στο καταμεσήμερο
δεν έχει ένα κουμπί προσαρμοσμένο στο παγκάκι του
να το πατήσει
να σημάνει θερμοκρασία επιβίωσης
μέσα στον καύσωνα του πολιτισμένου καλοκαιριού
που ξεδιάντροπο συχνάζει
σε ξενοδοχεία, οικίες και δημόσια κτίρια
που κλιματίζονται
δροσίζοντας τις φορολογούμενες ζωές
του αναλώσιμου πληθυσμού της γης.
Παλεύω να δημιουργήσω ένα ψύχος
ή έστω μία δροσιά
ή μία σκιά στο μέγεθος παιδιού
μα το μόνο που έχω
είναι ένα κρύο ρίγος στη ραχοκοκκαλιά
που κινδυνεύει να γίνει πυρετός
και παγώνω ολόκληρη στη θέα του εαυτού μου
μη μπορώντας καν εμένα να σώσω από τις φλόγες
που όλο και πλησιάζουν
προκαλώντας τήξη στο ποίημα
στριμωγμένο που φυλακίστηκε
σε κείνους τους φούρνους
με τα πολλά ποιήματα των καταδικασμένων
και το μόνο ψυχρό υλικό που απομένει
είναι ο τελευταίος λυγμός
που παγώνει το αίμα
ρίχνει στιγμιαία τη θερμοκρασία
αυτού του θερμοκηπίου
κι έπειτα πριν ξεψυχήσει
τυλίγεται γύρω από τον κατατρεγμένο
παίρνοντας το σχήμα μιας αγκαλιάς
που φέρει τη θερμοκρασία του αμνιακού υγρού
και υπόσχεται νέες γέννες ανθρώπων
με το αίμα τους να βράζει σε κείνες τις θερμοκρασίες
της πρώτης Αδικίας
κοχλάζοντας Δικαίωση
μέσα στις χούφτες των ψυχρών πολέμων
που καίνε τους ανθρώπους ζωντανούς.